Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ




Το κάλεσμα του Θεού το ακολουθά η Ανάστασή του. Η ιδιοτυπία του οσιρικού θείου Δράματος μεταθέτει δογματικά την ανάσταση του ΄Οσιρι στη σφαίρα των Θεών. μα το αρχαιότερο ιεροτυπικό ανακρατεί ιερουργικούς τύπους της ανάστασής του. Η ανάσταση του Ταμμούζ, η θριαμβική του επιστροφή κ΄οι χαιρετισμοί που τον υποδέχονονται ακούονται, αγκαλά κι όχι εμφαντικά, αρκετά ωστόσο καθαρά στις Ταμμουζικές  Λειτουργίες. Στο ιερατικό υπόμνημα του θείου πάθους του Ασσούρ, που καθρεφτίζει το πάθος του Βήλου- Μαρντούκ , οι θεοί στήνουν πόλεμο με τους θεούς του Κάτω Κόσμου στην πύλη του τάφου του Θεού, πού' ναι πύλη και του ΄Αδη μαζί, τους νικούν κι΄ανεβάζουν το Βήλο - και τους ομόλογους μεσοποταμιακούς θεούς - στον Επάνω Κόσμο. Με την ανάσταση του χαναναίου Βάαλ- ("ζωντανός ο παράξιος ο Βάαλ, ζει ο ρήγας, ο αφέντης της Γης") - λύνεται ο κόμπος που στερφόδενε την πλάση : "  Σ΄ονειροφάνταση, ώ ΄Ηλ, ώ καλόκαρδε, σ΄ορασιά, πλάστη εσύ των πλασμάτων, οι ουρανοί βροχοβρέχανε πάχος, τα ξερορέματα τρέχανε μέλι". Στο ανοιξιάτικο φοινικικό πανηγύρι του ΄Αδωνι γιορτάζεται η ανάσταση του θεού. μα στα φθινοπωρινά πανηγύρια των έξω λατρειών, που παρασταίνεται το ξόδι του θεού, η ανάσταση κατασταλάζει στην ευχή να γυρίσει ο θεός και του χρόνου. Σ΄υστερότερους χρόνους, πολύ ύστερα από την επίσημη καθιέρωση του Χριστιανισμού, οι ανοιξιάτικες τελετές της Βύβλου φαίνεται να μετασχηματίζουν τις φθινοπωρινές τελετές, στο αλεξανδρινό καν πανηγύρι. ΄Ενα χωρίο του Κυρίλλου της Αλεξανδρείας όχι μονάχα αναφέρει ανάσταση κ΄εδώ, μα παρουσιάζει νά' χει οργανωθεί ( σίγουρα πάνω στα πρότυπα των Οσιρικών τελετών) κ΄ένα λειτουργικό στό Αδώνιο δράμα : επλάττοντο τοίνυν ΄Ελληνες εορτήν επί τούτω τοιαύτην. Προσεποιούντο μεν γαρ λυπουμένη τη Αφροδίτη, δια το τεθνάναι τον ΄Αδωνιν, συνολοφύρεσθαι και θρηνείν. ανελθούσης δε εξ΄άδου, και μην και ηυρήσθαι  λεγούσης τον ζητούμενον, συνδήδεσθαι και ανασκιρτάν. και μέχρι των καθ΄ημάς καιρών εν τοις κατ΄Αλεξάνδρειαν ιεροίς ετελείτο το παίγνιον τούτο. 

'Αττις

Στη ρωμαϊκή λατρεία του ΄Αττι, που ξεσηκώνει το σχέδιο της φρυγικής λατρείας του, η ανάσταση του θεού, τα Ιλάρια ή "Γιορτή της χαράς" πανηγυρίζεται ύστερ΄από τα πάθη του, στις 25 του Μάρτη. Την ανάσταση του μινωικού θεού την προδίνει ο μύθος του Γλαύκου που ανασταίνεται μ΄ένα θαυματικό βοτάνι. σε μυστηριακούς τύπους τη μαρτυρά το ξανάφτιασμα του καομματιασμένου Ζαγρέα. Μα κάποιος αρχειοκατέβατος μύθος, πώς από ' να σπήλαιο  της Κρήτης λαμποκοπά κάθε χρόνο φωτιά από το αίμα της γέννας της Ρέας, μαρτυρά πως ο ξαναερχομός του θεού κατασταλάζει στο ξαναγέννημά του κάθε χρόνο. Την ίδια γραμμμή δείχνει η εκδοχή του Ζαγρεϊκού μύθου, πως τον σκοτωμένο Ζαγρέα τον καταπιάνει και τον γεννά σα Διόνυσον η Σεμέλη. Η λατρεία ενός θεού που πεθαίνει και ξαναγεννιέται σα βρέφος, κεντρώνεται και στη λατρεία του Διονύσου. Οι " 'Οσιοι" στους Δελφούς τελούν απόρρητη θυσία στον τάφο του Διονύσου, όταν οι Θυιάδες ιερουργούν την 
" έγερσιν" του Θείου Βρέφους, του Λικνίτη. Σε κάθε περίσταση, η θετική μαρτυρία μιάς ανάστασης του Διονύσου ξακολουθεί να μας λείπει. Ο λόγος είναι πως η θανατική περιπέτεια του θεού μεταπλάθεται πάνω στην Κάθοδο και ΄Ανοδο της Θεάς, μεταγυρίζοντας- όπως τελικά και του Ταμμούζ, του Βήλου, του Βάαλ και του ΄Αδωνι- σ΄ενα κατέβασμα κι ανέβασμά του από τον ΄Αδη. Η τροπή τούτη εικονογραφίζεται στο πανηγυρικό ξαναγύρισμα και στ΄ανέβασμα του Βήλου από τον ΄Αδη, καθώς και σε λογίς στοιχεία του δράματος του Διονύσου. Στην "αγορά" της Τροιζήνας είταν ναός της ΄Αρτεμης με μινωϊκή παράδοση και μ΄αγάλματα μέσα , των χθονίων θεών. και για την ντόπια παράδοση, εδώθε ο Διόνυσος ανέβασε από τον ΄Αδη τη Σεμέλη. Είδαμε τ' ανακράξιμο του θεού στα " Λήναια" και στην Λερναία "λίμνη" , όπου και προσφορά στον κλειδοκράτορα του κάτω Κόσμου. Εδώθε ανεβαίνει από τον ΄Αδη ο Διόνυσος, ανεβάζοντας, για την ντόπια παράδοση και τη Σεμέλη μαζί του. Είδαμε ακόμη πως στη Ρόδο, αναφέρονται " κάθοδοι" του θεού και παρακίνημά του με μουσικό όργανον, τον υδραύλην ν΄ανέβει. Αγγειογραφικά μνημεία τεκμηριώνουν σα γενικότερη τη λαϊκή πίστη.

O Ερμής παραδίδει το βρέφος Διόνυσος στον Σειληνό και στις Ναϊάδες

Το πιό αναντίλογο είναι μιά μελανόμορφη λήκυθος ( τέλη του 5ου αι.) όπου παρασταίνεται  ο Διόνυσος να βγαίνει μέσα από το χώμα. Η παράσταση βεβαιώνει την ερμηνεία πως και στην παράσταση του κρατήρα του Βρεταννικού Μουσείου, όπου αναγνωρίζεται η άνοδος ενός βλαστικού θεού, έχουμε, μ΄όλο που ο Διόνυσος σημαδεύεται κι΄ανάμεσα στους θεατές, την άνοδο του Διονύσου. Χαρακτηριστική είναι εδώ η παρουσία της Νίκης, που σημαδεύει το νικημό του Χειμώνα και του Θανάτου. Στην ίδια κατηγορία πέφτει, κατά μιά άποψη, η παράσταση της ανόδου του Διονύσου και της Αριάδνης, σ΄ένα κρατήρα του Λούβρου, όπου η Αριάδνη ηρωίδα κι΄αλλοτινά κατερχόμενη Θεά, παίρνει τη θέση της Σεμέλης. κι ανάλογη παράσταση, από κύλικα του Μουσείου της Νεάπολης , του Διονύσου και της Σεμέλης. Μιάν άνοδο του θεού μπορούμε να βλέπουμε και στον ερχομό του μέσα σ΄ένα τροχοφόρο καράβι. Το αμαξοκάραβο τούτο μαρτυριέται για την Αθήνα από τις αγγειογραφίες. για τη Σμύρνη από νομίσματα. και για την ίδια πάλι πολιτεία κι΄από πληροφορία του Φιλοστράτου :  πέμπεται γαρ τις μηνί Ανθεστηριώνι μεταρσία τριήρης ες αγοράν, ήν ο του Διονύσου ιερεύς, οίον κυβερνήτης, ευθύνει πείσματα εκ θαλάττης λύουσαν. Η τελευταία μαρτυρία συνδέει το καράβι με τα Ανθεστήρια και μιά σειρά στοιχεία που μαρτυρούν πομπή κι αμάξια στους " Χόες" τοποθετούν τον ερχομό του Θεού στη δεύτερη τούτη μέρα των Ανθεστηρίων. Είναι φανερό πως ο Διόνυσος γυρίζει από κάποιο ταξίδι. Μα τα Ανθεστήρια είναι αρχαιότερα από τον αποικισμό των Ιώνων, κ΄έτσι το πλάσμα πρωτοσχετίζεται με το αθηναϊκό πανηγύρι.
 
O Διόνυσος στο καράβι του
 Από την άλλη, είδαμε πως  η κατάβαση του Διονύσου που παρωδείται στους " Βατράχους" του Αριστοφάνη, σχετίζεται με την " εν Λίμναις" περιοχή, όπου το αρχαιότερο ιερό του Διονύσου, που ανοίγει μιά φορά το χρόνο, στους "Χόες". Αν , έτσι, ο Θεός κατεβαίνει στον ΄Αδη από μιά βαλτολιμνιά, φυσικό είναι να ξανανεβαίνει απ΄αυτή, ταξιδεύοντας μέσα σ΄ενα καράβι. Το στοιχείο τούτο συνεργεί, ίσως, στο γυρισμό της περιπέτειας του θεού σ΄ένα ταξίδι. Στη Μίλητο, στην Πριήνη, στην ΄Εφεσσο συναντιέται η γιορτή των καταγωγίων. Σ΄επιγραφή της Μιλήτου αναφέρεται " καταγωγή" του Διονύσου από τον ιερέα και την ιέρειά του , με συμπαράσταση των ιερειών του Διονύσου Βακχίου. Σ΄επιγραφή της Πριήνης μνημονεύεται λατρεία Διονύσου του Καταγωγίου και πομπή των συγκαταγαγόντων τον Διόνυσον με επικεφαλής τον ιερέα του Διονύσου του Φλέου που παίρνει, κατά την επιγραφή, και την ιερωσύνη του Καταγωγίου. Τα " Καταγώγια" της Εφέσου μνημονεύονται από "βίο" του Αγίου Τιμοθέου. Αν είναι διονυσιακά δεν μαρτυριέται εδώ, συνάγεται όμως από τα άλλα ιωνικά "Καταγώγια" , από την ομώνυμη γιορτή που υποδέχεται τον Αντώνιο- Διόνυσο στην ΄Εφεσο, κι΄από την παρουσία μιάς σπονδής των Καταγωγίων στον αθηναϊκό θίασο των "Ιοβάκχων", που την τελεί σε μιά γιορτή με τ΄όνομα Στιβάς, παρμένο από τα διονυσιακά κισσοδεμάτια. ΄Αν τα Καταγώγια σχετίζονται με το καράβι του Θεού και γενικότερα, έτσι με τα Ανθεστήρια, δεν έχουμε άμεση μαρτυρία. μα η συνολική ένδειξη ευνοεί τον ταυτισμό τους. Σ΄όλα τούτα η ιδέα της Ανάστασης, υποχωρώντας μαζί με την ιδέα του Θανάτου του Θεού, συγκεντρώνεται, ολοένα και περισσότερο, στην επιφάνειαν του Θεού, στο ξαφνικό και δοξαστικό παρουσίασμά του, που ανταποκρίνεται στην επίκληση ή ανάκληση των πιστών του. Ο ερχομός και το παρουσίασμα του Θεού στη μέση των θιάσων του είναι στοιχείο των μαιναδικών οργίων του και ξεμένει στις γυναικείες τελετές των κατοπινών τριετηρικών του οργίων. Στην αρχαία τούτη επιφάνειαν αντιστοιχεί η χρονιάτικη επιφάνεια που ανακεφαλαιώνει τους τύπους της Ανάστασής του. Λείψανα μιάς αρχαίας πραγματείας για τον Διθύραμβο παραδίνει απόσπασμα ύμνου στην "επιφάνειαν " του Διονύσου που ξαναγυρίζει ( στα Ανθεστήρια βέβαια) ύστερα από δώδεκα μήνες : αναβόασον αυτώι. Διόνυσον αείσομεν ιεραίς εν αμέραις δώδεκα μήνας απόντα, παρά δώρα, πάντα δ΄άνθη. Είναι το στοιχείο που από καιρό λογιέται πως βρέθηκε στην εμφάνιση του " από μηχανής θεού" στην Τραγωδία.

από το βιβλίο του Παναγή Λεκατσά
"ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΔΡΑΜΑ"

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 
Ο Χριστός στο όρος των Ελαιών
Η Αναχώρηση του θεού είναι το προοίμιο του θανάτου του . Ο Θνήσκων Θεός θα μοιραστεί την ανθρώπινη μοίρα μόνο που θα πεθάνει για ν΄αναστηθεί και να γλυτώσει τον κόσμο από τον θάνατο, θανάτω θάνατον πατήσας.
Ο θάνατος είναι αποτέλεσμα ενός αγώνα που στήνει με τους εχθρούς του. Στη σουμεριακή "Κατάβαση της Ινάννα" τον άντρα της τον Ταμμούζ τον στέλενει υποκατάστατό της στον΄Αδη η Θεά, παραδίνοντάς τον στους δαίμονες που την ακολουθούν αποκεί για να πάρουν το θύμα της εξαγοράς της. Στο βαβυλωνιακό δράμα ακούμε πως κάποιοι (σίγουρα οι ίδιοι δαίμονες) πήραν τον Βήλο και τον κλείσανε στο "Βουνό" , που σημαίνει τον ΄Αδη. ΄Ενας αγώνας του θεού να γλυτώσει από τους δαίμονες, καλονογιέται και στα δυό. Ο Μοτ, ο θεός του ΄Αδη, καλεί στο χανανικό θείο δράμα τον Βάαλ να τραβήξει για κάποιο "βουνό" να το σηκώσει με τα χέρια του και να κατέβει στον΄Αδη. Σ΄άλλες όμως εκδοχές του ίδιου δράματος, ο Βάαλ συναντά στην ερημιά τερατόμορφα πλάσματα, που στήνει μάχη μαζί τους και , νικημένος, πεθαίνει. Ο ΄Αδωνις πεθαίνει χτυπημένος από αγριογούρουνο σε κυνήγι. Ο ΄Οσιρις  κλείνεται δολερά σε μιά κάσα και ρίχνεται στη θάλασσα από τον Σηθ, που ξαναβρίσκει το λείψανό του στα βάλτα του Νείλου και το κομματιάζει. ο ΄Αττις πεθαίνει κόβοντας, κατά την πράξη των ιερέων της Κυβέλης, τα γεννητικά όργανά του. Τον τρόπο που πεθαίνει ο κρητικός Δίας, δεν τον γνωρίζουμε, εξόν αν πιστέψουμε μιά παράδοση, αβεβαίωτη απ΄αλλού, πως πεθαίνει χτυπημένος από έναν κάπρο, κ΄εκείνος. Ο Διόνυσος , τέλος , σκοτώνεται από τον Περσέα, που στήνει μάχη μαζί του και τον πετά στα βάλτα της Λέρνας. Είναι κ΄η μόνη θυμική ένδειξη ενός θανάτου του Διονύσου, γιατί στο Διονυσιακό Δράμα ο θάνατος του θεού είναι το πιό υποτονισμένο στοιχείο. ξηγά όμως πλήθος ανάλογους μύθους, όπου δεν σκοτώνεται ο Διόνυσος, μα ο αντίμαχος ή ο φίλος του, που είναι μιά άλλη μορφή του θεού ή αλλιώς, ο Διόνυσος στην απόβλητη μορφή του. Οι λόγοι του υποτονισμού του θανάτου του Διονύσου, είναι η μυστικότητα των τελετών του Θείου Πάθους, που είναι ένα " μυστήριον" καθαυτό, κ΄έπειτα η ωριμότητα των  προχωρημένων ελληνικών αιώνων. Ο αρχαίος θάνατος του Θεού γυρίζει γι΄αυτούς σ΄ένα ταξίδι του στον Κόσμο των Νεκρών, όπως ο θάνατος του Βήλου για τους Βαβυλώνιους κι΄ο θάνατος του Βάαλ για τους Χαναναίους. Το ταξίδι τούτου του Διονύσου στον ΄Αδη, η Κατάβασίς του, μαρτυριέται πρώτα για την Αργολίδα. Ορισμένες ανακλητικές ιερουργίες εδώ σχετίζονται  με την Αλκυονίαν λίμνην, απ΄όπου έλεγαν οι Αργείοι, πως κατέβηκε ο Διόνυσος για ν΄ανεβάσει από τον ΄Αδη τη Σεμέλη.

                                                                       Λέρνη

Είτανε , σίγουρα, το άπατο εκείνο βάθος στην περιοχή της Λέρνας, που περιγέλασε όλες τις προσπάθειες του Νέρωνα να το μετρήσει και συμπερασματικά, η ίδια η Λερναία Λίμνη, όπου πέταξε τον Διόνυσο ο Περσέας. Το κατέβασμα του Διονύσου στον ΄Αδη, το βεβαιώνει το αντίστοιχο ανέβασμά του κ΄εδώ και σ΄άλλες  δυό περιοχές: στην Τροιζήνα και στη Ρόδο. Κωμικοποιημένη την 
" κατάβαση" του θεού την έχουμε στους "Βατράχους" του Αριστοφάνη. Εδώ ο Διόνυσος κατεβαίνει στον ΄Αδη για ν΄ανεβάσει όχι τη Σεμέλη πιά, μα ποιητή για την Αθήνα. ΄Οτι από κάποια λίμνη κατεβαίνει εδώ, το μαρτυρά ο χορός των βατράχων- σίγουρα των βατράχων του βαλτότοπου "λίμναι" , στη βορειοδυτική πλευρά της Ακρόπολης, όπου το αρχαιότερο ιερό του Διονύσου, το εν Λίμναις, που ο ποιητής τους μεταφέρει στην Αχερουσία λίμνη. Τελευταία τροπή του θανάτου του θεού είναι, απότοκο του ταξιδιού στον ΄Αδη, ένα μακρινό ταξίδι. Η Θεϊκή αθανασία νικά την παράσταση του θανάτου και της ανάστασης του θεού, γυρίζοντάς τα σ΄ένα μισεμό και γυρισμό του. Η τροπή τούτη φαίνεται νά' χει ένα πρότυπο στην ανάλογη περιπέτεια της Μεγάλης Θεάς, που η "Κάθοδος" κι " ΄Ανοδός "της γυρίζουνε σ΄ένα ταξίδι.


 Σε χρυσοδαχτυλίδι του Μόχλου παρουσιάζεται η  Θεά καθισμένη μέσα σε καράβι σε τόπο θαλασσόζωου σχηματισμένο. Στον ΄Ερυκα γιορτάζονταν τα Αναγώγια και Καταγώγια της Αφροδίτης: Τα πρώτα είναι ο μισεμός  από πελάγου της Θεάς, τα δεύτερα ο γυρισμός της. Με το όνομα Καταγώγια έχουμε μιά διονυσιακή γιορτή σε ορισμένες Ιωνικές πολιτείες. Στη γιορτή δεν προδίνεται τίποτα από τον στυγνό χαρακτήρα των τελετών του Θείου Πάθους για να πιστέψουμε κάποια καταγωγή - "κατάβαση" κι΄από την άλλη δε λείπουν οι λόγοι να την ταυτίζουμε με τα "Ανθεστήρια", που ο ερχομός του Διονύσου ( πάνω σ΄ένα τροχοφόρο καράβι) είναι κεντρικό τους στοιχείο. ΄Ετσι στα " Καταγώγια" αυτά μπορούμε να δούμε μιά γιορτή, όπου "φέρνουν πίσω" τον θεό ( κατάγειν τον Διόνυσον), αντίστοιχη σε κάποια πραγματικά ή αποθετικά, 
" Αναγώγια" , μισεμό του Θεού από πελάγου. ΄Οτι ωστόσο κάτω απ΄όλες αυτές τις τροπές αντέχει η υπεδαφική ιδέα του θανάτου του θεού, το μαρτυρά η παράδοση για τον τάφο του Διονύσου.

απόσπασμα από το βιβλίο του Παναγή Λεκατσά
"Το Θείον Δράμα"

TAΦΟΙ ΘΕΩΝ

 
Πανάγιος Τάφος
Το τοπικό κέντρο του Θείου Δράματος είναι ένας Πανάγιος Τάφος. Στη βάση του σκαλωτού πυργοναού της Βαβυλώνας ήταν ο τάφος του Βήλου- Μαρντούκ, του "Κυρίου". Στον περίβολο του ναού της Αστάρτης και τις άλλες λατρείες της Θεάς τις συνοδεύαν άλλοι του τάφοι. ΄Ενας τέτοιος φαίνεται να ήταν και το Σπήλαιο της Βηθλεέμ, όπου τον θρηνούσαν οι γυναίκες . Οι Αιγύπτιοι δείχανε τάφους των μελών του κομματιασμένου τους ΄Οσιρι σε πολλούς τόπους της χώρας. Στο βραχόβουνο ΄Αγδος, στον Πεσσινούντα της Φρυγίας, είταν ο τάφος του ΄Αττι. Η ΄Ιδη, η Δίκτυς, η Κνωσός  αξιώνανε τον τάφο του Δία στην Κρήτη . (Σε καιρούς που η αθανασία των Ολυμπίων έχει κατανικήσει την ιδέα του θανάτου των θεών, η αξίωση των Κρητών πως έχουν τον τάφο του Δία, τους στοίχισε τη φήμη του αξεπέραστου ψεύτη: η παροιμία "Κρήτες αεί ψεύσται" δεν έχει αλλού την αρχή της : και γαρ τάφον ώ άνα, σείο Κρήτες ετεκτήναντο, τη σχολιάζει ο Καλλίμαχος : συ δ΄ού θάνες, εσσί γαρ αιεί). Ο τάφος του Υακίνθου λατρευόταν στις Αμύκλες κάτου από το άγαλμα του Απόλλωνα, και στον Τάραντα, όπου ταυτίζεται με τον Απόλλωνα, δειχνόταν άλλος του τάφος. (Τάφοι θεών που δεν παρουσιάζουν τύπους θνήσκοντος θεού, χρωστιούνται στο ζήλο των Ευημεριστών, που αληθεύουν τη θεωρία τους δημιουργώντας τάφους θεών, κι΄άλλοι στον ζήλο των χριστιανών που καταγελώσι μεν των προσκυνούντων τον Δία, επεί τάφος αυτού εν Κρήτη δείκνυται, ουδέν δ΄ήττον σέβουσι των από τάφου, ουκ ειδότες πώς και καθό Κρήτες το τοιούτον ποιούσι).
 
Θόλος Ασκληπείου Επιδαύρου
' Ετσι δεν είναι αναπάντεχη η πληροφορία πως ο Διόνυσος είταν θαμένος στους Δελφούς, παρά το χρηστήριον για τον Πλούταρχο, ή παρά τον Απόλλωνα τον χρυσούν για το Φιλόροχο, που προσθέτει: βάθρον δε τι είναι υπονοείται η σορός, εν ώ γέγραπται. ενθάδε κείται θανών Διόνυσος εκ Σεμέλης. Η επιγραφή είναι φανταστική. μα η αυθεντία του Πλουτάρχου, ιερέα των Δελφών, βεβαιώνει την πληροφορία πως στο άδυτο του δελφικού ναού βρισκόνταν ένας τάφος. Οι σχετισμοί, πάλι , του δελφικού τρίποδα με τον Ζαγρέα κι΄η πληροφορία του Πλουτάρχου πως οι "΄Οσιοι, δελφικοί λειτουργοί", τελούνε μιάν "απόρρητον" θυσία κοντά στον τάφο του Διονύσου, όταν οι Θυιάδες, οι δελφικές μαινάδες, ιερουργούν την "έγερσιν" του Θείου Βρέφους, του Λικνίτου, μαρτυρούνε τάφο Θνήσκοντος Θεού που ταυτίζεται με τον Διόνυσο, τον κύριο δίπλα στον Απόλλωνα μέτοχο της δελφικής λατρείας. 
Οι μαρτυρίες είναι πολύ αργοπορημένες: Οι πρώτοι που τον αναφέρουνε, ο Δείναρχος κι ο Φιλόχορος, γράφουν ύστερα από την εκστρατεία του Αλεξάνδρου. Ο λόγος της παλαιότερης σιωπής φαίνεται να είναι ο μυστηριακός χαρακτήρας του ( παράβαλε το θυσίαν απόρρητον για τις ιερουργίες εκεί των Οσίων). Από τον 3ο όμως αιώνα και πέρα, το ρεύμα της νεοθιασικής λατρείας του Θνήσκοντος Θεού, που αναδείχνει τα στοιχεία του σωτηριακού Θείου δράματος, κι ο Ευημερισμός από την άλλη, που εκμεταλλεύεται κάθε παράδοση γύρω από τάφους θεών, συνεργούν στην κοινολόγησή του. Αξιοσημείωτος είναι ο σπηλαιϊκός χαραχτήρας του Θείου Τάφου. 
Ατόφια σπήλαια είναι ο τάφος του Δία στην ΄Ιδη, του ΄Αττι στον Πεσσινούντα, κι ο εικαζόμενος τάφος του ΄Αδωνι στη Βηθλεέμ, το σπήλαιο όπου γεννιέται το Θείο βρέφος της νέας θρησκείας. Ομοιώματα , πάλι, Σπηλαίων είναι ο τάφος του Βήλου στη Βαβυλώνα, οι τάφοι των ομόλογων θεών της Μεσοποταμίας στη βάση των πυργοναών (Ziggurats) που είναι ομοιώματα βουνών, και το άντρον  , τάφος πιθανότατα του ΄Αδωνι, που βρέθηκε κάτω από το ναό της Αστάρτης στην Ιερουσαλήμ κι ΄αναγνωρίστηκε σαν τάφος του Ιησού από την πολιτική του Κωνσταντίνου. 
 
Το σπήλαιον της γεννήσεως
Το " άδυτον " του δελφικού ναού, όπου ο τάφος του Διονύσου, είναι , όπως όλα τα " άδυτα" των ναών, υποκατάσταστο του Σπηλαίου. Ο θνήσκων θεός γεννιέται σταθερά σ΄ένα Σπήλαιο και φυσικό είναι να θάβεται μέσα στο Σπήλαιο, απ΄όπου θα ξανάρθει  στον κόσμο. ΄Εχουμε εδώ μιά προβολή του συμβολικού θανάτου μέσα στο Μυητικό σπήλαιο, όπως στη Γέννηση την προβολή του συμβολικού ξαναγεννημού του μυημένου. Από την αρχαία κατοικιακή, ταφική και μυητική λειτουργία του, το Σπήλαιο λογιέται η πύλη των Δύο Κόσμων. Αξιοσημείωτοι είναι, έτσι, κάποιοι σχετισμοί του Λαβυρίνθου με τον Θείο Τάφο. Το σχέδιο του Λαβυρίνθου βρίσκεται στο "θόλο" του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, όπου τάφος του Θεού. στον τύπο του ναού του Μαρνά, θεού της Γάζας, που παραδίνεται η μορφή του Κρηταγενούς Διός. και σε σχηματική παράσταση τύπου "σβάστικας" στο ρωμαϊκό δάπεδο της Ορχήστρας, του θεάτρου του Διονύσου, που από το θείο δράμα του ανακλαδίζεται η Τραγωδία. Ανάλογο σχέδιο λαβυρίνθου βρισκόταν στο δάπεδο του προϊουστινιάνιου ναού της Βηθλεέμ- μπροστά στο οκτάγωνο χτίσμα που σκέπαζε το "άντρον" της Θείας Γέννησης- και μεσαιωνικά σχέδια που συνοδεύουν την ιστόρηση του ταξιδιού ενός προσκυνητή  παρουσιάζουν το αρχιτεκτονικό σχήμα του ναού του Παναγίου Τάφου που χτίζεται από τον πατριάρχη Μόδεστο στα 630 μ. Χ, σε σχήμα κυκλικού Λαβυρίνθου. Ο Λαβύρινθος είναι σχηματική παράσταση του Σπηλαίου και παράσταση έτσι του δρόμου από τον ΄Εναν στον ΄Αλλο Κόσμο, καθώς είδαμε το Σπήλαιο Πύλη των Δύο Κόσμων. Στον θείο τάφο εμβληματίζει τον σπηλαιϊκό χαραχτήρα του και συμβολίζει την περιπέτεια του Θεού- τον Παγαιμό στον ΄Αλλο Κόσμο και το γυρισμό του.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Παναγή Λεκατσά "ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΔΡΑΜΑ"

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ





Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φως θα ελιχθώ προς τα πάνω όπως ένα ρυάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω ελληνικά,
επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε μεταξύ τους με μουσική.



Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στις Κροκεές Λακωνίας την 1η Ιανουαρίου 1912. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στο πατρικό του κτήμα στην Πλούμιτσα, κοντά στον Ταΰγετο και τα μαθητικά του στις Κροκεές και το Γύθειο, από το Γυμνάσιο του οποίου αποφοίτησε.
Νέος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για σπουδές -που δεν πραγματοποίησε- και άσκησε διάφορα επαγγέλματα ως ιδιωτικός υπάλληλος (1930-1938) και έπειτα ως δημόσιος υπάλληλος (1938-1947) και ως φιλολογικός συντάκτης περιοδικών και εφημερίδων.
Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 και ύστερα στην Εθνική Αντίσταση από τις γραμμές του ΕΑΜ[1].
Το 1954 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στον Πειραιά. Την περίοδο της δικτατορίας (1967-74) έζησε αυτοεξόριστος σε χώρες τηςΕυρώπης.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ενας σημαντικός σύγχρονος Έλληνας ποιητής, που διακρίνεται για τον βαθύτατο ανθρωπισμό της ποίησής του και την ιδιομορφία των εμπνεύσεών του. Ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Πήρε μέρος σε πολλά ποιητικά συνέδρια και φεστιβάλ στο Λονδίνο, στην Αχρίδα της τότε Γιουγκοσλαβίας κ.α. Τιμήθηκε με δύο Πρώτα Κρατικά Βραβεία (1940 και 1956), το Βραβείο Εθνικής Αντίστασης (1945), το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1976), με το βραβείο Ουράνη κ.ά. Το 1980 πραγματοποίησε τα αποκαλυπτήρια του μνημείου του «αγνώστου ναυτικού» στο λιμάνι του Γυθείου.
Το 1987 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ήταν κάτοικος Αθηνών (οδός Φιλολάου) και ομιλούσε Γαλλικά και Ιταλικά. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος απεβίωσε στις 4 Αυγούστου του 1991. Ο Δήμος Αθηναίων απονέμει ένα λογοτεχνικό βραβείο στη μνήμη του. Το Αρχείο του έχει δωρηθεί και σώζεται στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης.
Έργο 


 

Το κύριο έργο του Βρεττάκου είναι ποιητικό. Σε ξεχωριστούς τόμους εκδόθηκαν οι ποιητικές του συλλογές:
§ ' 'Κάτω από σκιές και φώτα (1929),
§ Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνων (1933),
§ Ο πόλεμος (1935),
§ Οι γκριμάτσες του ανθρώπου (1935),
§ Η επιστολή του Κύκνου (1937),
§ Το ταξίδι του Αρχάγγελου (1938),
§ Μαργαρίτα, εικόνες από το ηλιοβασίλεμα (1939),
§ Το μεσουράνημα της φωτιάς (1940),
§ Ηρωική Συμφωνία (1944),
§ 33 Ημέρες (1945),
§ Η παραμυθένια πολιτεία (1947),
§ Το βιβλίο της Μαργαρίτας (1949),
§ Ο Ταΰγετος και η σιωπή (1949),
§ Τα θολά ποτάμια (1950),
§ Πλούμιτσα (1951),
§ Έξοδος με το άλογο (1952),
§ Γράμμα στον Ρ. Οππενχάιμερ (1954),
§ Τα ποιήματα 1929-1951 (1956),
§ Ο χρόνος και το ποτάμι (1957),
§ Η μητέρα μου στην εκκλησία (1957),
§ Βασιλική Δρυς (1958),
§ Το βάθος του κόσμου (1961),
§ Αυτοβιογραφία (1961),
§ Εκλογή (επιλογή από τις προηγούμενες συλλογές (1965),
§ Οδοιπορία (συνολική έκδοση του ποιητικού του έργου σε 3 τόμους, 1972),
§ Διαμαρτυρία (1974),
§ Ωδή στον ήλιο (1974),
§ Το ποτάμι Μπόες και τα εφτά ελεγεία (1975),
§ Απογευματινό ηλιοτρόπιο (1976),
§ Ανάριθμα (1979),
§ Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη (1981) κ.ά.
§ Τα μυστικα ονειρα του Φαμπιου(2009)
Παράλληλα ασχολήθηκε με την πεζογραφία και την κριτική.
Σε ξεχωριστούς τόμους εκδόθηκαν τα πεζά έργα του:
§ Το γυμνό παιδί (1939),
§ Το αγρίμι (αυτοβιογραφία, 1945),
§ Δύο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου (1949),
§ Ο ένας από τους δύο κόσμους (1958),
§ Νίκος Καζαντζάκης, η αγωνία του και το έργο του (1959),
§ Οδύνη (μυθιστόρημα στα αγγλικά, Νέα Υόρκη, 1969),
§ Μπροστά στο ίδιο ποτάμι (1972),
§ Μαρτυρίες μιας κρίσιμης εποχής (1979) κ.ά.
Έγραψε επίσης μία τραγωδία με τον τίτλο Ο Προμηθέας (1978).
ΠΗΓΗ: BIKIΠAΙΔΕΙΑ

Ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος (1912-1991), γράφει ὁ Μιχαὴλ Περάνθης, εἶναι «Ποιητὴς τῆς ἐλεύθερης φαντασίας, ἀφήνεται σὲ λυρικὲς ὀνειροπολήσεις, ἄλλοτε στοὺς κανόνες τῆς μετρικῆς καί, συχνότερα, σὲ ρυθμικὴ διαδοχὴ στίχων. Ἰδιοσυγκρασία εὐαίσθητη, φύση συναισθηματικὴ καὶ γνησίως λυρική, τυλίγει τὰ γραπτά του μὲ μιὰ διάχυση τρυφερότητας, δινοντὰς τοὺς τὸ ἅπλωμα, τὸ γύρισμα καὶ τὴν ἐλαστικότητα τῆς φαντασίας του».







Το 3ο επεισόδιο της σειράς «ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΠΟΙ» παρακολουθεί τον ποιητικό λόγο του ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ και τα φυσιολατρικά σύμβολα της ποίησής του, με κυρίαρχο το βουνό του Ταΰγετου με το οποίο ο ποιητής συνδέεται ιδιαίτερα. Τονίζεται επίσης η εναργής σχέση του με τον γενέθλιο τόπο του, την Πλούμιτσα Λακωνίας, από όπου προέρχονται τα παιδικά του βιώματα και οι εικόνες που διατρέχουν τις ποιητικές του συλλογές.
Η φιλόλογος και διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΚΟΥΡΟΥ-ΧΡΟΝΗ αναλύει την έννοια της εντοπιότητας στο ποιητικό έργο του Ν. ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ, το σημαντικό ρόλο της φύσης στην αισθητική αγωγή του ποιητή, τις συμβολικές προεκτάσεις του Ταΰγετου και τη λειτουργία του ως αισθητικού και ηθικού δείκτη για τον ποιητικό του προσανατολισμό. Ο φιλόλογος και θεολόγος ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ εξετάζει τη θρησκευτικότητα στην ποίηση του ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ, τις μορφές με τις οποίες συναντάται και τη σχέση της με τις έννοιες του χριστιανισμού. Γίνεται επίσης αναφορά στις ουμανιστικές αξίες που συνδέονται με το ποιητικό του όραμα, όπως την ελευθερία, τον άνθρωπο και την αγάπη. Τέλος, για την ποίηση του Ν. ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ μιλάει ο φίλος του φιλέλληνας Γάλλος διανοούμενος ΡΟΖΕ ΜΙΛΛΙΕΞ και μεταξύ άλλων αφηγείται την ανάβαση που έκαναν μαζί σε κορυφή του Ταΰγετου περιγράφοντας τη βιωματική σχέση του ποιητή με το βουνό.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής ακούγεται η φωνή του ίδιου του ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ να απαγγέλλει ποιήματά του.


Ἀφῆστε αὐτὸν τὸν ὄμορφο κόσμο νὰ διαιωνίζεται
ἀνακυκλώνοντας τὸ αὔριο μὲς στὶς πηγές του ὅπως
τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκα ὡς ν᾿ ἀναδύεται,
κάθε πρωί, γιὰ πρώτη φορά, μὲς
ἀπ᾿ τὶς ρόδινες γάζες τῆς γέννας του.
Σβῆστε στὸν ἥλιο τὴν κακὴ φωτιά.
Μὴ μᾶς σκοτώνετε!


Τ ΌΝΟΜΑ ΣΟΥ(ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ)_
Από τη χορωδία Τρικάλων σε μουσική Τερψιχόρης Παπαστεφάνου



 


Τ' όνομά σου : ψωμί στο τραπέζι
Τ' όνομά σου : νερό στην πηγή.
Τ' όνομά σου : αγιόκλημα αναρριχόμενων άστρων.
Τ' όνομά σου : παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του Μάη.

Τ' όνομά σου : ρινίσματα ήλιου
Τ' όνομά σου : στροφή από φλάουτο τη νύχτα.
Τ' όνομά σου : στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλο.
Τ' όνομά σου : κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την 'άνοιξη πίσω τους

Τ' όνομά σου : βροχούλα στου σπορέα το μέτωπο
Τ' όνομά σου : περίσσευμα στου βοσκού την καλύβα
Τ' όνομά σου : τοπίο χωρισμένο με χρώματα
Τ' όνομά σου : δυο δρυς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες του.

Τ' όνομά σου : ένας ψίθυρος απ' αστέρι σε αστέρι
Τ' όνομά σου : ομιλία δύο ρυακιών μεταξύ τους
Τ' όνομά σου : μονόλογος ενός πεύκου στο Σούνιο
Τ' όνομά σου : ένα ελάφι βουτηγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου.

Τ' όνομά σου : ροδόφυλλο σ' ενός βρέφους το το μάγουλο
Τ' όνομά σου : πεντάγραμμο στις κεραίες των γρύλων
Τ' όνομά σου : ο Ηνίοχος στην άμαξα του ήλιου.
Τ' όνομά σου : πορεία πέντε κύκνων που σέρνουν την πούλια στα μεσούρανα

Τ' όνομά σου : Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσους.
Τ' όνομά σου : Ειρήνη στους δρόμους των πόλεων
Τ' όνομά σου : Ειρήνη στις ρότες των πλοίων
Τ' όνομά σου : ένας άρτος, βαλμένος στην άκρη της γης που περίσσεψε

Τ' όνομά σου : αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα.
Τ' όνομά σου : αλληλούια πάνω στο Έβερεστ

"ΠΙΚΡΑΜΕΝΟΣ ΑΝΑΧΩΡΗΤΗΣ"
Στίχοι: Νικηφόρος Βρεττάκος
Μουσική: Παναγιώτης Κωνσταντακόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Μαρία Δημητριάδη



 

Όλα τα χρόνια που έλειπα
ξέρεις για σένα γύριζα
έψαχνα να βρω το τριαντάφυλλο
που άλλος κανένας
δεν θα μπορούσε να σου δώσει
τι βουνά τι ερήμους
και τι θάλασσες επέρασα
τι βροχές μου αυλάκωσαν το μέτωπο
τι αρμύρες με παιδέψαν
πότε κανείς δεν θα το μάθει..

Έστυψα την καρδιά μου
σε άγιο δισκοπότηρο
και μέσα εκεί φύτρωσε
ωραίο τριαντάφυλλο το καθαρό
σαν της Λαμπρής το λυκαυγές
βάλτο στη ζώνη στο στήθος σου
ή στα μαλλιά σου θα σου παγαίνει
όπως πηγαίνει κάθε πρωί
στον κόσμο ο ήλιος θα σου πηγαίνει.


ερμηνεία Βασίλης Σκουλάς
Μουσική Παναγιώτης Κωνσταντακόπουλος



 

Θα φύγω σε ψηλό βουνό, σε ριζιμιό λιθάρι
να στήσω το κρεβάτι μου κοντά στη νερομάνα
του κόσμου που βροντοχτυπούν οι χοντρές φλέβες του ήλιου,
ν' απλώσω εκεί την πίκρα μου, να λιώσει όπως το χιόνι.

Μην πιάνεσαι απ' τους ώμους μου και στριφογυρίζεις
άνεμε!
φεγγαράκι μου!
Καλέ μου!
Αυγερινέ μου!

Φέξε το ποροφάραγκο! Βοήθα ν' ανηφορίσω!
Φέρνω ζαλιά στις πλάτες μου τα χέρια των νεκρών!
Στη μια μεριά έχω τα όνειρα, στην άλλη τις ελπίδες!
Κι ανάμεσα στις δυο ζαλιές το ματωμένο στέφανο!

Μη με ρωτάς καλέ μου αϊτέ, μη με ξετάζεις ήλιε μου!
Ρίχτε στο δρόμο συννεφιά να μη γυρίσω πίσω!

Κοιτάχτηκα μες στο νερό, έκατσα και λογάριασα,
ζύγιασα το καλό και το κακό του κόσμου. Κι αποφάσισα,
να γίνω το μικρότερο αδερφάκι των πουλιών!


 ΜΙΑ ΜΥΓΔΑΛΙΑ

Μιά Μυγδαλιά από τον δίσκο Ελεύθεροι πολιορκημένοι της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου -Σόλο μπουζούκι Στέλιος Ζαφειρίου
Τραγουδά η Δανάη Μπαραμπούτη&Χορωδία Τρικάλων


 
Μιὰ μυγδαλιὰ καὶ δίπλα της,
ἐσύ. Μὰ πότε ἀνθίσατε;
Στέκομαι στὸ παράθυρο
καὶ σᾶς κοιτῶ καὶ κλαίω.

Τόση χαρὰ δὲν τὴν μποροῦν
τὰ μάτια.
Δός μου, Θεέ μου,
ὅλες τὶς στέρνες τ' οὐρανοῦ
νὰ στὶς γιομίσω.

ΟΛΟΝΥΧΤΙΑ
από την συλλογή «Το βάθος του Κόσμου»
Μελοποίηση και ερμηνεία: Γιώργος Καγιαλίκος
Πιάνο: Νεοκλής Νεοφυτίδης
Φλάουτο & Φλάουτο άλτο: Παναγιώτης Δράκος
Ενορχήστρωση: Γιώργος Καγιαλίκος




 

Δε με κατάλαβες όλη τη νύχτα
ήμουνα πλάϊ σου, προσπαθούσα να κλείσω
τα παράθυρα, πάλευα -- όλη τη νύχτα.
Ο αγέρας επέμενε.
Άπλωσα τότε
τις παλάμες μου πάνω σου σαν
δυό φύλλα ουρανού, και σε σκέπασα.
'Έπειτα βγήκα στον εξώστη και κοίταζα
δίχως χέρια τον κόσμο.



ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ
Συναυλία της Πηγής Λυκούδη στο Μ.Μ.Α.Απαγγέλει ο Γιάννης Φέρτης,ερμηνεύει η Ελένη Πέτα.Τη καμεράτα διευθύνει ο Αλέξανδρος Μυράτ.



 



Είδα στον ύπνο μου, απόψε, πως μίκρυνες
Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο, φρέσκο, σαν άκοπο
Σ’ είχα στο χέρι μου, τάχα, και πήγαινα, πήγαινα
Πού να σε βάλω;
Όλη η γης είναι στήθος μου
Πέρασα κι άφησα δεξιά τον Ταΰγετο
Στάθηκα μόνο, τον κοίταξα λίγο
Και πήρα το δρόμο μου πάλι και πήγαινα, πήγαινα
Πού να σε βάλω;
Όλη η γης είναι στήθος μου

Γράμμα στὸν ἄνθρωπο τῆς πατρίδας μου
...Μὴν μὲ μαρτυρήσεις!
Καὶ προπαντὸς νὰ μὴν τοῦ πεῖς πὼς μ᾿ ἐγκατέλειψεν ἡ ἐλπίδα!
Καθὼς κοιτᾷς τὸν Ταΰγετο, σημείωσε τὰ φαράγγια
ποὺ πέρασα. Καὶ τὶς κορφὲς ποὺ πάτησα. Καὶ τὰ ἄστρα
ποὺ εἶδα. Πές τους ἀπὸ μένα, πές τους ἀπὸ τὰ δακρυά μου,
ὅτι ἐπιμένω ἀκόμη πὼς ὁ κόσμος
εἶναι ὄμορφος!

ΞΕΝ.ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟ

Κατά τη εξέλιξη του συμποσίου του Καλλία προς τιμή του παγκρατιαστή Αυτόλυκου (βλ. και ΞΕΝ Συμπ 2.24–2.27), ο καθένας από τους συνδαιτημόνες κλήθηκε να κατονομάσει κάτι για το οποίο ένιωθε υπερήφανος.
Η παραβολη του φτωχού και του πλούσιου,

Lodovico Pozzoserrato



Ο δε Καλλίας είπε: «Σειρά σου είναι, Χαρμίδη, να λέγης διατί υπερηφανεύεσαι δια την πενίαν σου». «Όλοι βεβαίως συμφωνούν εις το ότι ανώτερον είναι να έχη κάνεις θάρρος παρά να φοβήται και να είναι μάλλον ελεύθερος παρά δούλος και να τον περιποιούνται μάλλον παρά αυτός να περιποιήται άλλους και να τον εμπιστεύεται η πατρίς μάλλον παρά να δυσπιστεί προς αυτόν. Εγώ λοιπόν εις αυτήν την πόλιν, όταν μεν ήμην πλούσιος, πρώτα μεν εφοβούμην.μήπως κανείς μου ανοίξη την οικίαν και κλέψη τα χρήματα και εμέ τον ίδιον κακοποίηση· έπειτα δε και τους συκοφάντας επεριποιούμην, διότι εγνώριζα ότι ήμην ικανός μάλλον να κακοποιηθώ απ' αυτούς παρά να τους βλάψω· αλλά και να εξοδεύω εκάστοτε με διέτασσεν η πόλις, δεν επέτρεπε δε να ταξιδεύω πουθενά. Ενώ τώρα, επειδή και τα μακράν της πόλεως κτήματά μου εστερήθην και τα εγχώρια δεν τα εκμεταλλεύομαι και τα οικιακά μου πράγματα έχω πωλήσει, ευχάριστα μεν εξαπλώνομαι και κοιμώμαι, αξιόπιστος δ' έγινα εις την πόλιν, δεν με φοβερίζουν πλέον, αλλά μάλλον εγώ φοβερίζω, ως ελεύθερος δε έχω άδειαν και να ταξιδεύω και να μένω εις την πόλιν∙ μου προσηκώνονται δε πλέον οι καθήμενοι πλούσιοι και μου κάμνουν τόπον να περάσω εις τους δρόμους· και τώρα μεν ομοιάζω προς τύραννον, ενώ τότε ολοφάνερα ήμην δούλος. Και τότε μεν εγώ εις τον δήμον κατέβαλλα φόρον, ενώ τώρα η πόλις αυτή δαπανά και με τρέφει. Αλλά και διότι συνανεστρεφόμην τον Σωκράτην όταν ήμην πλούσιος με ύβριζαν, ενώ τώρα, αφού έγινα πτωχός, τίποτε πλέον κανένα δεν τον μέλει. Εν τούτοις, όταν μεν είχα περιουσίαν, πολλάκις έχανα και κάτι είτε εξ αιτίας της πόλεως είτε και εκ τύχης∙ ενώ τώρα τίποτε δεν χάνω, διότι ουδέ έχω τίποτε, πάντοτε δε κάτι ελπίζω να λάβω». «Και εύχεσαι δια τούτο ―είπεν ο Καλλίας― ποτέ να μη πλουτήσης και αν καλόν όνειρον ίδης θυσιάζεις εις τους αποτρόπαιους θεούς;» «Όχι βέβαια, αυτό εγώ δεν το κάμνω, αλλά και με πολύν κίνδυνον υπομένω, αν από πουθενά ελπίζω κάτι να λάβω». 
«Αλλά συ, Αντισθένη, είπεν ο Σωκράτης, έλα λοιπόν πάλιν και λέγε μας, πώς με τόσην ολίγην περιουσίαν υπερηφανεύεσαι δια τον πλούτον σου». «Διότι νομίζω, φίλοι μου, ότι οι άνθρωποι τον πλούτον και την πενίαν έχουν όχι εις την οικίαν, αλλ' εις τας ψυχάς των· επειδή βλέπω πολλούς μεν ιδιώτας, οι οποίοι ενώ έχουν πολλά χρήματα τόσον πτωχοί νομίζουν ότι είναι, ώστε αναλαμβάνουν παντός είδους κόπους και κίνδυνους, δια ν' αποκτήσουν περισσότερα. Γνωρίζω δε και αδελφούς, οι οποίοι κληρονομήσαντες ίσην περιουσίαν, ο μεν εξ αυτών έχει και όσα του είναι αρκετά εις την ζωήν και περίσσευμα από τα έξοδά του, ενώ ο άλλος στερείται απ' όλα. Μανθάνω δε ότι και μερικοί τύραννοι τόσην δίψαν έχουν χρημάτων, ώστε φέρονται χειρότερα από τους πλέον απόρους, διότι, ως γνωστόν, εξ αιτίας της ενδείας άλλοι μεν κλέπτουν, άλλοι δε γίνονται τοιχωρύχοι, άλλοι κάμνουν απαγωγάς, ενώ υπάρχουν μερικοί τύραννοι, οι οποίοι ολοκλήρους πόλεις δια χρήματα υποδουλώνουν. 

John William Waterhouse,Διογένης
Τούτους λοιπόν εγώ και πολύ τους λυπούμαι δια την βαρυτάτην ασθένειάν των, επειδή μου φαίνεται ότι πάσχουν ό,τι και ο τρώγων πολλά αλλά, ο οποίος ποτέ δεν χορταίνει. Ενώ εγώ τόσα πολλά έχω, ώστε και ο ίδιος δύσκολα τα ευρίσκω· και όμως κατορθώνω και να φάγω τόσον ώστε να πεινώ, και να πίνω τόσον ώστε να διψώ, και να ενδύωμαι ώστε έξω μεν να μη κρυώνω περισσότερον τούτου εδώ του πλουσιωτάτου Καλλίου· όταν δε ευρεθώ εις την οικίαν μου πολύ ζεστά επανωφόρια μου φαίνονται ότι είναι οι τοίχοι, πολύ δε παχείαι εφεστρίδες οι όροφοι, στρώμα δε τόσον αρκετόν έχω, ώστε δυσκολεύομαι και να το σηκώσω∙ αν δε ποτέ το σώμα μου και της αφροδίτης αισθανθή την ανάγκην, τόσον αρκετή είναι η παρούσα κατάστασίς μου, ώστε όσας πλησιάσω υπερβολικά με περιποιούνται, διότι κανείς άλλος δεν δέχεται να τας πλησιάζη. Και όλα αυτά εν τούτοις τόσον μου φαίνονται ευχάριστα, ώστε με την εκτέλεσιν του καθενός εξ αυτών δεν θα ηυχόμην να δοκιμάζω μεγαλυτέραν ευχαρίστησιν, αλλά μάλλον ολιγωτέραν. Τόσον περισσότερον παρ' όσον συμφέρει ευχάριστα νομίζω ότι είναι μερικά εξ αυτών. Το δε αξιολογώτερον από όλα του πλούτου μου τα κτήματα θεωρώ το εξής: ότι δηλαδή αν κανείς ήθελε μ' αφαιρέσει και όσα τώρα έχω, δεν βλέπω ποίον εξευτελισμένον επάγγελμα δεν θα μου επρομήθευεν αρκετήν τροφήν, και όταν θελήσω να καλοπεράσω, δεν αγοράζω τα πολυτελή εκ της αγοράς, διότι εκεί είναι ακριβά, αλλά τα προμηθεύομαι εκ της ψυχής· και δια να ευχαριστηθώ μεγαλυτέρα διαφορά υπάρχει, όταν περιμείνω να παρουσιασθή ανάγκη και τότε πλησιάσω, παρά όταν μεταχειρίζωμαι κάποιο ακριβόν πράγμα, όπως και τώρα τον Θάσιον αυτόν οίνον, ευρισκόμενον εμπρός μου, τον πίνω χωρίς να διψώ. Είναι δε άλλως και πολύ δικαιότεροι φυσικά οι επιδιώκοντες την οικονομίαν μάλλον παρά την πολυχρηματίαν. Επειδή όσοι αρκούνται εις όσα έχουν τώρα διόλου δεν επιθυμούν τα ξένα. Αξίζει δε να εννοήση κανείς ότι ο τοιούτος πλούτος κάμνει και ελευθερίους τους ανθρώπους. Διότι και ο Σωκράτης εδώ, από τον οποίον τον πλούτον τούτον απέκτησα, ούτε πολλά ούτε βαριά μου έδιδε, αλλά, όσα ηδυνάμην να φέρω, τόσα μου παρέδιδε, και εγώ τώρα δεν αρνούμαι εις κανένα, αλλ' εις όλους τους φίλους και την αφθονίαν των όσα έχω παρουσιάζω και μεταδίδω από τον ψυχικόν μου πλούτον εις όποιον επιθυμεί· ακόμη δε και το αβρότατον κτήμα, την ελευθερίαν, βλέπετε ότι πάντοτε την έχω, ώστε και τα αξιοθέατα πράγματα να βλέπω και τα αξιάκουστα ν' ακούω και, το πολυτιμότερον δι' εμέ πράγμα, να έχω καιρόν να συναναστρέφωμαι όλην την ημέραν τον Σωκράτην, ο οποίος θαυμάζει όχι τους έχοντας πολύν χρυσόν, αλλ' όσοι του αρέσουν τούτους πάντα συναναστρέφεται». Αυτός λοιπόν τοιουτοτρόπως ωμίλησεν.
........................................
 Μτφρ. Α.Ν. Διαμαντόπουλος. [1937] 1975. Ξενοφώντος Συμπόσιον. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.
http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/corpora/anthology /content.html?t=483&m=2 ημερομηνία πρόσβασης 24/4/2013

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

ΗΣΙΟΔΟΣ, ΤΑ ΓΕΝΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Eάν όμως θέλης και άλλο λόγο θα σου διηγηθώ με τρόπο όμορφο και δεξιοτεχνικό. κι εσύ βάλ΄τον καλά μέσα στο μυαλό σου. Ότι μαζί γεννήθηκαν θεοί και άνθρωποι θνητοί.

Joachim Wtewael, 1605, TO ΧΡΥΣΟ ΓΕΝΟΣ

Πρώτα- πρώτα, οι αθάνατοι που κατοικούν στα Ολύμπια παλάτια, δημιούργησαν το χρυσό γένος των ομιλούντων ανθρώπων. Αυτοί υπήρχαν την εποχή όπου στα ουράνια βασίλευε ο Κρόνος. Ως θεοί, ζούσαν, έχοντας ξέγνοιαστη ψυχή, χωρίς κάνενα κόπο και βάσανα. κι ούτε του έυρισκαν τα φοβερά γηρατειά, αλλά πάντοτε, με πόδια και χέρια νεανικά, διασκέδαζαν σε συμπόσια, έξω απ΄όλες τις συμφορές και πέθαιναν σαν να τους έπαιρνε ο ύπνος. Και είχαν απ΄όλα τα καλά. η ζωοδότρα γη έφερνε από μόνη της καρπούς, πολλούς και άφθονους κι εκείνοι, με συνείδηση και πραότητα, μοιράζονταν τα έργα τους μέσα στα πολλά αγαθά. Πλούσιοι σε πρόβατα και αγαπητοί στους μακάριους θεούς. ΄Οταν όμως αυτό το γένος το εσκέπασε η γη, εκείνοι έγιναν πνεύματα θεϊκά, διότι έτσι το θέλησε ο μέγας Ζευς. είναι αγαθοί, βρίσκονται πάνω στη γή, φύλακες των θνητών ανθρώπων και παρακολουθούν το δίκαιον και τα απάνθρωπα έργα, με σώμα αέρινο, παντού γυρνώντας σ΄ολόκληρη τη γη, και μοιράζοντας πλούτη . Αυτό είναι το βασιλικό αξίωμα που κατέχουν.


Lucas Cranach the Elder, c. 1527-35,TO TEΛΟΣ ΤΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥ ΓΕΝΟΥΣ

΄Υστερα, αυτοί που κατοικούν στα Ολύμπια παλάτια, εδημιούργησαν δεύτερο γένος, κατώτερο από το πρώτο, το ασημένιο, αλλά ούτε στο σώμα ούτε στον νού έμοιαζε με το χρυσό. Εκατό χρόνια ανατρεφόταν το παιδί πλάι στη στοργική του μητέρα, με το μυαλό μικρού παιδιού, παίζοντας μέσα στο σπίτι. Αλλ΄όταν έμπαινε στην εφβεία και στην ακμή της ήβης, έφθανε, λίγο καιρό ζούσε πιά υποφέροντας απ΄την ανοησία του. Γιατί δεν μπορούσαν, την αλαζονεία να κρατήσουν μακριά ο ένας απ΄τον άλλον, ούτε ήθελαν να λατρεύουν τους θεούς, κι ούτε να προσφέρουν θυσίες πάνω στους ιερούς βωμούς των μακαρίων, όπως είναι καθιερωμένο στους ανθρώπους κατά τα έθιμά τους. Αυτούς λοιπόν έπειτα, τους εσκέπασε ο Ζεύς, ο γυιός του Κρόνου, χολωμένος , επειδή δεν απέδιδαν τιμές στους μακαρίους θεούς που κατέχουν τον ΄Ολυμπο. ΄Οταν όμως και αυτό το γένος το εσκέπασε η γη, αυτοί ονομάσθηκαν μακάριοι και υποχθόνιοι θνητοί, δεύτεροι στην ιεραρχία, έχοντας όμως την τιμή αυτή να τους ακολουθή.


ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, Wikimedia Commons.,Thesupermat
                         Trésor de Blanot musée archéologique Dijon France

Και ο Ζευς ο πατέρας, εδημιούργησε άλλο, τρίτο γένος ανθρώπων που μπορούσαν να ομιλούν, το χάλικινο, που δεν έμοιαζε σε τίποτε με το ασημένιο, από μελιά, φοβερό και δυνατό. Τους ενδιέφεραν μόνο τα έργα του ΄Αρη, που φέρνουν θλίψεις και αλαζονεία. Δεν έτρωγαν καθόλου ψωμί, στα στήθεια τους είχαν σκληρή ψυχή, σαν το διαμάντι, κι ήταν απρόσιτοι. είχαν μεγάλη δύναμι, κι ακαταμάχητα χέρια φύτρωναν από τους ώμους στα στιβαρά τους μέλη. Τα όπλα τους ήταν χάλκινα και χάλκινα τα σπίτια τους και όλα τα έφτιαχναν από χαλκό, καθώς ο μαύρος σίδηρος δεν υπήρχε . Μα και αυτοί από τα ίδια τους τα χέρια σκοτωμένοι, κατέβηκαν άσημοι και άγνωστοι στην μουχλιασμένη κατοικία του παγερού του ΄Αδη. κι ήρθεν ο μαύρος Θάνατος, έστω κι  αν ήσαν φοβεροί  και το λαμπρό φως του ΄Ηλιου άφησαν ξοπίσω τους.

Ο Αχιλλέας σέρνει τον νεκρό Έκτορα στο άρμα του. Μελανόμορφη λήκυθος, 490 π.Χ. από την Ερέτρια. Μουσείο του Λούβρου
                         

΄Οταν όμως και αυτό το γένος το εσκέπασε η γη, άλλο γένος πάλι, το τέταρτο, πάνω στην Γαία, την πολυθρέφτρα, δημιούργησε ο Ζευς, ο γιός του Κρόνου, πιό δίκαιο και  πιό ανδρείο, το θείο γένος των ηρώων ανδρών, που ονομάζονται ημίθεοι, το προηγούμενο γένος από εμάς, πάνω στην απέραντη γη. ΄Ομως αυτούς τους αφάνισε ο άθλιος ο πόλεμος και οι σκληρές οι μάχες, άλλους στη Θήβα μπροστά, την επτάπυλη, τη γή του Κάδμου, καθώς πολεμούσαν για τα κοπάδια του Οιδίποδα, κι άλλους όταν τους έφερε με τα πλοία στην Τροία, επάνω απ΄την απύθμενη θάλασσα, για χάρη της Ελένης της ομορφομάλλας. Εκεί άλλους το τέλος του θανάτου τους εκάλυψε και άλλους , ο πατέρας Ζευς, ο γυιός του Κρόνου, αφού τους έδωσε κατοικία και τα μέσα για να ζήσουν, τους εγκατέστησε χωριστά απ΄τους ανθρώπους στα πέρατα της γης. Και αυτοί κατοικούν έχοντας ξέγνοιαστη καρδιά, στα Νησιά των Μακάρων, κοντά στο βαθυστρόβιλο Ωκεανό, ήρωες ευτυχείς, στους οποίους τρεις φορές τον χρόνο , δίνει γλυκούς καρπούς η ζωοδότρα γή. Μακρυά από τους αθανάτους, σ΄αυτούς βασιλεύει ο Κρόνος. Διότι τον  απελευθέρωσε ο πατέρας των θεών και ανθρώπων. Κι έδωσε και σ΄αυτούς, που βρίσκονται στα πέρατα του κόσμου, τιμή και δόξα.

 
Virgil_Solis, Σιδηρούν γένος


΄Επειτα πάλι, έπλασεν ο παντεπόπτης Ζευς, άλλο γένος ανθρώπων, το πέμπτο, που γεννήθηκε πάνω στην πολυθρέφτα γή.
΄Αχ! μακάρι να μην γεννιόμουνα τώρα εγώ, στην πέμπτη γενιά των ανθρώπων, αλλά ή πρωτύτερα να πέθαινα, ή αργότερα να γεννιόμουν. Γιατί τώρα ζη το σιδερένιο γένος κι ούτε την ημέρα παύουν ο κάματος και τα βάσανα, ούτε την νύχτα σταματούν να αφανίζονται οι άνθρωποι. Γιατί οι θεοί τους δίνουν έγνοιες δυσβάστακτες. Παρ΄όλ΄αυτά και σ΄αυτούς τα καλά θα είναι ανακατεμένα με τα κακά. Αλλά ο Ζευς θα εξολοθρεύση κι΄αυτήν τη γενιά των θνητών ανθρώπων, τότε, όταν αρχίσουν να γεννιούνται με λευκούς κροτάφους. Ούτε ο πατέρας θα μοιάζη  με τα παιδιά του, αλλά ούτε και τα παιδιά με τον πατέρα τους. Ούτε ο ξένος θα είναι αγαπητός σ΄αυτόν που τον φιλοξενεί, ούτε ο φίλος στον φίλο κι ούτε ο αδελφός στον αδελφό, όπως ήταν πρώτα. Κι ακόμη, όταν γεράσουν οι γονείς, τα παιδιά τους δεν θα τους τιμούν. Και θα τους βρίζουν με λόγια βαρειά, οι ανόητοι, καθώς δεν θα γνωρίζουν την θεία τιμωρία. Κι ούτε θ΄ανταποδίδουν στους γέρους γονιούς τους , όσα αυτοί εξόδεψαν για την ανατροφή τους. Θα παίρνουν στα χέρια τους το δίκαιο κι ο ένας την πόλι του άλλου θα αφανίζη. Καμμιά τιμή δεν θα έχη πιά, αυτός που σέβεται τον όρκο του, ούτε ο δίκαιος, ούτε ο αγαθός και περισσότερο θα τιμήσουν οι άνρθωποι τον κακούργο και τον υβριστή. Το δίκαιο θα βρίσκεται στην δύναμι των χεριών  κι ο σεβασμός δεν θα υπάρχη. Και θα βλάπτη ο κακός τον άνδρα τον γενναιότερο με λόγια άδικα, για τα οποία θα παίρνη και όρκο. Κι΄όλους τους αξιολύπητους ανθρώπους, θα τους ακολουθή ο φθόνος ο κακόγλωσσος, ο κακεντρεχής, με την όψι την τρομερή. Και τότε, η Αιδώς και η Νέμεσις θα παρατήσουν την πλατειά γή και κρύβοντας με τα λευκά τους πέπλα την πανέμορφη μορφή τους, θα φύγουν προς τον ΄Ολυμπο, να σμίξουν με τους αθανάτους, εγκαταλείποντας τους ανθρώπους. Για τους θνητούς θα μείνουν μόνο οι άθλιες θλίψεις. Και για το κακό αυτό δεν θα υπάρχη γιατρειά.
..................................
ΗΣΙΟΔΟΣ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ 
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ :ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΟΝΙΔΕΛΛΗΣ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΑ ΗΣΙΟΔΕΙΑ ΓΕΝΗ 

ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΗΣΙΟΔΕΙΑ ΓΕΝΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ




«Δε βάσταξες, αγάπη μου, στο δύσκολο ανηφόρι / κουράστηκες, παραπατάς, / παλεύεις με την παγωνιά και με το ξεροβόρι, / ωσότου, τέλος, σταματάς. / Γυναίκα εγώ, και σύρθηκα ψηλότερα από σένα, / κι ακόμα βλέπεις, προχωρώ, / σαν τα πουλιά που επίμονα τραβάνε για τα ξένα, / και με σπασμένο το φτερό…»



Η Θεώνη Δρακοπούλου (1885- 4 Αυγούστου 1968) ήταν ηθοποιός και ποιήτρια, γνωστή και με το ψευδώνυμο Μυρτιώτισσα.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1885, στο προάστιο Μπεμπέκι. Ο πατέρας της, Αριστομένης Δρακόπουλος, ήταν γιος της Θεώνης Καλαμογδάρτη και εγγονός του Ανδρέα Καλαμογδάρτη , γόνου αρχοντικής Πατρινής οικογένειεας. Υπηρετούσε στην Κωνσταντινούπολη ως πρώτος διερμηνέας της Ελληνικής Πρεσβείας .

Το ποιητικό έργο της Μυρτιώτισσας κυριαρχείται από έντονο λυρισμό, ενώ συχνά θέματά της είναι η φύση και το δίπτυχο έρωτας-θάνατος. Σημαντική για τη ζωή της στάθηκε επίσης η βαθιά φιλία που τη συνέδεε με τον Κωστή Παλαμά, ο οποίος στάθηκε καθοδηγητής της. Εξέδωσε τα ποιητικά έργα «Τραγούδια» (1919), «Κίτρινες φλόγες» (1925) (με πρόλογο του Κ. Παλαμά, 1925), «Δώρα αγάπης» (1932, Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών) και «Κραυγές» (1939, Κρατικό Βραβείο) ενώ το 1953 κυκλοφόρησε ένα συγκεντρωτικό έργο με τίτλο «Ποιήματα». Επίσης, μετά τον πρόωρο χαμό του γιου της, το 1958, έγραψε το χρονικό «Ο Γιώργος Παππάς στα παιδικά του χρόνια» που εκδόθηκε το 1962. Τιμήθηκε με κρατικά βραβεία ποίησης (το 1932 για τα 'Δώρα της αγάπης' και το 1939 για τις 'Κραυγές'). Πηγή: BIKΙΠΑΙΔΕΙΑ
                                      


 Στο γιο μου
( Ο γιός της ήταν ο Γιώργος Παππάς , διάσημος ηθοποιός της εποχής, ο οποίος απεβίωσε δέκα χρόνια πριν το θάνατό της. ΄Ενα γράμμα προς τη μητέρα του στο τέλος της δημοσίευσής μας )

Ω γιε μου εσύ! μοναχογιέ, που ίσαμε χτες ακόμα
μου ζέσταινες τα γόνατα με μικρό σου σώμα.
τώρα μού ανοίγεις τα φτερά και φεύγεις μακριά μου
κι αφήνεις το σπιτάκι μας κι αφήνεις τα φιλιά μου.
Τι γρήγορα μεγάλωσες! και πως να το πιστέψω
πως ήρθε κιόλας ο καιρός για να σε ξενιτέψω,
εσέ, που λίγο να στραφεί στα πίσω ο λογισμός μου,
σε βλέπω να γοργοπερνάς αδιάκοπα από μπρος μου
με το αναμμένο, απ’ το τρεχιό, γλυκό σου προσωπάκι
και το κοντούλι, ναυτικό, λινό φορεματάκι.
Και τώρ’ ακόμα, ψάχνοντας με δακρυσμένα μάτια,
της παιδικής ζωούλας σου ξεθάβω τα κομμάτια.
Και βρίσκω βόλους με χαρτιά μαζί και με βιβλία,
και βρίσκω από το χέρι σου ζωγραφισμένα πλοία,
τα πλοία που ελαχτάριζες μακριά για να σε φέρουν
στις χώρες που είναι όνειρο, στις χώρες που μαγεύουν
κάθε παιδιού τη νέα καρδιά, που όλο ποθεί και θέλει
να ιδεί, ν’ αγγίξει, να γευτεί της γης όλο το μέλι!
Την άγια θύρα της ζωής τρεμάμενη σου ανοίγω
και κρύβω τη λαχτάρα μου, και τον καημό μου πνίγω.
Μα είναι μεγάλος μου ο καημός, κι είναι πικρή η ψυχή μου…
Ω διάφανο αγριολούλουδο βγαλμένο απ’ την πνοή μου,
μονάχα εσύ, φωτίζοντας βαθιά τη σκοτεινιά μου,
το νεκρωμένο εξύπναγες παλμό μες στην καρδιά μου.
Τώρα σε χάνω, αμίλητη, αδάκρυτη και μόνη, βλέπω τη νύχτα να ’ρχεται βαριά και να με ζώνει…


Σ΄ΑΓΑΠΩ

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ερμηνεία Φλέρυ Νταντωνάκη 







(γραμμένο για τον Λορέντζο Μαβίλη, τον οποίο ερωτεύθηκε με πάθος και του οποίου τον χαμό δεν ξεπέρασε ποτέ)









Σ’ αγαπώ, δεν μπορώ
Τίποτ’ άλλο να πω
Πιο βαθύ, πιο απλό
Πιο μεγάλο!

Μπρος στα πόδια σου εδώ
Με λαχτάρα σκορπώ
Τον πολύφυλλο ανθό
Της ζωής μου

Τα δυο χέρια μου, να...
Στα προσφέρω δετά
Για να γείρεις γλυκά
Το κεφάλι

Κι η καρδιά μου σκιρτά
Κι όλη ζήλια ζητά
Να σου γίνει ως αυτά
Προσκεφάλι

Ω μελίσσι μου, πιες
Απ’ αυτόν τις γλυκές
Τις αγνές ευωδιές
Της ψυχής μου!

Σ’ αγαπώ τι μπορώ
Ακριβέ να σου πω
Πιο βαθύ, πιο απλό
Πιο μεγάλο;

ΕΡΩΤΑΣ ΤΑΧΑ

Μουσική: Γιάννης Σπανός 
Ερμηνεία: Πόπη Αστεριάδη

Έρωτας τάχα να ’ν’ αυτό
που έτσι με κάνει να ποθώ
τη συντροφιά σου,
που σαν βραδιάζει, τριγυρνώ
τα φωτισμένα για να δω
παράθυρά σου;

Έρωτας να ’ναι η σιωπή
που όταν σε βλέπω, μου το κλει
σφιχτά το στόμα,
που κι όταν μείνω μοναχή,
στέκω βουβή κι εκστατική
ώρες ακόμα;

Έρωτας να ’ναι ή συμφορά,
με κάποιου αγγέλου τα φτερά
που έχει φορέσει,
κι έρχετ’ ακόμη μια φορά
με τέτοια δώρα τρυφερά
να με πλανέσει;

Μα ό,τι και να ’ναι, το ποθώ,
και καλώς νά ’ρθει το κακό
που είν’ από σένα·
θα γίνει υπέρτατο αγαθό,
στα πόδια σου αν θα σωριαστώ
τ’ αγαπημένα.


Το ίδιο  ποίημα  σε μουσική Σταμάτη Κραουνάκη

 


ΠΑΘΟΣ

Μουσική:  Γιάννης Σπανός
Ερμηνεία : Aλέκα Μαβίλη



Ω! τα μάτια, τα μάτια σου
που όλο χρώματ’ αλλάζουν,
με γητεύουν τα μάτια σου
και βαθιά με σπαράζουν.

Μες στα χέρια τα χέρια σου
τα γερά, τ’ ατσαλένια,
τρεμουλιάζουν τα χέρια μου
σαν πουλιά λαβωμένα!

Και το σώμα, το σώμα σου,
νευρικό κι ανδρειωμένο,
πώς το λιώνει το σώμα μου
το βαριά κουρασμένο.






Voluptas


Μουσική -Ερμηνεία: Νένα Βενετσάνου

Δίσκος: Το κουτί της Πανδώρας ~ (1984, Lyra)

 


Ελάτε, ο κόσμος όλος είμαι εγώ!
μες απ' τα χρυσοκόκκινα μαλλιά μου,
απ' τη ματιά κι' από τα δάχτυλά μου
της ηδονής πετιέται το στοιχειό.
Ελάτε ο κόσμος όλος είμαι εγώ.

Όμως αγάπη μη γυρεύετ' από μένα
Δε θα με ιδήτε μπρος σας να λυγίσω
και πάνε τα τραγούδια σας χαμένα

Μέσα μου άγριες νιώθω επιθυμιές!
και τις ερωτευμένες σας καρδιές
πως θα 'θελα να μπόρεια να μασήσω
με τα λευκά μου δόντια τα γερά,
σα φρέσκα μυγδαλάκια τραγανά,
και τον αιμάτινο χυμό τους να ρουφήξω!

Δάκρυα δε θέλω, δάκρυα δε θέλω δε ζητώ
παρά φωτιά για τη φωτιά μου,
τα σαρκικά φιλιά μου,
στόμα που στάζει φλόγα να γευτεί

Ω! τι με νοιάζει τότες κι' αν κοπεί
το νήμα απ' της Μοίρας μου τ' αδράχτι,
αφού θα νοιώθω πως από Ηδονή
θα σκορπιστεί το είναι μου σε στάχτη ....



 ENA KAΡΑΒΙ ΠΕΡΑΣΕ 
ΜΟΥΣΙΚΗ: Ηλίας Αριώτης (ΞΕΜΠΑΡΚΟΙ)




Αθόρυβα, σιγά, συρτά
σαν από κούραση βαριά
πάνω απ τ'ακύμαντα νερά
γλιστρά στη νύχτα ένα καράβι

Κάποτε σκίζει τη σιωπή
το μακρυσμένο σφύριγμα του
κι είναι ένα σφύριγμα ξερό
κι είναι σαν ένα μήνυμα θανάτου

Ωραίο καράβι του παραμυθιού
τα πέλαγα τα σπάζεις
πως της φυγής τον πόθο μου ξυπνάς
χιμαιρικό καράβι που μου μοιάζεις

Για να μπορέσω μαζί σου να σμιχτώ
να γίνω ένα κομμάτι απ την ψυχή σου
μπροστά σου εδώ το ανθρώπινο μου βήμα
το κουρελιάζω το πετώ στο κύμα

Πρόβαλε απ τα σύννεφα το ολόγιομο φεγγάρι
και τ'άρπαξε, το τύλιξε μες στα χρυσά του αρπάγια
το καραβίσιο του υλικό, το ξέφτισε, το διάλυσε
και κράτησε το σχήμα του μες στου φωτός τα μάγια





Σέρραι Πέμπτη 4 Νοεμβρ.
Αγαπημένη μου μανούλα,

Έλαβα το γράμμα σου με τα παράπονα σου. Τι ανόητη που είσαι! Νομίζεις πως δεν ξέρω πως είσαι ο μόνος άνθρωπος που έχω στη ζωή; Για ποιον νομίζεις ότι ζω; Αυτά που σου λέω περί Καιτών είναι κωμικά! Μαγκούφης θα μείνω. Το ξέρω. Άλλωστε γέρασα πια. Τα μαλλιά μου ασπρίζουν αλματωδώς και γενικά η διάθεσίς μου είναι αποκλειστικά απαισιόδοξη. Αυτά που κάνω είναι για να ξεγελάω τον εαυτό μου και να αποφεύγω τα άλλα.

Για βελέντζες εδώ στις Σέρρες δεν βρήκα τίποτα της προκοπής. Νομίζω ότι στην Αθήνα βρίσκει κανείς ό,τι θέλει ίσως λίγο ακριβότερα. Θα σου πάρω όταν έλθω.

Θα έλθω την Πέμπτη οκτώ. Δεν ξέρω ακριβώς την ώρα. Ίσως στις 101/2 ίσως στας 21/2. Πάντως να είναι η Φωφώ στο σπίτι. Θα τα πούμε με την ησυχία μας. Μην το πης πουθενά ότι έρχομαι για να μπορώ να ιδώ μόνον όσους θέλω. Δεν θα έχω πολύ καιρό. Πάντως θα μείνω Παρασκευή - Σάββατο - Κυριακή. Θα φύγω Δευτέρα πρωί. Εάν είσαι στην Εκάλη, θα έλθω να κοιμηθώ εκεί ένα βράδυ και να περάσω όλη την ημέρα.

Πάντως κάνε όπως θέλεις.
Δεν μου έγραψες για τα χρήματα. Σου έδωσε ο δικηγόρος;
Σε φιλώ πολύ πολύ
Το παιδί σου που σε λατρεύει
Γιώργος


Η επιστολή και η φωτογραφία  είναι από την Οδό Πανός
- τ.131, Ιαν.2006
Η φωτογραφία του Γιώργου Παππά είναι από τον Πανδέκτη

 αναδημοσίευση από http://allilografia.blogspot.gr