Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

ΜΑΣΣΑΛΙΑ: ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΕΙΡΑ & ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΡΙΑ



Εγκαταστάσεις  του  αρχαίου  λιμένα  της  Μασσαλίας  (Λακυδώνος).

            Περί  τον  7ο  αιώνα  π.Χ.,  οι  Έλληνες  θαλασσοπόροι  άποικοι  εμφανίστηκαν  σε  όλες  σχεδόν  τις    μεσογειακές  ακτές,  καταφέρνοντας  να  εγκατασταθούν  στις  περισσότερες.  Στην  ακτή  της  δυτικής  Λιγυρίας  οι  Έλληνες  συνάντησαν  για  πρώτη  φορά  τους  Κέλτες,  τουλάχιστον  μετά  τη  μυκηναϊκή  εποχή.  Όταν  έφτασαν  στην  περιοχή  ως  έμποροι  (8ος  αιώνας  π.Χ.),  οι  γηγενείς  κάτοικοι  ήταν  οι  Λίγυρες,  λαός  με  τις  απαρχές  του  στη  Νεολιθική  εποχή  που  είχε  υιοθετήσει  τον  πρωτο-κελτικό  πολιτισμό  Έρνφιλντ.  Οι  πρώτοι  Έλληνες  άποικοι,  Ρόδιοι  και  Φωκαείς  από  την  Μ.  Ασία,  ίδρυσαν  έναν  εμπορικό  σταθμό  στην  σημερινή  τοποθεσία  του  Αγίου  Βλασίου  (Saint    Blaise)  που  εξελίχθηκε  σε  πραγματική  πόλη,  ενδεχομένως  με  την  ονομασία  «Ηράκλεια»  ή  «Μαστράβαλα».  Σύντομα  η  Ηράκλεια-Μαστράβαλα  παρήκμασε  λόγω  των  προσχώσεων  του  Ροδανού  που  αχρήστευσαν  το  λιμάνι  της,  και  επισκιάστηκε  από  μια  νέα  ελληνική  αποικία  που  ιδρύθηκε  σε  καλύτερη  θέση  περί  το  600  π.Χ.,  τη  Μασσαλία.
Η  ίδρυση  της  Μασσαλίας  αποτέλεσε  σημαντικότατο  γεγονός  για  την  Ιστορία  των  Γαλατών,  επηρεάζοντας  έντονα  την  εθνογένεση,  τον  πολιτισμό  και  την  εξέλιξη  τους.  Η  μασσαλιώτικη  πολιτισμική  επιρροή  ήταν  ιδιαίτερα  σημαντική  στους  πολιτισμούς  Χάλσταττ  και  Λα  Τεν  μέσω  των  εμπορικών  και  άλλων  σχέσεων.  Το  εμπορικό  δίκτυο  της  Μασσαλίας  χρησιμοποιούσε  τους  μεγάλους  ποταμούς  της  Γαλλίας  (Ροδανός,  Λίγηρας,  Γαρούνας,  Σηκουάνας,  κ.α.)  καταλήγοντας  στην  Βόρεια  Θάλασσα  και  τα  Βρετανικά  νησιά.  Περίφημος  είναι  ο  λακωνικός  κρατήρας  που  ανασκάφηκε  στην  τοποθεσία  Βις  (Vix)  της  βορείου  Γαλλίας,  έργο  που  απέστειλαν  εκεί  Μασσαλιώτες  έμποροι  για  λογαριασμό  της  τοπικής  βασιλικής  οικογένειας.    Πάμπολλα  ελληνικά  στοιχεία  πέρασαν  στον  γαλατικό  πολιτισμό,  από  την  καθημερινή  ζωή  έως  την  καλλιτεχνική  έκφραση.  Η  Μασσαλία  «εξήγε»  στους  Γαλάτες  τον  δικό  της  ιωνικό  πολιτισμό  και  ταυτόχρονα  λειτουργούσε  ως  «ενδιάμεσος»  που  διέδιδε  στον  ίδιο  λαό  στοιχεία  πολιτισμού  και  τεχνολογίας  της  κυρίως  Ελλάδας  και  των  ελληνικών  αποικιών  της  Ιταλίας.  Η  πόλη  εξελίχθηκε  σύντομα  στο  εμπορικό  λιμάνι  του  μεγαλύτερου  μέρους  του  γαλατικού  κόσμου,  τα  προϊόντα  του  οποίου  διοχετεύονταν  στην  Μασσαλία  και  από  εκεί  διαμοιράζονταν  στις  αγορές  ολόκληρης  της  Μεσογείου.  Αναλόγως,  τα  μεσογειακά  είδη  ακολουθούσαν  την  αντίστροφη  πορεία,  καταλήγοντας  στους  Γαλάτες  πελάτες.  Η  Μασσαλία  αποτέλεσε  την  εμπορική  και  πολιτισμική  «πύλη»  των  Κελτών  προς  το  νότο.  Μια  από  τις  σημαντικότερες  προσφορές  της  στον  γαλατικό  κόσμο  ήταν  το  ελληνικό  αλφάβητο,  το  οποίο  διαδόθηκε  έως  τη  Βρετανία.



Ο  λακωνικός  κρατήρας  του  Βις.
-
            Ιδρυτές  της  Μασσαλίας  ήταν  οι  Ίωνες  της  μικρασιατικής  Φώκαιας.  Ο  Γαλατορωμαίος  ιστορικός  Πομπήιος  Τρώγος  διέσωσε  τον  ιδρυτικό  θρύλο  (μέσω  του  ευρύτερου  έργου  του  Ιουστίνου).  Σύμφωνα  με  αυτόν,  Φωκαείς  θαλασσοπόροι  ξεκίνησαν  από  την  πατρίδα  τους  με  αρχηγό  τον  Πρώτη  και  σκοπό  την  ίδρυση  αποικίας.  Μετά  από  μακρύ  ταξίδι,  έφθασαν  αρχικά  στις  εκβολές  του  Τίβερη,  στο  επίνειο  της  Ρώμης.  Από  τη  Ρώμη  οι  Φωκαείς  έπλευσαν  για  την  σημερινή  γαλλική  μεσογειακή  ακτή.  Οι  Έλληνες  του  Πρώτη  αποβιβάστηκαν  στη  χώρα  του  Νάννου,  βασιλέα  των  Σεγοβρίγων  Λιγύρων,  ακριβώς  την  ημέρα  που  η  κόρη  του,  Γύπτις,  θα  επέλεγε  σύζυγο.  Σύμφωνα  με  το  τοπικό  έθιμο,  η  πριγκήπισσα  θα  έκανε  την  επιλογή  κατά  την  διάρκεια  συμποσίου  στο  οποίο  είχαν  προσκληθεί  όλοι  οι  γόνοι  της  τοπικής  αριστοκρατίας.  Ο  Νάννος  κάλεσε  και  τους  Έλληνες  στο  συμπόσιο,  χωρίς  να  υπολογίσει  τις  συνέπειες  της  πρόσκλησης.  Ο  βασιλέας  έδωσε  ένα  κύπελο  με  νερό  στην  κόρη  του,  ζητώντας  της  να  το  προσφέρει  στον  άνδρα  που  ήθελε  ως  σύζυγο.  Η  Γύπτις  προσπέρασε  αδιάφορα  τους  Λίγυρες  μνηστήρες  και  προσέφερε  το  κύπελο  στον  Πρώτη.  Ο  Νάννος  έκανε  τον  Φωκαέα  γαμβρό  του  και  του  προσέφερε  μέρος  της  χώρας  του  για  την  ίδρυση  της  νέας  πόλης,  της  Μασσαλίας.  Πίσω  από  τη  ρομαντική  αφήγηση  του  Τρώγου,  κρύβεται    η  ιστορική  πραγματικότητα:  Φαίνεται  ότι  επήλθε  κάποια  συμφωνία  ανάμεσα  σε  Έλληνες  και  Λίγυρες  για  παραχώρηση  εδαφών,  η  οποία  επισφραγίστηκε  με  τον  γάμο  του  Φωκαέα  οικιστή  με  την  κόρη  του  Σεγόβριγα  βασιλέα.  Αμφότεροι  ωφελούνταν.  Οι  Έλληνες  βρήκαν  έδαφος  για  εγκατάσταση  ενώ  οι  Σεγόβριγες  απέκτησαν  έναν  ισχυρό  στρατιωτικά  σύμμαχο  για  τους  πολέμους  τους  εναντίον  των  γειτονικών  φυλων.
Ο  αρχικός  οικισμός  της  Μασσαλίας  γιγαντωνόταν  με  το  πέρασμα  του  χρόνου,  αφαιρώντας  όλο  και  περισσότερα  εδάφη  από  τους  ιθαγενείς,  απειλώντας  πλέον  την  ύπαρξη  τους.  Ο  διάδοχος  του  Νάννου,  Κομανός,  θέλησε  να  ανατρέψει  την  κατάσταση.  Οι  Μασσαλιώτες  δεν  εμπιστεύονταν  τους  Λίγυρες  και  τους  επέτρεπαν  να  εισέρχονται  στην  πόλη  μόνο  μετά  τον  αφοπλισμό  τους  στις  πύλες  της.  Ο  Κομανός  σκέφθηκε  να  κατακτήσει  την  πόλη  με  προδοσία,  κατά  την  μεγάλη  ελληνική  εορτή  των  Ανθεστηρίων.  Σύμφωνα  με  το  σχέδιο  του  –μια  παραλλαγή  του  ομηρικού  επεισοδίου  του  Δουρείου  Ίππου-  μια  ομάδα  οπλισμένων  Λιγύρων  θα  κρύβονταν  κάτω  από  τις  φυλλωσιές  των  αρμάτων  της  εορταστικής  παρέλασης  που  θα  εισερχόταν  στην  πόλη  και  θα  περίμενε  να  νυχτώσει.  Τη  νύκτα  θα  άνοιγε  τις  πύλες  της  Μασσαλίας  προκειμένου  να  εισβάλει  σε  αυτήν  ο  σεγοβριγικός  στρατός  που  θα  περίμενε  κρυμμένος  στα  γειτονικά  υψώματα.
Για  καλή  τύχη  των  Ελλήνων,  μια  γυναίκα  των  γηγενών  αποκάλυψε  στον  Μασσαλιώτη  εραστή  της  το  λιγυρικό  σχέδιο  και  αυτός  ενημέρωσε  αμέσως  τις  αρχές.  Την  ημέρα  των  Ανθεστηρίων  οι  Έλληνες  ήταν  προετοιμασμένοι.  Επιτέθηκαν  πρώτοι  στους  Λίγυρες  και  σφαγίασαν  τον  Κομανό  μαζί  με  7.000  άνδρες  του,  σχεδόν  το  σύνολο  των  μαχίμων  του.  Η  φυλή  των  Σεγοβρίγων  σχεδόν  εξολοθρεύθηκε και  οι  επιζώντες  κατέστησαν  υπήκοοοι  της  Μασσαλίας.  Δεν  μπορεί  να διευκρινισθεί αν το  επεισόδιο της ημέρας των Ανθεστηρίων είναι πραγματικό ή μυθικό. Το βέβαιο είναι ότι η διαρκής επέκταση των Ελλήνων αποίκων επέφερε τον ολοκληρωτικό πόλεμο με τους Λίγυρες. Τελικά οι  Μασσαλιώτες, παρότι αρκετά λιγότεροι σε αριθμό, νίκησαν συντριπτικά τους εντόπιους χάρη στον ανώτερο πολεμικό εξοπλισμό και τακτικές τους.  Η  εκμηδένιση των Σεγοβρίγων πρέπει να θεωρείται πραγματικότητα:  δεν  μπορούσε  να  υπάρξει  παρά  μονο  ένας  λαός  στην  περιοχή  γύρω  από  τη  Μασσαλία.



Ελληνικές  (κόκκινο  χρώμα)  και  φοινικικές  (κίτρινο)  αποικίες  στη  δυτική  Μεσόγειο.
-
            Μετά  την  απόπειρα  του  Κομανού,  η  στάση  των  Μασσαλιωτών  άλλαξε.  Η  κοινωνία  τους  έγινε  κλειστή,  στιβαρή  και  σημαντικά  στρατικοποιημένη.  Οι  άλλοι  Έλληνες  έμποροι  και  ναυτικοί  που  έφταναν  στον  Λακυδόνα,  το  λιμάνι  της  Μασσαλίας,  παρατήρησαν  ότι  οι  Μασσαλιώτες  ήταν  μονίμως  αγέλαστοι,  σοβαροί  και  αυστηροί.    Ο  μικρός  στρατός  τους  ισχυροποιήθηκε  χάρις  στα  συνεχή  γυμνάσια  ενώ  το  ναυτικό  τους  εξελίχθηκε  σε  ένα  από  τα  καλύτερα  της  Μεσογείου.  Η  ανάπτυξη  της  Μασσαλίας  υπήρξε  ραγδαία.  Μετέτρεψε  τους  γειτονικούς  λιγυρικούς  πληθυσμούς  σε  υποτελείς  της  ενώ  προσάρτησε  στο  κράτος  της  και  την  γειτονική  ελληνική  Ηράκλεια-Μαστράβαλα  (περί  το  520    π.Χ.).  Ίδρυσε  πολλές  δικές  της  αποικίες,  «διοχετεύοντας»  σε  αυτές  τους  νέους  Φωκαείς  και  άλλους  Έλληνες  αποίκους  που  έφθαναν  στο  λιμάνι  της.  Φημισμένες  σύγχρονες  γαλλικές  και  ισπανικές  πόλεις  ιδρύθηκαν  ως  μασσαλιώτικες  ή  φωκαϊκές  αποικίες.  Στη Γαλλία  η  Νις  (αρχ.  Νίκαια),  η  Αντίμπ  (αρχ.  Αντίπολη),  η  Αρλ  (Θηλίνη),  η  Αβινιόν  (Αυενιών),  η  Αγκντ  (Τύχη  Αγαθή),  το  Μονακό  (Μονοίκου  Ηρακλέους  Λιμήν),  το  Σεν-Τροπέ  (Αθηνόπολις),  οι  Κάννες  (με  το  ίδιο  όνομα)  και  στην  Ισπανία  η  Βαρκελώνη  (Καλλίπολις),  η  Αλικάντε  (Άκρα  Λευκή)  και  ενδεχομένως  η  Βαλένθια  και  η  Έλτσε  (Ιλικιάς  ή  Ελίκη;)  είναι  μερικές  από  αυτές.    Άλλες  σημαντικές  ελληνικές  πόλεις  των  ίδιων  ακτών  ήταν  ο  Ταυρόεις,  η  Ολβία,  το  Εμπορείο,  η  Ρόδη,  η Ζακανθα,  η  Αλωνίς,  η  Θηλίνη,  το  Περγάντιο  και  το  Ημεροσκόπειο.    Οι  Μασσαλιώτες  απέκρουσαν  τις  επιθέσεις  από  θαλάσσης  των  Ετρούσκων,  των  Καρχηδονίων  και  των  Λιγύρων  πειρατών,  κερδίζοντας  πολλές  νίκες.
Η  ναυτική  δύναμη  της  Μασσαλίας  ήταν  τέτοια  ώστε  περιόρισε  το  πανίσχυρο  καρχηδονιακό  ναυτικό  στην  θαλάσσια  περιοχή  νοτίως  των  Βαλεαρίδων  νήσων  και  έθεσε  υπό  τον  έλεγχο  της  ολόκληρη  την  ακτή  από  το  σύγχρονο  Αλικάντε  της  Ισπανίας  έως  την  Γένουα  της  Ιταλίας  (η  οποία  ήταν  Ετρουσκική  αποικία).  Το  μασσαλιώτικο  κράτος  περιελάμβανε  τους  περισσότερους  από  τους  80-100.000  συνολικά  Έλληνες  της  Απώτατης  Δύσης,  είχε  υπό  τον  άμεσο  έλεγχο  του  μια  έκταση  περίπου  3-4.000  τετρ.  Χμ.  (όση  είχε  το  κλασικό  αθηναϊκό  κράτος  μαζί    με    τα    νησιά    Ίμβρο,  Λήμνο  και  Σκύρο),  ενώ  η  πολιτική  επιρροή  του  εκτεινόταν  σε  άλλα  8-9.000    τετρ.  Χμ.  εδαφών  των  ιθαγενών.  Όπως  φαίνεται  οι  μόνες  άλλες  ελληνικές  πόλεις  της  Απώτατης  Δύσης  που  ήταν  ανεξάρτητες  από  τη  Μασσαλία  αλλά  μόνο  κατά  διαστήματα  ήταν  το  Εμπορείο, η  Θηλίνη,  η  Ρόδη  των  Ροδίων,  η  Ζακανθα  και  η  Νίκαια.



Νόμισμα  του  Εμπορειου  στην  Ισπανία.


Το  άστυ  της  κλασσικής  Μασσαλίας  (5ος-4ος  αιώνες  π.Χ.)  είχε  πληθυσμό  40.000-50.000  κατοίκων,  ίσο  με  αυτόν  των  σύγχρονων  του  πολεοδομικών  ενότητων  Αθηνών-Μακρών  Τειχών-Πειραιώς   και   Κορίνθου-(κορινθιακών) Μακρών  Τειχών-Λεχαίου.  Ο  μασσαλιώτικος  στρατός  αποτελείτο  από  Έλληνες  οπλίτες  και  Γαλάτες  και  Λίγυρες  ελαφρά  οπλισμένους  υποτελείς  και  μισθοφόρους.  Περίφημο  ήταν  το  μασσαλιώτικο  ιππικό,  στο  οποίο  οι  Ρωμαίοι  απένειμαν  τα  εύσημα  για  την  προσφορά  του  κατά  τον  Β΄  καρχηδονιακό  πόλεμο  στην  περιοχή  του  Ροδανού.  Ακόμη  πιο  ισχυρό  ήταν  το  ναυτικό  της  Μασσαλίας,  αποτελούμενο  αρχικά  από  πεντηκοντόρους  και  διήρεις  και  αργότερα  από  τριήρεις,  ενδεχομένως  και  πεντήρεις  κατά  την  ελληνιστική  περίοδο.  Η  Μασσαλία  διατηρούσε  σημαντική  βιομηχανία  παραγωγής  όπλων  λόγω  της  στρατικοποίησης  της,  αρκετά  από  τα  οποία  εξήγε  στους  Γαλάτες  της  ενδοχώρας.
            Το  δυστύχημα  για  την  Μασσαλία  ήταν  ότι  η  ιστορία  της  γράφτηκε  κυρίως  από  Λατίνους  συγγραφείς.  Η  πόλη  ήταν  μακρινή  για  τους  μητροπολιτικούς  Έλληνες.  Έτσι  οι  ρωμαιοκεντρικοί  και  υπερπατριώτες  Ρωμαίοι  συγγραφείς  (ανάμεσα  τους  και  ο  Έλληνας  Πολύβιος),  αγνόησαν  σημαντικά  την  ιστορία  της  ή  μείωσαν  σε  αρκετές  περιπτώσεις  τη  συνεισφορά  της  στις  μεταγενέστερες  ρωμαϊκές  επιτυχίες,  π.χ.  τον  σημαντικό  ρόλο  του  μασσαλιώτικου  ναυτικού  στη  νίκη  του  ρωμαϊκού  στόλου  επί  του  καρχηδονιακού  στις  εκβολές  του  ποταμού  Ίβηρα  (217  π.Χ.)  κατά  την  εκτίμηση  Γάλλων  ιστορικών.  Όπως  γράφει  ενας  Αγγλος   ιστορικός:  «Η  Ιστορία  της  Μασσαλίας  εμφανίζεται    στον  σύγχρονο  κόσμο  όπως   η  κορυφή  ενός  παγόβουνου  που  ξεπροβάλει  πάνω  από  τα  κύματα.  Είμαστε    πεπεισμένοι    ότι    υπάρχει  (η  άγνωστη  Ιστορία  της)  αλλά    η    πρόσβαση    σε    αυτήν    είναι    σχεδόν    αδύνατη.  Αυτό  είναι  το  μυστήριο  της  Μασσαλίας.  Η  Μασσαλία  είναι  ο  λησμονημένος  Κολοσσός».

 
Η  αναγεννησιακή  Αντίμπ, η  αρχαία  ελληνική  Αντίπολις, η  τρίτη  μεγαλύτερη  μασσαλιωτικη  αποικία. Η αρχαία  ελληνική  πόλη  είχε  περίπου  την  ίδια  έκταση.

            Οι  Κέλτες  επεκτείνονταν  βαθμιαία  εις  βάρος  των  Λιγύρων,  είτε  με  την  κατάκτηση  είτε  με  την  απευθείας  υιοθέτηση  του  πολιτισμού  Λα  Τεν  από  τους  δεύτερους  και  έτσι  τον  επερχόμενο  εκ-κελτισμό  τους.    Αρχικά  οι  Μασσαλιώτες  δεν  συγκρούστηκαν  με  τους  νεοφερμένους.  Όπως  είδαμε,  οι  δύο  λαοί  γνωρίζονταν  πολύ  καλά  από  τις  εμπορικές  συναλλαγές  τους  και  την  ευεργετική  επίδραση  της  Μασσαλίας.  Τώρα  είχαν  πλέον  και  εδαφική  επαφή.  Εκτός  από  τα  κοινά  εμπορικά  συμφέροντα  είχαν  και  κοινά  πολιτικά,  καθότι  αμφότεροι  κυβερνούσαν  υποτελείς  λιγυρικούς  πληθυσμούς.  Στις  αρχές  του  4ου  αιώνα,  η  καθαυτό  Γαλατία  είχε  γίνει  εξολοκλήρου  σφαίρα  της  μασσαλιώτικης  επιρροής.  Για  αυτόν  τον  λόγο  οι  Μασσαλιώτες  αδιαφορούσαν  πάντοτε  για  τον  έλεγχο  της  Ιβηρικής  και  των  Στηλών  του  Ηρακλή  (σημερινό  Γιβραλτάρ),  τον  οποίο  είχαν  αφήσει  στους  Καρχηδονίους.  Το  μόνο  ενδιαφέρον  για  τους  δύο  λαούς  πέρα  από  τις  Ηράκλειες  Στήλες  ήταν  ο  κασσίτερος  των  Κασσιτερίδων  νήσων  (μάλλον  τα  νησιά  Σίλλυ  της  βρετανικής  ακτής),  τον  οποίο  ωστόσο,  οι  Μασσαλιώτες  προμηθεύονταν  χωρίς  προβλήματα  από  τους  χερσαίους  δρόμους  της  Γαλατίας.  Αντιθέτως,  οι  Καρχηδόνιοι  έπρεπε  να  διενεργήσουν  το  μακρύ  και  επικίνδυνο  θαλάσσιο  ταξίδι  από  την  Μεσόγειο  μέχρι  την  Βρετανία  προκειμένου  να  τον  προμηθευτούν  εφόσον  οι  δρόμοι  της  Γαλατίας  παρέμειναν  για  πάντα  κλειστοί  για  αυτούς.  Λόγω  αυτής  της  κατάστασης  υπήρχε  μια  «άτυπη»  συμφωνία  μεταξύ  Μασσαλίας  και  Καρχηδόνας,  σύμφωνα  με  την  οποία  η  Γαλατία  ήταν  σφαίρα  επιρροής  της  πρώτης  ενώ  η  Ιβηρική  αποτελούσε  χώρο  της  δεύτερης.  Αργότερα  η  συμφωνία  έγινε  επίσημη  με  τον  καθορισμό  του  ποταμού  Ίβηρα  της  Ισπανίας  ως  συνόρου  ανάμεσα  στις  δύο  σφαίρες.



Αρχαία  ελληνική  πεντηκόντορος, το  πλοίο  που  χρησιμοποίησαν  οι  Φωκαείς οι  οποίοι  ίδρυσαν τη  Μασσαλία  και  πολλές  ακόμη  αποικίες  στη  Δυτική  Μεσόγειο.  Οι  Μασσαλιώτες  στηρίχθηκαν  στην  πεντηκοντορο  έως  την  υιοθέτηση  της  κορινθιακής  τριήρους.

          Η  Μασσαλία  έστειλε  από  νωρίς  τους  θαλασσοπόρους  της  να  εξερευνήσουν  τις  ακτές  του  Ατλαντικού.  Τον  6ο  αιώνα  π.Χ.  ο  Ευθυμένης  και  οι  άνδρες  του  πέρασαν  το  Γιβραλτάρ  και  περιέπλευσαν  τις  αφρικανικές  ακτές  μέχρι  τις  εκβολές  του  ποταμού  Σενεγάλη,  κατά  την  πιθανότερη  εκτίμηση.  Πιο  φημισμένος  είναι  ο  Πυθέας  ο  οποίος  ακολούθησε  την  αντίθετη  κατεύθυνση  με  προορισμό  του  τις  παγωμένες  θάλασσες  του  βορρά  (περί  το  335-330  π.Χ.).  Μερικοί  σύγχρονοι  ιστορικοί  έχουν  υποθέσει  ότι  η  αποστολή  του  χρηματοδοτήθηκε  από  τον  Μέγα  Αλέξανδρο,  ο  οποίος  την  ίδια  εποχή  συνέτριβε  τους  Πέρσες  στην  Ασία.  Ο  μεγάλος  κατακτητής  σκόπευε  μελλοντικά  να  στρέψει  τις  στρατιές  του  προς  την  Δύση,  για  αυτό  χρειαζόταν  πληροφορίες  για  τις  χώρες  της.  Σύγχρονοι  Ευρωπαίοι  ερευνητές  θεωρούν  ότι  ο  Πυθέας  χρησιμοποίησε  ένα  από  τα  πλοία  των  Γαλατών  ναυτικών,  π.χ.  τα  σκάφη  των  Αρμορικανών  Ενετών.  Εντούτοις,  δεν  τα  χρειαζόταν  παρά  την  κατασκευαστική  ποιότητα  τους ,  επειδή  το  πλοίο  του  ήταν  κατά  πάσα  πιθανότητα  ολκάδα,  ελληνικό  εμπορικό  σκάφος  το  οποίο  λόγω  του  «ημισφαιρικού»  σχήματος  του  μπορούσε  να  αντεπεξέλθει  στα  υψηλά  κύματα  του  Ατλαντικού  (σε  αντίθεση  με  την  τριήρη  που  θα  κινδύνευε  να  βυθιστεί).
Η  παράδοση  η  οποία  αναφέρει  ότι  οι  Καρχηδόνιοι  φρουρούσαν  το  στενό  του  Γιβραλτάρ  και  δεν  άφηναν  κανέναν  να  πλεύσει  στον  Ατλαντικό  χωρίς  την  άδεια  τους,  δεν  έχει  ιστορική  αξία.  Οι  Φοίνικες  δεν  μπορούσαν    να    εμποδίσουν    τους    Μασσαλιώτες  να  βγουν    στον  Ωκεανό,  όταν  αυτοί  το  ήθελαν.  Οι  θαλασσομάχοι  της  Μασσαλίας  είχαν  νικήσει  αρκετές  φορές  τον    καρχηδονιακό  πολεμικό  στόλο,  όπως    δείχνουν  τα  τρόπαια  από  ναυτικές  νίκες  και  τα  ανάλογα  αφιερώματα  τους  στους    Δελφούς  (Θουκυδίδης,  Ιουστίνος,  Στράβων  και  Παυσανίας).  Εξάλλου  ο  Πυθέας  αναφέρει  σε  αποσπάσματα  του  έργου  του,  ποταμούς  της  Ιβηρικής  οι  οποίοι  χύνονται  στον  Ατλαντικό,  αναφορά  που  σημαίνει  ότι  περιέπλευσε  την  εν  λόγω  χερσόνησο.  Είναι    μάλλον  απίθανη  η  άποψη  ότι  αν  οι    Μασσαλιώτες  ήθελαν  πραγματικά  να  πλεύσουν  στον  Ατλαντικό,  θα  εμποδίζονταν  από  τους    Καρχηδονίους.  Αντίθετα, ενας  Βρετανός  ιστορικός  παρέχει  ενδείξεις  σύμφωνα  με  τις  οποίες  υπάρχει  η  πιθανότητα  οι  Μασσαλιώτες  και  οι  Καρχηδόνιοι  να  συνεργάσθηκαν  κατά  τις  εξερευνήσεις  τους  στον  Ατλαντικό.



Ρομαντική  γαλλική  απεικόνιση  του  1875  του  μύθου  της  ίδρυσης  της  Μασσαλίας:  η  πριγκήπισσα  Γύπτις  προσπερνά  αδιάφορη  τους  απογοητευμένους  εντόπιους  μνηστήρες  και  επιλέγει  τον  Ελληνα  Πρώτη.
-
            Ο  Πυθέας  και  οι  άνδρες  του  περιέπλευσαν  τις  ατλαντικές  ακτές  της  Ευρώπης  και  διέσχισαν  το  στενό  της  Ιρλανδικής  θάλασσας  που  χωρίζει  την  Ιρλανδία  από  την  Μεγάλη  Βρετανία.  Έφτασαν  μέχρι  την  Ισλανδία  ή  σύμφωνα  με  άλλες  απόψεις,  μέχρι  τα  νησιά  Σέτλαντ  ή  τη  Νορβηγία.  Στο  ίδιο  ή  σε  άλλο  ταξίδι,  περιέπλευσαν  τις  ακτές  της  Βόρειας  Θάλασσας  και  ανακάλυψαν  την  Βαλτική  που  ήταν  άγνωστη  έως  τότε  στον  κόσμο  της  Μεσογείου.  Ο  Πυθέας  παρατηρούσε  τους  λαούς  που  συναντούσε  και  κατέγραψε  πολλά  στοιχεία  σχετικά  με  τον  βίο  και  τον  πολιτισμό  τους  σε  σχετικό  έργο  του.  Οι  περισσότερες  φυλές  ήταν  γαλατικές-κελτικές και  γερμανικές.  Παρότι  το  έργο  του  δεν  διασώθηκε,  τα  αποσπάσματα  του,  τα  οποία  παραδίδονται  από  άλλους  αρχαίους  συγγραφείς,  αποτελούν  σπουδαία  πηγή  σχετικά  με  τον  γαλατικό  και  γερμανικό  κόσμο  της  εποχής  του.
            Η  μασσαλιωτική  επιρροή  στους  Γαλάτες  είναι  περισσότερο  εμφανής  στην  ελληνο-γαλατική  πόλη  Γλάνο  (Glanum)  της  Προβηγκίας.  Ο  Πτολεμαίος  την  αναφέρει  ως  πόλη  των  Σαλύων  Γαλατων  αλλά  θεωρείται  βέβαιο  ότι  κατά  την  ελληνιστική  περίοδο  ένα  μέρος  του  πληθυσμού  της  ήταν  Έλληνες  από  την  Μασσαλία.  Η  πόλη  απέκτησε  τότε  πολλές  ελληνικές  επιρροές,  που  φαίνονται  περισσότερο  στην  αρχιτεκτονική  των  κτιρίων.  Οι  κάτοικοι  της  έφθασαν  να  έχουν  και  ελληνικό  «εθνικό»  (πολιτειακή  ονομασία).  Καλούνταν  «Γλανικοί».  Αλλά  δεν  χάθηκαν  τα  γνήσια  γαλατικά  στοιχεία.  Εκτός  από  τις  γαλατικές  επιγραφές,  ανασκάφηκε  και  ένα  σημείο  της  πόλης  όπου  καρφώνονταν  σε  πασσάλους  οι  αποκομμένες  κεφαλές  ηττημένων  εχθρών  των  Γλανικών,  χαρακτηριστική  κελτική  συνήθεια.    Η  ελληνική  επιρροή  δεν  περιορίστηκε  στο  Γλάνο.  Κατά  την  ελληνιστική  περίοδο  η  πρωτεύουσα  των  Σαλύων,  στην  σύγχρονη  θέση  Εντρεμόντ  (Entremont),  ξανακτίστηκε  με  ελληνικό  πολεοδομικό  σχέδιο.  Στην  θέση  του  παλαιού  γαλατικού  φρουρίου,  ιδρύθηκε  μια  μεγάλη  πόλη  με  πρότυπο  την  γειτονική  της  Μασσαλία.  Και  στο  Εντρεμόντ  τα  ελληνικά  στοιχεία  συνυπήρχαν  με  τα  αποκομμένα  κρανία,  καρφωμένα  στα  τείχη  της  πόλης.



Νόμισμα  Μασσαλίας.

            Η  συμμαχία  της  Μασσαλίας  με  την  Ρώμη  χρονολογείτο  από  τα  χρόνια  της  ίδρυσης  τους.  Το  132  π.Χ.  η  πρώτη  έσωσε  την  μητρόπολη  της  Φώκαια,  από  την  καταστροφή  της  από  τον  ρωμαϊκό  στρατό,  όταν  μεσολάβησε  υπέρ  της  στην  ρωμαϊκή  Σύγκλητο.  Η  Μασσαλία  βοήθησε  σημαντικά  τη  Ρώμη  στον  «Διπλό»  Καρχηδονιακό  πόλεμο  (264-201  π.Χ.).  Εξάλλου  η  Καρχηδόνα  αποτελούσε  τον  μεγαλύτερο  εχθρό  αμφοτέρων  των  πόλεων.  Μετά  την  τελική  ήττα  του  Αννίβα,  οι  Ρωμαίοι  επεξέτειναν  την  στρατιωτική  παρουσία  τους  στη  χώρα  της  Μασσαλίας  προκειμένου  να  εξασφαλίσουν  ασφαλή  χερσαία  οδό  από  την  Ιταλία  προς  τις  ισπανικές  επαρχίες  τους.  Οι  Σάλυες  θορυβήθηκαν  από  τη  ρωμαϊκή  προώθηση  και  επιτέθηκαν  στη  Μασσαλία  (154  π.Χ.).  Οι  Μασσαλιώτες  και  οι  Ρωμαίοι  τους  απέκρουσαν  αλλά  το  125  οι  Σάλυες  επανήλθαν  ενισχυμένοι  με  τους  Αλλόβριγες,  γειτονικό  γαλατικό  λαό.  Η  Ρώμη  έστειλε  μια  υπατική  στρατιά  η  οποία  νίκησε  τους  Γαλάτες.  Αυτή  η  εξέλιξη,  παρότι  σωτήρια  για  τη  Μασσαλία,  τη  μετέτρεψε  ουσιαστικά  σε  μια  από  τις  υποτελείς  συμμάχους  (socii)  της  Ρώμης  (122  π.Χ).    Σε  αντάλλαγμα,  η  πολιτική  χώρα  της  επεκτάθηκε  χάρις  στα  γαλατικά  εδάφη  που  της  παρέδωσαν  οι  Ρωμαίοι.
Λίγο  αργότερα  οι  ρωμαϊκές  στρατιές  υπέταξαν  οριστικά  και  τους  Σάλυες  και  Αλλόβριγες    ενώ  η  κατάκτηση  προχώρησε  έως  τα  Πυρηναία,  υποτάσσοντας  τους  Ουόλκες  Γαλάτες  (118  π.Χ.).  Οι  Ρωμαίοι  ενοποίησαν  σε  μια  νέα  επαρχία  την  κατακτημένη  περιοχή,  η  οποία  έφτανε  μέχρι  τη  σύγχρονη  λίμνη  της  Γενεύης.  Εκχώρησαν  περίπου  το  ένα  τρίτο  των  κατακτημένων  περιοχών  στη  Μασσαλία  η  οποία  πλούτισε  περισσότερο.  Τα  υπόλοιπα  εδάφη  αποτέλεσαν  τη  ρωμαϊκή  επαρχία  της  Ναρβωνικής  Γαλατίας,  την  οποία  οι  Ρωμαίοι  αποκαλούσαν  συχνά  απλά  η  «Επαρχία»  (Provincia)  σε  αντιδιαστολή  με  την  υπόλοιπη  Γαλατία  που  ήταν  ελεύθερη.  Από  αυτήν  την  συνήθεια  τους  προέρχεται  η  σημερινή  γαλλική  τοπωνυμική  ονομασία  «Προβηγκία»  για  την  εν  λόγω  περιοχή.



Διάγραμμα  της  αρχαίας  Μασσαλίας  του  1840.  Στο  κέντρο αριστερά  διακρίνεται  το  αρχαίο  λιμάνι (Λακυδων). 

            Στους  ρωμαϊκούς  εμφυλίους  πολέμους  η  Μασσαλία  υποστήριξε  τον  Μάριο  έναντι  του  Σύλλα  και  κατά  την  διαμάχη  μεταξύ  Πομπηίου  και  Καίσαρα,  συντάχθηκε  με  τον  πρώτο.  Ο  στρατός  του  Καίσαρα  την  πολιόρκησε  και  την  κατέλαβε  παρά  τη  γενναία  προσπάθεια  του  μασσαλιώτικου  ναυτικού  εναντίον  των  ρωμαϊκών  πλοίων  (49  π.Χ.).  Ο  Καίσαρ  δεν  κατέστρεψε  την  πόλη    αλλά  της  αφαίρεσε  σχεδόν  όλες  τις  κτήσεις  της,  εκτός  της  Νίκαιας,  καθώς  και  τους  θησαυρούς  της.  Η  Μασσαλία  προσαρτήθηκε  ουσιαστικά  στο  ρωμαϊκό  κράτος.  Παρά  την  λεηλασία  της  και  τον  εμπορικό  ανταγωνισμό  της  γειτονικής  ρωμαϊκής  αποικίας  Ναρβώνος,  συνέχισε  να  αποτελεί  μια  πλούσια  εμπορική  πόλη  με  φημισμένες  ελληνικές  σχολές  ιατρικής,  φιλοσοφίας  και  άλλων  επιστημών,  στις  οποίες  φοιτούσαν  πολλοί  Ρωμαίοι  αλλά  και  Γαλάτες  πλέον.  Η  ιωνική  διάλεκτος  της  χάθηκε  υπέρ  της  λατινικής  μόλις  τον  3ο  αιώνα  μ.Χ.  Σήμερα,  υπάρχει  στην  είσοδο  του  λιμένα  της  ογκώδης  μεταλλική  πλάκα  τοποθετημένη  από  τον  Δήμο  των  Μασσαλιωτών,  στην  οποία  αναγράφεται  ότι  σε  αυτό  το  σημείο  αποβιβάστηκαν  Έλληνες  άποικοι  το  600  π.Χ.  οι  οποίοι  ιδρυσαν  την  πόλη.

 
Άγαλμα του Πυθέα στη Μασσαλία.
ΠΗΓΕΣ
(1)   Τίτος    Λίβιος,  ΡΩΜΑΪΚΗ    ΙΣΤΟΡΙΑ  (Ab    Urbe    Condita)
(2)   Παυσανίας:  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ,  ΒΟΙΩΤΙΚΑ-ΦΩΚΙΚΑ
(3)   Ιούλιος  Καίσαρ:  ΓΑΛΑΤΙΚΟΣ  ΠΟΛΕΜΟΣ
(4)   Πολύβιος:  ΙΣΤΟΡΙΑΙ
(5)   Διόδωρος    Σικελιώτης  :  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ    ΙΣΤΟΡΙΚΗ
(6)   Στράβων:  ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ
(7)   Θουκυδίδης:  ΙΣΤΟΡΙΑΙ

συντάκτης: Περικλής Δεληγιάννης

αναδημοσίευση από :

periklisdeligiannis Περικλής Δεληγιάννης

http://periklisdeligiannis.wordpress.com/2013/07/15/massalia-marseille-forgotten-ancient-sea-power-part-i/


Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Καταλονία: Το ελληνικό παρελθόν της Ισπανίας

Εμπόριον, Emporiae, Empuries· όποιο όνομα και να διαλέξουμε, η ουσία είναι μία και δεν αλλάζει: ο πιο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος στην Ισπανία αλλά και ολόκληρη την ιβηρική χερσόνησο, φέρει ελληνική υπογραφή, είναι ηλικίας 2.000 και πλέον ετών και, ούτε λίγο ούτε πολύ, αποτελεί για τους Καταλανούς εθνική υπόθεση!

Το ότι οι αρχαίοι Ελληνες είχαν φροντίσει να «γεμίσουν» τα παράλια της Μεσογείου με αποικίες, είναι σε όλους γνωστό. Από τις Ηράκλειες Στήλες μέχρι τη Μέση Ανατολή και τη Φοινίκη, οι Ελληνες έχτιζαν λιμάνια και εμπορικές αντιπροσωπείες για να εξυπηρετούν τις ανάγκες του εμπορίου αλλά και την έμφυτη ανάγκη τους να ταξιδεύουν. Μια από όλες αυτές τις αποικίες, ωστόσο, αποτελεί σήμερα τον σημαντικότερο αρχαιολογικό χώρο σ' ολόκληρη την Ισπανία, ταυτισμένη μάλιστα βαθιά με την Καταλονία, όπου βρίσκεται, και την προσπάθεια στήριξης της καταλανικής ταυτότητας.



Ο θεός της Ιατρικής «ταξίδεψε» περίπου 2.000 χιλιόμετρα, από τη Δήλο μέχρι τις ακτές της Καταλονίας.
Το Εμπόριον, λοιπόν, βρίσκεται περίπου 138 χλμ. βόρεια της Βαρκελώνης, στην επαρχία της Τζιρόνα, και αρκετά κοντά στα γαλλικά σύνορα. Αν και δεν έχει ανασκαφεί ακόμη ολόκληρος ο χώρος όπου κάποτε εκτεινόταν η ελληνική και αργότερα η ρωμαϊκή πόλη, εντούτοις συγκεντρώνει το ζωηρό ενδιαφέρον της ισπανικής αρχαιολογικής κοινότητας και αποτελεί σταθερά πόλο έλξης για Ισπανούς και Γάλλους. Σε καμιά άλλη αρχαία πόλη, άλλωστε, δεν ανακαλύφτηκαν ποτέ τόσο λεπτομερή στοιχεία για μια πόλη όπου επί αιώνες συνυπήρξαν ο ελληνικός, ο ρωμαϊκός και ο ιβηρικός πολιτισμός. Μια βόλτα ανάμεσα στα ευρήματα της αρχαίας πολιτείας μάς ταξιδεύει σε εποχές λίγο πολύ άγνωστες για μας τους Ελληνες, που ωστόσο περιγράφουν ένα κομμάτι της ιστορίας δύο χωρών: της Ελλάδας και της Ισπανίας.
ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΤΕΙΧΗ
Μονάχα το 25% του αρχαιολογικού χώρου έχει εκσκαφεί πλήρως. Παρ' όλ' αυτά, ο περίπατος ακόμη και στο ένα τέταρτο της αρχαίας πολιτείας αποκαλύπτει εντυπωσιακές εικόνες και λεπτομέρειες της τότε καθημερινής ζωής. Στο ελληνικό κομμάτι του Εμπορίου σώζεται σήμερα το νεότερο τμήμα της πόλης, η Νεάπολη. Εδώ, λοιπόν, μπορούμε να δούμε ερείπια του τείχους, που, αν και αποσπασματικά, μαρτυρούν την ισχυρή οχύρωση της περιοχής. Μια πρώτη ματιά φέρνει στον νου τα κυκλώπεια τείχη των Μυκηνών, με τους τεράστιους ογκόλιθους, μόνο που ετούτα εδώ χτίστηκαν πολύ αργότερα απ' ό,τι στο βασίλειο των Ατρειδών. Εδώ τα τείχη χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 2ου π.Χ. αι., και για την κατασκευή τους χρησιμοποιήθηκαν μεγάλες ποσότητες ασβεστόλιθου, καθώς και υλικά από μια παλαιότερη οχύρωση που βρισκόταν στην περιοχή από τον 4ο π.Χ. αι., επίσης ελληνικής κατασκευής. Φαίνεται πως με την ανάπτυξη της πόλης και την ανάγκη επέκτασης των κατοικιών, το παλιό τείχος περιόριζε σημαντικά τις χωροταξικές δυνατότητες.


Πήλινοι σωλήνες, νεότερη κατασκευή δίπλα στο Ασκληπιείο και στο φόντο η παραλία του Εμπορίου.
Στη νέα οχύρωση δέσποζαν δύο ψηλοί, τετραγωνικοί πύργοι και μια οχυρωματική κατασκευή στο νότιο τμήμα της, από τα οποία σήμερα δυστυχώς δεν σώζονται παρά κάποια υπολείμματα, ελάχιστα μεν για να αντιληφθεί ο επισκέπτης την τότε εικόνα της περιοχής, αρκετά ωστόσο για τους αρχαιολόγους ώστε να εξηγήσουν με πολλές λεπτομέρειες το πολεοδομικό σχέδιο της οχύρωσης.
Ο ΘΕΟΣ-ΓΙΑΤΡΟΣ
Δε θέλει ρώτημα. Το πιο εντυπωσιακό εύρημα στον αρχαιολογικό χώρο του Εμπορίου είναι ο ανδριάντας του Ασκληπιού. Υψους άνω των 2 μέτρων, το άγαλμα του θεού της Ιατρικής ανακαλύφθηκε στον χώρο που λόγω του ευρήματος διαπιστώθηκε πως ήταν το θεραπευτικό ιερό της πόλης, το Ασκληπιείο. Χτισμένο κι αυτό χάρη στην επέκταση της πόλης, το Ασκληπιείο περιέκλειε τρεις λατρευτικούς ναούς, χώρους αναμονής και προσευχής των ασθενών καθώς και το άδυτο του ιερέα του θεού.






«Γλυκός για ανάπαυση», μας πληροφορεί η επιγραφή «ηδύκοιτος» πως είναι ο χώρος του συμποσίου στο ψηφιδωτό δαπέδου ενός σπιτιού.
Σήμερα στον χώρο βλέπουμε τα τετραγωνικά περιγράμματα του λατρευτικού συγκροτήματος, με το άγαλμα του θεού να ξεχωρίζει από μακριά. Δεν πρόκειται ασφαλώς για τον πρωτότυπο ανδριάντα αλλά για ένα αντίγραφο: το αυθεντικό εύρημα, η πιο πολύτιμη αρχαιολογική ανακάλυψη στην περιοχή, φυλασσόταν επί πολλά χρόνια στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Καταλονίας, στη Βαρκελώνη, και μόλις το 2008 μεταφέρθηκε στο παράρτημα του μουσείου, στον ίδιο τον χώρο του Εμπορίου, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την έναρξη των ανασκαφών.
Οταν έρθετε στο Εμπόριον, θα πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφτείτε το μουσείο και να δείτε εκεί τον ανδριάντα: φωτισμένος, σε μαύρο φόντο, ο Ασκληπιός φαντάζει υπέροχα επιβλητικός, σαν να μην πέρασε από πάνω του ούτε μία μέρα από τότε που διέσχισε τη Μεσόγειο για να έρθει έως εδώ. Κι όμως, έτσι είναι: το άγαλμα αυτό δεν κατασκευάστηκε εδώ αλλά στην Ελλάδα, και κατά πάσα πιθανότητα στη Δήλο. Φτιαγμένο σχεδόν εξ ημισείας από πεντελικό και παριανό μάρμαρο, είναι ένα από τα αριστουργήματα της δηλιακής γλυπτικής, και σίγουρα αποτελεί το πιο μακρινό από την Ελλάδα εύρημα αρχαιοελληνικής κατασκευής. Δεν είναι και λίγο να βρεθεί ένα γλυπτό, τέτοιων διαστάσεων μάλιστα, 2.000 χλμ. μακριά από το... σπίτι του!




Υπολείμματα των παλαιών τειχών της Νεάπολης.
ΕΜΠΟΡΙΟΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ Ο ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ
Ο θεός της Ιατρικής είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής του Εμπορίου, δεν μονοπωλεί ωστόσο το ενδιαφέρον. Η Αγορά, η Στοά, το ιερό του Σέραπι Δία, οι δεξαμενές, τα εργαστήρια επεξεργασίας του αλατιού και ο εντυπωσιακός κυματοθραύστης στην παραλία κερδίζουν το δικό τους μερίδιο «δημοσιότητας» στον αρχαιολογικό χώρο. Ο κυματοθραύστης, μάλιστα, από τα πιο εμβληματικά ευρήματα της αρχαίας πολιτείας, δεν ανακαλύφτηκε από την αρχαιολογική σκαπάνη: το αντίθετο, η σκόνη των αιώνων δεν τον σκέπασε ποτέ, ήταν πάντοτε ορατός και επί αμέτρητα χρόνια επιτελούσε το έργο για το οποίο κατασκευάστηκε, εκεί γύρω στον 1ο μ.Χ. αι. Και οι διαστάσεις του, συνολικού μήκους 82 μέτρων, πάχους 6 και ύψους 6,50 μέτρων φανερώνουν πως μάλλον έκανε αρκετά καλά τη δουλειά του.







Ενα από τα πηγάδια της παλιάς πόλης.
Τέλος, στο νότιο μέρος του αρχαιολογικού χώρου εκτείνεται η ρωμαϊκή πολιτεία, το Emporiae. Στρατιωτική εγκατάσταση αρχικά, εξελίχτηκε αργότερα σε ρωμαϊκή βάση και έπειτα σε κανονική πολιτεία, υπό την κυριαρχία πια των Ρωμαίων.
Αν και μέχρι σήμερα οι ανασκαφές δεν έχουν φέρει στο φως παρά το 20% της ρωμαϊκής πολιτείας, μπορούμε να δούμε στον χώρο υπολείμματα σπιτιών, τειχών και της συνέλευσης, του ρωμαϊκού φόρουμ. Σε ένα μάλιστα από τα σπίτια διατηρείται σχεδόν ανέπαφο ένα εκπληκτικής λεπτομέρειας ψηφιδωτό που καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια του δαπέδου της οικίας, που προφανώς ανήκε σε κάποιον ανώτερο αξιωματούχο του ρωμαϊκού Emporiae.






Ατενίζει τη θάλασσα ο Ασκληπιός, από το -κάποτε- άδυτο του ιερού του.
Ευχαριστούμε τον Dr. Joaquim Monturiol, υποδιευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Καταλονίας στο Empuries, και τον Eusebi Ayensa Prat, διευθυντή του Ινστιντούτου Θερβάντες Αθηνών, για την πολύτιμη βοήθειά τους.

Η... ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ
Eίναι 24 Οκτωβρίου 1909. Η έξαψη όλων στο συνεργείο ανασκαφών στο Empuries (Εμπούριες), δύσκολα περιγράφεται με λόγια: η σκαπάνη των αρχαιολόγων μόλις χτύπησε πάνω σε ένα μεγάλο κομμάτι μάρμαρο και όλοι, με πρώτο τον επικεφαλής των εργασιών Εμίλι Γκαντία (Emili Gandia), εύχονται αυτή να είναι επιτέλους η ανακάλυψη που τόσο καιρό περιμένουν.



 Τμήμα των δεξαμενών δίπλα στο σύμπλεγμα των ναών.

Τα λίγα λεπτά που περνούν μέχρι να καταφτάσει στο σημείο και ο υπεύθυνος της όλης προσπάθειας, ο αρχιτέκτονας και πολιτικός Τζουζέπ Πουτς ι Καδαφάλκ (Josep Puig i Cadafalch), φαντάζουν αιώνες. Καθώς το μάρμαρο σιγά σιγά καθαρίζεται, αποκαλύπτεται η μεγαλοπρεπής σιλουέτα ενός αγάλματος αρχαιοελληνικής τεχνοτροπίας. Δεν είναι ολόκληρο· λείπει το κομμάτι από το στέρνο και πάνω, που θα βρεθεί ωστόσο κι αυτό λίγο παραπέρα, μιαν εβδομάδα αργότερα. Είναι ο θεός της ιατρικής, ο Ασκληπιός, που έπειτα από αιώνες έρχεται ξανά στο φως, για να διηγηθεί ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της Καταλονίας. Και μάλιστα τη στιγμή που οι Καταλανοί το χρειάζονται περισσότερο από καθετί...
Στα τέλη του 19ου αι. και τις αρχές του 20ού, ολόκληρη η Καταλονία ζει έντονα το κίνημα της «Αναγέννησης», μια κοινωνική κινητοποίηση που στόχο έχει την επανάκτηση των θεσμών, της γλώσσας και της μισοχαμένης πια εθνικής ταυτότητας.





Ο μεγαλοπρεπής ανδριάντας του Ασκληπιού εντυπωσιάζει στο Αρχαιολογικό Μουσείο στο Εμπόριον. 
Μετά την υποταγή της Βαρκελώνης το 1714 στην κορώνα της Καστίλης, οι καταλανικοί θεσμοί είχαν σταδιακά διαλυθεί ενώ η γλώσσα είχε απαγορευτεί στη δημόσια εκπαίδευση ήδη από το 1857, με τον περίφημο «Νόμο Μογιάνο», που καθιστούσε υποχρεωτική τη διδασκαλία της ισπανικής στα σχολεία. Ετσι, εκεί γύρω στα μέσα του 19ου αι. ο πνευματικός κόσμος της Καταλονίας, καλλιτέχνες (κυρίως οι νεοεμφανιζόμενοι μοντερνιστές), συγγραφείς και εμβληματικές προσωπικότητες όπως ο ακαδημαϊκός Πομπέου Φάμπρα μπαίνουν μπροστάρηδες σ' αυτήν την πρωτοβουλία που πραγματικά βοήθησε τα μέγιστα ώστε οι Καταλανοί να ανακτήσουν μέρος της χαμένης κοινωνικής συνοχής αλλά και της αυτοπεποίθησής τους.
Σημαντικό βάρος της προσπάθειας της «Αναγέννησης» επωμίζονται οι αρχαιολόγοι, ιδιαίτερα όταν ο ίδιος ο πρόεδρος της Καταλανικής Κοινότητας Ενρίκ Πρατ ντε λα Ρίμπα γράφει στα 1906: «Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες στους αρχαιολόγους, εκείνοι είναι που μας παρέχουν αυτό που χρειαζόμαστε: την ψυχή της Καταλονίας».






Το κτίριο του Μουσείου δένει αρμονικά με τον περιβάλλοντα χώρο.
Για τους υπέρμαχους της «Αναγέννησης», είναι σημαντικό να καταδείξουν πως κάποιοι πρόγονοί τους κατάγονται από την κλασική Ελλάδα, πως ένα κομμάτι της ίδιας της ψυχής τους έχει γεννηθεί στον θεϊκό Ολυμπο! Και η αρχαιολογική σκαπάνη θα τους κάνει τελικά τη χάρη, ακριβώς σε μια περίοδο που οι ανασκαφές στο Εμπορείον έμοιαζαν ατελέσφορες...
Ετσι, 200 περίπου χρόνια μετά την εγκατάλειψή του, το Εμπόριον γίνεται ξανά κέντρο του ενδιαφέροντος· και όχι μόνο! Η ανασκαφή της αρχαίας πόλης από τους Γκαντία και Καδαφάλκ γίνεται πλέον εθνική υπόθεση και με εξαίρεση τα χρόνια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου (1936-1939) οι εργασίες δεν θα σταματήσουν μέχρι και σήμερα.







Πινάκιο με παράσταση αρχαιοελληνικού πλοίου. 
Το 2008 γιορτάστηκαν τα 100 χρόνια από την έναρξη των ανασκαφών, με την επιστροφή του αγάλματος του Ασκληπιού από τη Βαρκελώνη στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Εμπούριες ενώ εν έτει 2012 έχει ανασκαφεί περίπου το 25% του αρχαιολογικού χώρου.
Σήμερα, το Εμπορείον αποτελεί πια το πιο σημαντικό αρχαιολογικό μνημείο ολόκληρης της Ισπανίας, ανοιχτό βιβλίο ενός από τους πρώτους ιβηρικούς πολιτισμούς αλλά και «επιβεβλημένη» ιστορική επίσκεψη για όλους τους μαθητές και φοιτητές της Ισπανίας.
ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΙΒΗΡΙΚΗ;







Πήλινο δοχείο, από τα ευρήματα των ανασκαφών. 
Ηδη από τον 7ο αι. π.Χ., αυτόχθονες Iβηρες, συγκεντρωμένοι σε μικρούς οικισμούς, κατοικούσαν στη θέση που σήμερα βρίσκεται η Empuries, διατηρώντας συχνές εμπορικές επαφές με Φοίνικες και Eλληνες, ανταλλάσσοντας κυρίως σιτηρά με κρασί. Στα 576 π.Χ. Φωκείς έμποροι αποφάσισαν να εγκαθιδρύσουν μια δική τους βάση δίπλα σε αυτούς τους οικισμούς, δημιουργώντας μια από τις πρώτες ελληνικές αποικίες στην ιβηρική χερσόνησο.
Ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων γράφει πως η αρχική θέση της νέας βάσης, η Παλαιά Πόλις, ήταν σε ένα μικρό νησάκι ακριβώς στις τότε εκβολές του ποταμού Fluvia (Φλουβιά), που σήμερα πια αποτελεί μέρος της ξηράς. Καθώς ο οικισμός αναπτυσσόταν, η ανάγκη για περισσότερο χώρο ώθησε γρήγορα τους κατοίκους να μετακινηθούν περίπου μισό χιλιόμετρο νοτιότερα, στο κομμάτι της Νέας Πόλης, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος. Η αποικία ονομάστηκε Εμπόριον και η ανάπτυξή της, χάρη στη στρατηγική της θέση αλλά και τη συνεργασία αποίκων και αυτόχθονων Ιβήρων, έφτασε γρήγορα σε αξιοσημείωτα επίπεδα: ήδη από τον 4ο αι. π.Χ. το Εμπόριον έκοψε και χρησιμοποιούσε το δικό του νόμισμα, με τα διακριτικά της πόλης.







Το ευδιάκριτο ελληνικό κείμενο της επιγραφής δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τις εμπορικές δραστηριότητες στην πόλη.
ΤΟ ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ
Για την αμυντική προστασία του Εμπορίου, τον 4ο αι. π.Χ. κατασκευάστηκε τείχος από ασβεστόλιθο στη νότια πλευρά της Νέας Πόλης. Δύο αιώνες αργότερα το τείχος μετατοπίστηκε περίπου 25 μ. νοτιότερα, φτάνοντας να καλύπτει μια έκταση 200 μ. επί 130 μ., χωρίζοντας παράλληλα το Εμπόριον και από τους ιβηρικούς οικισμούς.
Από αυτήν την οχυρωματική κατασκευή, αλλά και τις μεταγενέστερες προσθήκες που ιστορικά γνωρίζουμε πως έγιναν, έχουν ανακαλυφθεί μονάχα κάποια τμήματα, κυρίως στην πλευρά της σημερινής εισόδου στον αρχαιολογικό χώρο.Με την επέκταση των τειχών, ο χώρος που απελευθερώθηκε χρησιμοποιήθηκε κυρίως για την ανέγερση λατρευτικών κτιρίων και ναών, όπως το Σαραπείον, ναός αφιερωμένος στον Δία Σάραπιν και την Ισιδα. Σημαντικότερο όλων, όμως, ήταν ασφαλώς το Ασκληπιείο, αφιερωμένο στον θεραπευτή θεό της ιατρικής. Λατρευτικό και θεραπευτικό κέντρο συνάμα, το Ασκληπιείο συγκέντρωνε αμέτρητους πιστούς που έρχονταν από πολύ μακριά με την ελπίδα να απαλλαγούν από μακροχρόνια προβλήματα υγείας που τους ταλαιπωρούσαν.





Τμήμα των τειχών της Νέαπολης, με τους τεράστιους ογκόλιθους. 
Το συγκρότημα του Ασκληπιείου αποτελούσαν τρεις συνολικά ναοί και το άδυτον, όπου διανυκτέρευαν οι ασθενείς, προκειμένου να εξαγνιστούν και στη συνέχεια να περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους για να λάβουν την πολυπόθητη θεραπεία από τον Ασκληπιό. Στο βάθος του κυρίως ναού, εκεί που μόνο ο αρχιερέας είχε δικαίωμα να μπει, βρισκόταν το μεγαλοπρεπές άγαλμα του Ασκληπιού, με ύψος πάνω από δύο μέτρα. Δεν είχε φτιαχτεί εδώ στο Εμπόριον αλλά μάλλον στη Δήλο και για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο για το μεγαλύτερο μέρος του και παριανό για το τμήμα από το στέρνο και πάνω. Είναι το ίδιο άγαλμα που έπειτα από 2.000 χρόνια θα ανακαλύψει η αρχαιολογική ομάδα του Emili Gandia· μέχρι τότε όμως θα μεσολαβήσουν πολλά ακόμη...
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΚΜΗ







Μια σωστή «καρδιά» σχηματίζει αυτή η δεξαμενή, από τα περίεργα «παιχνίδια» της αρχαιολογικής σκαπάνης. 
Μέχρι τα τέλη του 2ου αι. π.Χ. το Εμπόριον διατηρούσε ακόμη τη μεγάλη οικονομική του ισχύ στη Δυτική Μεσόγειο, απολαμβάνοντας την ευημερία που του εξασφάλιζαν οι εμπορικές του δραστηριότητες. Από το Εμπόριον θα πάρει μάλιστα το όνομά της και ολόκληρη η ευρύτερη περιοχή, που σήμερα ονομάζεται Empurda (Εμπουρδά), εύγλωττη απόδειξη του κύρους της πόλης. Η εποχή αυτή, ωστόσο, σηματοδοτεί την όλο και αυξανόμενη παρουσία των Ρωμαίων στην περιοχή, κάτι που σε βάθος χρόνου θα σημάνει και την αρχή του τέλους για την ελληνική πόλη. Το 218 π.Χ., κατά τη διάρκεια του 2ου Καρχηδονιακού Πολέμου, αποβιβάστηκε στο Εμπόριον ισχυρή στρατιωτική δύναμη από τη Ρώμη, με επικεφαλής τον Γάιο Κορνήλιο Σκιπίωνα. Σκοπός τους ήταν να ανακόψουν τον ανεφοδιασμό του Καρχηδόνιου στρατηλάτη Αννίβα, που κατευθυνόταν προς την Αιώνια Πόλη· θα καταφέρουν, ωστόσο, κάτι παραπάνω: να θεμελιώσουν τη ρωμαϊκή παρουσία στην ιβηρική, φτάνοντας μέχρι τη σημερινή Ταρραγόνα και την ευρύτερη περιοχή του ποταμού Εβρου.






Ενα πηγάδι, μέρος του αποχετευτικού συστήματος της πόλης.

Το 195 π.Χ. ο Μάρκος Πόκιος Κάτων εγκατέστησε δίπλα ακριβώς στο Εμπόριον μια στρατιωτική βάση, που δεν άργησε να αναπτυχθεί και γύρω στα τέλη του 1ου αι. π.Χ. έφτασε ουσιαστικά να ενωθεί με το Εμπόριον, σχηματίζοντας τη ρωμαϊκή πια πόλη Municipium Emporiae. Μετά την ολοκληρωτική κατάκτηση της Ισπανίας από τους Ρωμαίους και ιδιαίτερα μετά το 48 π.Χ. και την επικράτηση του Ιούλιου Καίσαρα στην αναμέτρησή του με τον Πομπήιο ?το Emporiae είχε ταχθεί υπέρ του δεύτερου? η πόλη άρχισε πλέον να παρακμάζει.
Τρεις αιώνες αργότερα, η Νέα Πόλη και το ρωμαϊκό τμήμα του Emporiae ?όπως το ονόμαζαν οι Ρωμαίοι? είχε ήδη εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους, που μετοίκησαν στην Παλαιά Πόλη και τον σημερινό Sant Marti d'Empuries (Σαντ Μαρτί ντ'Εμπούριες).






Μέρος των ασβεστολιθικών τειχών.
Κατά την περίοδο αυτή, ένα κομμάτι της εγκαταλελειμμένης πόλης χρησιμοποιήθηκε μάλιστα ως νεκροταφείο. Χρειάστηκε να περάσουν κοντά πέντε αιώνες και οι Φράγκοι να επικρατήσουν των Αράβων στην περιοχή, για να ακουστεί και πάλι το όνομα του Εμπορίου.
Τον 8ο αι. μ.Χ. έγινε πρωτεύουσα κομητείας, τίτλο που κράτησε μέχρι και τον 11ο αι. όταν και μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα λίγο βορειότερα, στο Castello d'Empuries (Καστελιό ντ-Εμπούριες).
Καθώς οι γειτονικές πόλεις Gerunda (Γερούνδα, σημερινή Girona, Τζιρόνα), Barcino (Μπαρκίνο, η σημ. Βαρκελώνη) και Tarraco (Ταράκο, η σημερινή Ταρραγόνα) αναδεικνύονταν σε νέα εμπορικά και οικονομικά κέντρα, το Sant Marti d'Empuries παρήκμασε πια οριστικά. Τον 17ο αι. ντόπιοι ψαράδες ίδρυσαν στη νότια πλευρά του κόλπου Roses την πόλη L'Escala (Λ'Εσκάλα) και για την κατασκευή των σπιτιών τους μετέφεραν αρκετές πέτρες από το Εμπόριον στη νέα πόλη, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικό υλικό. Η πάλαι ποτέ ισχυρή εμπορική δύναμη της περιοχής έμελλε πια να παραδοθεί στην αφάνεια για πολλούς αιώνες...

αναδημοσίευση από ΕΘΝΟΣ.gr
http://www.ethnos.gr/entheta.asp?catid=23526&subid=2&pubid=63655700 

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

ΥΠΕΡΒΟΡΕΟΙ ΚΑΙ ΔΗΛΟΣ



Δύο ενδιαφέροντα κείμενα για τα θέμα των Υπερβορέων και της σχέσης τους με τη νήσο της Δήλου, θα παραθέσουμε εδώ, σε αναδημοσίευση από τον ιστοχώρο ΔΗΜΟΘΟΙΝΙΑ http://www.fourakis-kea.com/forum/viewtopic.php?f=12&t=5101 , στον οποίο αναρτήθηκαν από την Αμαλία Κατσούλα, Πέμ 01/12/2011 04:33 ,η οποία επιμελήθηκε την παρουσίαση του θέματος και εδώ, ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ.




Α. Απόσπασμα από την διδακτορική διατριβή της Ζώζης Παπαδοπούλου. Ιονίου Πανεπιστημίου Τμήματος Μουσικών Σπουδών.

 
Ο Απόλλων αποχωρεί για την Υπερβορεία σε φτερωτό τρίποδα, (Αττική υδρία, Museo Gregoriano Etrusco, Vatican)


Η βασικότερη πηγή μας για τους Υπερβόρεους είναι ο Ηρόδοτος , ο οποίος λέει ότι οι Δήλιοι είχαν στενή σχέση μαζί τους φέροντας τακτικά προσφορές από τη μακρινή τους χώρα.Μας πληροφορεί ότι -σύμφωνα με τους Δήλιους- έφθασαν στο νησί δύο ζεύγη παρθένων η ΄Ωπις και η ΄Αργη " μαζί με τους θεούς" χωρίς να γυρίσουν πίσω και αργότερα η Λαοδίκη και η Υπερόχη. Προς τιμήν τους οι γυναίκες τις Δήλου κάνουν εράνους και τις καλούν με τ΄όνομά τους.Απ΄αυτές έμαθαν και οι ΄Ιωνες και οι νησιώτες να τις υμνούν και να σπορπούν τη σποδό από τα καμμένα κρέατα της θυσίας πάνω στη θήκη της ΄Ωπης και της ΄Αργης, που βρίσκεται πίσω από το Αρτεμίσιο στραμμένη στην Ανατολή."των μηρίων καταγιζομένων επί τω βωμώ την σποδόν ταύτην επί την θήκην την Ωπιός τε και ΄Αργης αναισιμούσθαι επιβαλλομένην. Η δε θήκη αυτέων εστί όπισθε του Αρτεμισίου, προς ηώ τετραμμένην, αγχοτάτω του Κυίων ιστιητορίου".
Ο Παυσανίας αναφέρει μεταξύ άλλων ότι οι ΄Ελληνες από τους Δηλίους έμαθαν το όνομα της ΕΙλείθυιας "Σε μικρή απόσταση είναι χτισμένος ένας ναός της Ειλείθυιας, για την οποία λένε πως ήρθε από τους Υπερβόρειους στη Δήλο και βοήθησε τη Λητώ στους πόνους του τοκετού. ...Οι Δήλιοι κάνουν και θυσίες στην Ειλείθυια και ψάλλουν ΄και ένα σχετικό μ΄αυτήν ύμνο του Ωλήνα....."
Ξαναγυρίζοντας στον Ηρόδοτο γεννάται η απορία στη φράση " άμα αυτοίσι τοίσι θεοίσι απικέσθαι".Τί σημαίνει που έφθασαν συγχρόνως με τους Θεούς; Και ποίοι είναι αυτοί οι Θεοί που ήρθαν με την ΄Ωπη και την Άργη, αν όχι η ΄Αρτεμις και ο ΑΠόλλων που γεννήθηκαν εκει; Η Λητώ και Ειλίθυια δεν ήρθαν ταυτόχρονα.Μήπως ο Απόλλων δεν γεννήθηκε εκεί;

Μετά τις δύο αυτές παρθένους έφθασαν και η Λαοδίκη και η Υπερόχη, φέροντας προσφορές για τη συμπαράσταση στο θείκό τοκετό. ΑΥτές ήταν τυλιγμένες σε άχυρα σταριού "ιερά ενδεδεμένα εν καλάμη πυρών ", συνήθειες που έχουν και οι γυναίκες της Θράκης,όταν θυσιάζουν στην Αρτέμιδα.Με το δεύτερο ζεύγος των παρθένων έρχονται και πέντε άνδρες πολίτες ως πομποί, δηλ οδηγοί συνοδοί, που λέγονταν Περφερέες και τιμώνταν ιδιαίτερα. Επειδή , κατά τους Δήλιους, οι απεσταλμένοι δε γύρισαν ποτέ πίσω, οι Υπερβόρεοι,φοβούμενοι ότι αυτό θα μπορούσε να ξανασυμβεί, έστελναν τα ιερά ως τα σύνορα του γειτονικού λαού και τα προωθούσαν από έθνος σε έθνος ΄μέχρι τη Δήλο. Προς τιμήν των υπερβορέων αυτών νέων, αγόρια και κορίτσια κόβουν τα μαλλιά τους. τα κορίτσια πριν το γάμο τους κόβουν έναν πλόκαμο, τον τυλίγουν γύρω από ένα αδράχτι και τον τοποθετούν στο μνημείο που είναι αφιερωμένο σ΄αυτές τις παρθένους, ενώ τά αγόρια τυλίγουν λίγες τρίχες γύρω από μερικά χόρτα και τα αποθέτουν στο ίδιο μνημείο. Τα ιρά φθάνουν στη Δήλο ακολουθώντας την εξής διαδρομή; πρώτοι παραλαμβάνουν οι Σκύθες και ύστερα, προωθούμενα από τους γείτονές τους φθάνουν δυτικά στην Αδριατική. από εκεί στέλνονται προς τα νότια και πρώτοι από τους ΄Ελληνες τα παίρνουν οι Δωδωναίοι, στη συνέχεια κατεβαίνουν στον Μηλιέα κόλπο, περνούν απέναντι στην Εύβοια και από πόλη σε πόλη φτάνουν στην Κάρυστο, Οι ίδιοι οι Καρύστιοι τα πηγαίνουν στην Τήνο παρακάμποντας την ΄Ανδρο και τέλος οι Τήνιοι τα φέρνουν στη Δήλο. Το τί περιελάμβαναν οι προσφορές αυτές έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις κατά καιρούς. ότι επρόκειτο για ήλεκτρο, αυγά κύκνων , μέλι,κλπ . έχει επισημανθεί ορθώς ότι τα κείμενα μας μιλούν για ιερά δράγματα ασταχύων και επομένως το πιθανότερο ήταν ότι επρόκειτο για κάτι φθαρτό, αναλώσιμο, εφόσον άλλωστε σε κανένα κατάλογο δεν καταχωρείται κάποιο πολύτιμο ανάθημα των Υπερβορέων.
Ο Ηρόδοτος δίνει τοπογραφικές πληροφορίες για τον τάφο των Υπερβόρεων αυτών - το Σημα Λαοδίκης και Υπερόχης- στο δηλιακό ιερό που βρίσκεται, μέσα στο τέμενος της Αρτέμιδος,στ΄αριστερά καθώς μπαίνει κανείς και πλάι του έχει φυτρώσει μια ελιά. Επίσης αναφέρει ότι πίσω από το Αρτεμίσιο, υπάρχει ένας άλλος τάφος -η Θήκη- προφανώς ίδιας εποχής με το Σήμα. Σε αυτή τη θήκη κείτεται η ΄Ωπις και η ΄Αργη, τις οποίες οι νησιώτισσες τιμούν με ύμνους. Οι τάφοι των ΥΠερβορέων εντοπίστηκαν ανασκαφικά και χρονολογούνται στην πρώιμη ή μέση Χαλκοκρατία περίπου 2000-1500 πχ. Η λατρεία τους διατηρήθηκε σε όλη την αρχαική εποχή. Η Θήκη δεν περιείχε καμμιά προσφορά πιό πρόσφατη από τη μυκηναική περίοδο, αλλά η λατρεία συνεχίστηκε , αν κρίνουμε από το γεγονός ότι οι Αθηναίοι τηνπερίοδο της α΄και β΄κάθαρσης διατήρησαν το μνημείο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στη Θήκη έριχναν τις στάχτες από την καύση των ζώων μετά τη θυσία.Στο σήμα βρέθηκαν αντικείμενα της αρχαϊκής περιόδου, ένα κεφάλι κούρου, μιά φτερωτή σφίγγα , αγγεία κλπ. ενώ ένας προστατευτικός τοίχος κτίστηκε την ελληνιστική εποχή μετατρέποντας το Σήμα σε άβατον.
Παραστάσεις Υπερβορέων υπάρχουν και σε άλλα νησιά, όπως στη Μήλο (αμφορέας με τον Απόλλωνα κιθαρωδό που φθάνει σε άρμα από τους Υπερβόρεους).
Λητώ , η υπερβορεία μητέρα του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος


Ο Καλλίμαχος στον ύμνο εις Δήλον αναφέρει τρεις κόρες από τους Υπερβόρεους,
Πρώται τοι ταδ΄ένεικαν από ξανθών Αριμασπών
Ούπις τε Λοξώ και ευαίων Εκαέργη,
θυγατέρες Βορέαο, και άρσενες οι τοτ΄άριστοι
ηιθέων.ουδ΄οι γε παλιμπετές οίκαδ΄ίκοντο,
εύμοιροι δ΄εγένοντο, και ακλέες ούποτ΄εκείνοι.
η τοι Δηλιάδες μεν, ότ΄ευηχής υμέναιος
ήθεα κουράων μορμύσσεται, ήλικα χαίτην
παρθενικαίς, παίδες δε θέρος το πρώτον ιούλων
άρσενες ηιθέοισιν απαρχόμενοι φορέουσιν.

Σύμφωνα με τον ποιητή λοιπόν, πρώτες έφθασαν από τους ξανθούς Αριμασπούς η Ούπις , η Λοξώ και η καλότυχη Εκαέργη, οι θυγατέρες του Βοριά συνοδευόμενες από τα καλύτερα παλλικάρια. Κανείς από τους απεσταλμένους δεν ξαναγύρισε πίσω, αλλά στάθηκαν τυχεροί γιατί η δόξα τους δεν έσβησε.
Παρατηρούμε ότι οι μύθοι που σχετίζονται με τις Υπερβόρεες παρθένους αποδεικνύουν στενή σχέση μεταξύ του Απόλλωνα και της ΄Αρτεμης και οι προσφορές συνδέονται εξίσου και με τις δύο θεότητες, όπως φαίνεται και από τα ονόματα των παρθένων που αποτελούν επικλήσεις τις μίας ή της άλλης θεότητας.

Η Ούπις συνδέεται στενά με την Αρτέμιδα, τη Δήμητρα, τη Ρέα, αλλά και την Εκάτη, και σχετίζεται με τις τελετουργίες του καθαρμού. Εϊναι μία πρώιμη θεότητα που απρροφήθηκε από τη λατρεία της Αρτέμιδος,Η σύγχυση των δύο μορφών και η σχέση τους με τη Δήλο διαφαίνεται στο μύθο του Ωρίωνα. Σύμφωνα με απόσπασμα του Ευφορίωνα, τον Ωρίωνα άρπαξε η Ηώς από την Τανάγρα και τον μετέφερε στη Δήλο, όπου είδε την αμαλλοφόρο(αυτή του μετέφερε τις προσφορές) Ούπι και θέλησε να τη βιάσει. Θύμωσε λοιπόν η ΄Αρτεμις και τον σκότωσε. Την ΄Αρτεμη επεχείρησε να βιάσει ο Ωαρίων, λέει ο Καλλίμαχος στο ύμνο του στη Θεά.
Σε άλλη παράδοση ο Ωρίων τοξεύθηκε από την ΄Αρτεμη είτε γιατί αποπειράθηκε να βιάσει την Ούπη είτε γιατί θέλησε να παραβγεί στο δίσκο με τη θεά.
Το όνομα Ούπις κατά το Μέγα Ετυμολογικό, προέρχεται από το ρήμα οπίζεσθαι και η Ούπις είναι" αυτή που βλέπει "ειδικά τις γυναίκες στις ωδίνες του τοκετού και αργότερα τις καλές και κακές πράξεις του ανθρώπου και γι΄αυτό ταυτίζεται και με τη Νέμεση.
Ο Καλλίμαχος στον ύμνο προς τιμήν της Αρτέμιδος, μιλά για μία χορική τελετή των Αμαζόνων στην ΄Εφεσο, μπροστά στο ξόανο της θεάς την οποία ονομάζει "βασίλισσα Ούπι".
Εξάλλου και τα άλλα δύο ονόματα των παρθένων συνδέονται με τους δύο θεούς, η Λοξώ παραπέμπει στην μαντική ικανότητα του Απόλλωνα που προσδιορίζεται από το επίθετο Λοξίας, ενώ Εκαέργη προσδιορίζει και της δύο θεότητας.(διάσπαση της θεικής ενότητας σε πολλαπλές ιδιότητες.
Οι Υπερβόρεοι είναι συνδεδεμένοι με αγερμούς που τελούνται και στην Αθήνα, και συγκεκριμένα με το έθιμο της ειρεσιώνης. Σύμφωνα με τη Σούδα, όταν έπεσε λοιμός στη γή, ο Απόλλων είπε στους Αθηναίους να κάνουν θυσία στη Δήμητρα και για το λόγο αυτό συγκεντρώνονται στην Αθήνα απαρχές καρπών από όλα τα μέρη. Μάλιστα σύμφωνα με τον Αρποκρατίωνα, πρεσβεύτής στην Αθήνα με αφορμή το λοιμό ήρθε ο υπερβόρεος ΄Αβαρις. Υπάρχει άποψη ότι οι υπερβόρεες προσφορές υπήρχαν καταρχήν στην Αθήνα και από εκεί πέρασαν στη Δήλο, η οποία δεν είχε καλλιέργεια γής, ούτε σχέση η Δήμητρα με τον Απόλλωνα.
Η προσπάθεια των Αθηναίων να συνδέσουν την πόλη τους με τους θεμελιώδεις μύθους της Δήλου αντικατοπτρίζεται στην περιγραφή του Παυσανία σχετικά με τη διαδρομή των προσφορών των Υπερβορέων. Φαίνεται πως κάποια περίοδο που οι Αθηναίοι είχαν τον πρώτο λόγο στο νησί (ίσως μετά τη β΄κάθαρση) άλλαξαν τη διαδρομή, εδραιώνοντας έτσι τη μυθική τους σχέση με τη Δήλο και τον ΑΠόλλωνα, όσο και με τους Υπερβόρεους. Ο Παυσανίας λοιπόν αναφέρει ότι στις Πρασιές (σημερινό Πόρτο Ράφτη) υπήρχε ναός του Απόλλωνα και εκεί έφταναν οι προσφορές των ΥΠερβορέων. Η μεταφορά γινόταν όπως την παραδίδει ό Ηρόδοτος, χέρι με χέρι, αλλά από ανατολικά: Από τους Αριμασπούς, στους Ισσηδόνες, μέσω των Σκυθών στη Σινώπη και από ΄Ελληνες έρχονται στις Πρασιές της Αττικής, όπου οι Αθηναίοι τις πηγαίνουν στη Δήλο. Οι απαρχές είναι κρυμμένες σε άχυρο και κανείς δεν τις βλεπει.Μάλιστα για ν΄αποδείξουν οι ΑΘηναίοι την αρχαιότητα της αποστολής των προσφορών μέσω Πρασιών αναφέρουν ότι εκεί βρίσκεται το ΄αγαλμα του Ερυσίχθωνα που πνίγηκε γυρνώντας από μία τέτοια θεωρία.
Σχετικά με τις παρθένους ο Παυσανίας, διατηρεί το σχήμα των δύο αποστολών αλλά η διαφορά από τον Ηρόδοτο είναι ότι δεν υπάρχει η Λαοδίκη και η Υπερόχη, αλλά και στη θέση τους μπαίνει η Αχαιία, για την οποία ο Ωλήν έγραψε έναν ύμνο και μετά ο Μελάνωπος, ο οποίος λέει ότι πριν την Αχαιία, ήρθαν στη Δήλο η ΄Ωπις και η Εκαέργη.
Είναι σαφές ότι τόσο από τον Ηρόδοτο ,΄οσο και από την ποιητική παράδοση , έχουμε δύο αποστολές και επομένως δύο τελετουργίες σχετικές με τις Υπερβόρεες.Μία προς τιμήν της ΄Ωπης και της ΄Αργης,η οποία τελείται μόνο από γυναίκες και πρόκειται για τον ύμνο του Ωλήνα και μία που συνδέεται με το δεύτερο ζεύγος των παρθένων, που συνοδεύονται από 5 αγόρια και συνδέεται με την ενηλικίωση των νέων και μάλιστα στην περίοδο προ του γάμου , σύμφωνα με τον Καλλίμαχο " όταν ακουστεί ο μελωδικός υμέναιος".
Στο πέρασμα των αιώνων τα δύο ζεύγη των παρθένων έγιναν ένα και η λατρεία τους ενοποιήθηκε.Η Λαοδίκη και η Υπερόχη συνδέονται με την Ειλείθυια , η ¨Ωπις και η ΄Αργη με την Αρτέμιδα.Αργότερα η ΄Αρτεμις απορρόφησε την Ειλείθυια.΄Ισως μάλιστα χάθηκε και η λατρευτική αυτονομία των Υπερβορέων, καθώς αυτές απορροφήθηκαν μέσα στη λατρεία του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος, οι οποιοι δανείστηκαν όχι μόνο τα ονόματά τους αλλά και το πεδίο δράσης τους και το τελετουργικό της λατρείας τους,ενώ οι τελετουργίες των παρθένων ενσωματώθηκαν στις εορτές και τη λατρεία της ιερής δηλιακής τριάδας.


Οι αρχαίοι γενικά είχαν την αντίληψη ότι η χώρα των Υπερβορέων ήταν ένας επίγειος παράδεισος πλημμυρισμένος από μουσική και χορούς με χαρακτηριστικά ανάλογα των θεικών κοινωνιών. Οι παρθένοι που ξεκινούν από μη μακρυνή χώρα του Βορρά να επισκεφθούν το νεογέννητο θεό στη Δήλο, προέρχονται από ένα λαό ο οποίος απολαμβάνει όλα τα αγαθά των αθανάτων, ζει με διαρκή γιορτή και δε γνωρίζει αρρώστια και θάνατο. Πίνδαρος 10ς Πυθ.43 .Η Υπερόχη ,όπως δηλώνει το όνομά της είναι η χορηγός που ξεχωρίζει από το χορευτικό κύκλο της μυθικής της πατρίδας και ηγείται της πομπής από τη χώρα την Υπερβορέων προς το νησί της Δήλου.Στη χώρα αυτή, όπως γράφει ο Πίνδαρος «υπάρχουν παντού χοροί παρθένων και λυρών βοές και αυλών αντίλαλοι 10ς Πυθ.39-40.
Η ιδιαίτερη σημασία της προσφοράς των πρωτων καρπών στο δηλιακό μύθο, βρίσκεται και στον τόπο της προέλευσής τους.έρχονται από έναν επίγειο παράδεισο, μία γη τόσο καρπερή που δίνει δυό φορές το χρόνο καρπούς . Οι μυθικοί κάτοικοί του σχεδον ημίθεοι ζουν μια ζωή γεμάτη χορούς και θυσίες προς τιμήν του Απόλλωνα.
Η μούσα δεν τους εγκαταλείπει ποτέ. Δεν αρρωσταίνουν ούτε γερνούν, ούτε απειλούνται από πόλεμο και τιμωρία, δεν υφίστανται τα δεινά των θνητών. Ως διάμεσο μεταξύ θεών και ανθρώπων, απολαμβάνουν όλες τις ιδιότητες που και οι ΄Ιωνες, παραλήπτες των τραγουδιών και των προσφορών τους, απολαμβάνουν την ώρα της δικής τους εορτής.

΄Όπως γράφει ο Πίνδαρος, κανείς θνητός , ούτε από στεριά ,ούτε από θάλασσα κατόρθωσε να βρει τη χώρα των Υπερβορέων(ναυσί δ΄, ούτε πεζός ιών κεν εύροις ες Υπερβορέων αγώνα θαυμαστόν οδόν)μία εικόνα που παραπέμπει στην Αστερία, το νησί που πλανιόταν στο Αιγαίο, πριν ο Απόλλωνας θεμελιώσει επάνω του ένα μεγάλο ιερό, στην καρδιά των Κυκλάδων.
Εξαίρεση ο Περσέας που κάθησε στο τραπέζι των Υπερβορέων, «στα δώματά τους μπήκε, του βρήκε να προσφέρουν στο θεό εξαίσιες όνων εκατόμβες και χαίρεται πολύ με τις αδιάκοπες γιορτές και με τους ύμνους ο Απόλλων και γελάει σαν βλέπει την άγρια φωνή των άσκημων ζώων «παρ΄οις ποτε Περσεύς εδαίσατο λαγέτας, θώματ΄εσελθών,κλειτάς όνων εκατόμβας, επιτόσσαις θεώ,ρέζοντας ών θαλίαις έμπεδον ευφαμίαις τε μάλιστ’ Απόλλων χαίρει, γελά θ΄ορών ύβριν ορθιάν κνωδάλων»
Απ΄τη ζωή τους πουθενά δε λείπει η Μούσα΄παντού χοροί παρθένων και λυρών βοές κι αυλών αντίλαλοι δονούνε τον αέρα. Με χρυσές δάφνες έχοντας τα μαλλιά τους δεμένα γλεντοκοπούν όλο χαρά.κι ούτε οι αρρώστιες, ούτε τα φριχτά γεράματα την άγια αυτή γενιά δεν βασανίζουν .μακριά από κόπους μακριά από μάχες ζουν ήσυχοι χωρίς το φόβο της Νέμεσης, που του δικαίου είναι ασπίδα « Αλλά και ο Ηρακλής, κατά μία παράδοση τους επισκέφθηκε την εποχή που κυνηγούσε το ελάφι της Κερύνειας και μετέφερε από κει το σπόρο της ελιάς για να στεφανώσει τους Ολυμπιονίες Παυσανίας 5.7.7. Κομισθήναι δε εκ της υπερβορέων γης τον κότινον φασιν υπό του Ηρακλέους ες έλληνας, είναι δε ανθρώπους οι υπέρ τον άνεμον οικούσι τον Βορέαν.
Την ευτυχισμένη γη των Υπερβορέων περιγράφει ο Εκαταίος ο Αβδηρίτης στο έργο του Περί Υπερβορέων από το οποίο σώζονται κάποια αποσπάσματα.Σύμφωνα με μία παράδοση εκεί γεννήθηκε η Λητώ και γι΄αυτό οι Υπερβόρεοι κατεξοχήν τιμούν τον Απόλλωνα. «Είναι όλοι τους ένα είδος ιερέων του Απόλλωνα επειδή ολημερίς τον υμνούν με ωδές και τον τιμού ξεχωριστά. ΄Εχει μάλιστα τέμενος και ναό σφαιρικό στο σχήμα με πλούσια αναθήματα «μυθολογούσι δ΄εν αυτήι την Λητώ γεγονέναι διό δια τον Απόλλω μάλιστα των άλλων θεών παρ΄αυτοίς τιμάσθαι.είναι σ΄αυτούς ώσπερ ιερείς τινας Απόλλωνος δια το τον θεόν τούτον καθ΄ημέραν υπ΄αυτών υμνείσθαι μετ΄ωιδής συνεχώς και τιμάσθαι διαφερόντως υπάρχειν δε και κατά την νήσον τέμενος τε Απόλλωνος μεγαλοπρεπές και ναόν αξιόλογον αναθήμασι πολλοίς κεκοσμημένον,σφαιροειδή τώι σχήματι.
Στη χώρα των Υπερβορέων υπάρχει μια ιερή πόλη του θεού, της οποίας οι περισσότεροι κάτοικοι είναι κιθαριστές και υμνούν συνεχώς το θεό παίζοντας την κιθάρα, τραγουδώντας στο ναό του και αποσεμνύοντες τις πράξεις του « και πόλιν μεν υπάρχειν ιεράν του θεού τούτου, των δε κατοικούντων αυτήν τους πλείστους είναι κιθαριστάς, και συνεχώς εν τώι ναώι κιθαρίζοντας ύμνους λέγει τώι θεώι μετ΄ωιδής, αποσεμνύνοντας αυτού τας πράξεις.
Η χώρα των Υπερβορέων έχει και δω αρχετυπικό χαρακτήρα που βρίσκει την ανθρώπινη πραγμάτωσή του στη Δήλο. Οι Μούσες δεν αποδημούν ούτε από εκεί _ τουλάχιστον αυτό μεταφέρουν οι ποιητικές και ηχητικές εικόνες του Καλλίμαχου και του Ομήρου αλλά ενυπάρχουν στους χορούς που υμνούν το Θεό. Η στενή σχέση Δήλου και Υπερβορέων, δύο λαών –ιερέων του Απόλλωνα εκφράζεται και στη μουσική συγγένειά τους στο επίπεδο της λατρείας. Δεν είναι τυχαίο ότι στο άγαλμα του Δηλίου Απόλλωνα που δυστυχώς δε σώθηκε παρά σε νομίσματα και σφραγίδες της ελληνιστικής περιόδου, παριστάνεται ο θεός με τις τρεις Χάριτες στο ένα χέρι, οι οποίες κρατούν λύρα, αυλούς και σύριγγα, τα όργανα που συνοδεύουν, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τη μεταφορά των προσφορών από τη χώρα των Υπερβορέων στη Δήλο.
Η μαρτυρία του Πλουτάρχου μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος θεολογικής ερμηνείας της χρήσης των οργάνων αυτών στη λατρεία του Απόλλωνα. Το μακρύ προσκύνημα αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία , εφόσον στη Δήλο δεν φτάνουν μόνο οι προσφορές αλλά και η μουσική των λαών από τους οποίους περνούν και η φωνή και η γλώσσα τους. Ο όρος απαρχαί άλλωστε έχει χρησιμοποιηθεί για να δηλώσει όχι μόνο φυσικούς αλλά και πνευματικούς καρπούς.Φορέας των μουσικών αυτών φωνών εκτός από τους ιερείς και τους θεωρούς, υπήρξε το πλήθος των καλλιτεχνών που συνέρρεαν στο ιερό νησί από τα αρχαϊκά ως τα ελληνιστικά χρόνια φέροντος ό,τι καλύτερο, σε καλλιτεχνικό επίπεδο, προς τιμήν του Μουσηγέτη θεού.
 Β. Η Υπερβόρεια Παράδοση
( γενικότερες απόψεις από το βιβλίο ΥΠΟΧΘΟΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ του Δ.ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ)



Είναι γνωστές οι Ελληνικές παραδόσεις για τους Υπερβορείους και ιδιαίτερα για τον
Υπερβόρειο Απόλλωνα και τον «αιθεροβάτη», ιπτάμενο και ταξιδεύοντα πάνω σε ένα βέλος,
ιερέα του Άβαρη (α+βάρος, δηλαδή ο αβαρής!). Είναι ακόμα γνωστή η εκδοχή στην
Ελληνική μυθολογία ότι η Λητώ, η μητέρα του Απόλλωνα, καταγόταν από τη χώρα των
Υπερβορείων, από την οποία αναχώρησε μεταμφιεσμένη σε λύκαινα (λύκη=φως, απ’ όπου
και ο Λύκιος Απόλλωνας, το λυκαυγές, το λυκόφως και η αμφιλύκη). Τη μυθική αυτή
περιοχή, που εθεωρείτο σαν ένα είδος επίγειου παράδεισου οι Έλληνες την τοποθετούσαν στο
έσχατο βόρειο άκρο του τότε γνωστού κόσμου (Ultima Thule), στις πολικές περιοχές όπου
κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο δεν υπήρχε μέρα και κατά το θερινό νύκτα, πέρα από τα Ριπαία
Όρη, τα οποία όπως επιστεύετο ότι μετακινούντο και απομακρύνοντο όταν τα πλησίαζαν οι
άνθρωποι. Σε αυτή βασίλευε η αιώνια άνοιξη και από αυτή προήρχοντο οι κύκνοι, τα ιερά
πτηνά του Απόλλωνα. Οι κάτοικοι της Υπερβοραίας εθεωρούντο ένας αγαπητός και δίκαιος
λαός, γι’ αυτό πολύ αγαπητός στον Απόλλωνα, ο οποίος κάθε φθινόπωρο αποδημούσε από
τους ελφούς στη χώρα τους, αφήνοντας στο διάστημα αυτό σαν αναπληρωτή του το
Δ ιόνυσο, για να ξαναεπιστρέψει την άνοιξη στη ήλο με το άρμα του που το έσερναν επτά
κύκνοι.
Κατά τον 6ο π.χ. αιώνα ο θεολόγος και θαυματουργός Αριστέας ο Προκονήσιος έγραψε ένα
φανταστικό περιηγητικό μυθιστόρημα, τα Αριμάσπεια Έπη, το οποίο δυστυχώς χάθηκε. Σε
αυτό μιλούσε για τη μυθική χώρα των Ισσηδόνων, για τους υπερβόρειους εκείνους λαούς,
για τους μονόφθαλμους (κύκλωπες) Αριμασπούς (σκυθική λέξη που σημαίνει μονόφθαλμος),
για τους γρύπες που φυλάνε το χρυσό και για τον αγαπημένο λαό του Υπερβόρειου
Απόλλωνα στα πέρατα του κόσμου. Ο Μάξιμος ο Τύριος ταυτίζει τους Ισσηδόνες με τους
Υπερβορείους της Θούλης και ονομάζει τον Αρισταία «άνδρα φιλόσοφο» Ο Πίνδαρος τον
αναφέρει ότι κατείχε εξέχουσα θέση στη πατρίδα του και ότι έπεφτε σε έκσταση
καταλαμβανόμενος από τον Απόλλωνα (φοιβόλαμπος γενόμενος). Το ίδιο αναφέρει και ο
Ηρόδοτος (εν εκτάσει αποφοιβώμενος). Ακόμα ο Σουίδας στο λεξικό του, στη λέξη
«Αριστέας», προσθέτει ότι αυτός μπορούσε να βγει και να ξαναμπεί με τη θέλησή του στο
σώμα του: τούτου φασί την ψυχήν, όταν εβούλετο εξιέναι και επανιέναι πάλιν, ενώ ο Μάξιμος
ο Τύριος αναφέρει: η δε ψυχή του εκδύσασα του σώματος επλάζετο εν τω αιθέρι.
Στον Αρισταίο αποδίδεται και μια θεογονία και λέγεται ότι όταν πέθανε εξαφανίσθηκε το
σώμα του και πολλοί τον είδαν ζωντανό σε άλλα μέρη. Στο Μεταπόντιο φανερώθηκε με τη
μορφή κόρακα (ιερό πτηνό του Απόλλωνα) μαζί με την ακολουθία του Απόλλωνα.
Άγνωστοι στον Όμηρο οι Υπερβόρειοι θεωρούνται εντούτοις σαν ένας πραγματικά υπαρκτός
λαός από τον Ηρόδοτο. Ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης, ο μεγάλος αυτός θαλασσοπόρος,
αστρονόμος και ωκεανογράφος του 4ου π.χ. αιώνα, ξεκινώντας από τη Μασσαλία
περιέπλευσε το Γιβραλτάρ και από εκεί πλέοντας βόρεια έφτασε μέχρι το βορειότατο άκρο
της Νορβηγίας και περιέγραψε τις παρατηρήσεις του σε ένα ιδιαίτερο έργο με τίτλο Πυθέου
Περίπλους ή περί των απίστων (απιστεύτων) της Θούλης, από το οποίο όμως διασώθηκαν
μόνο 33 αποσπάσματα.
Οι Κροτωνιάτες μαθητές του Πυθαγόρα τον αποκαλούσαν σαν τον «προερχόμενο από τους
Υπερβορείους Απόλλωνα» (Υπό των Κροτωνιατών τον Πυθαγόραν Απόλλωνα Υπερβόρειον
προσαγορεύεσθαι (Απόσπασμα Αριστοτέλους 191, Diels V.S. I, 14,7 σελ. 99). Σύμφωνα με
μια παράδοση που αναφέρει και ο Ιάμβλιχος, ο Πυθαγόρας ήταν μαθητής του Άβαρη. Αξίζει
επίσης να σημειωθεί ότι ο Ναός του Επικουρίου Απόλλωνος στις Βάσσες της Φιγαλείας
(Ανδρίτσαινα) είναι ο μόνος που έχει προσανατολισμό από Βορά προς Νότο, σε αντίθεση με
τους άλλους Ελληνικούς λαούς που είναι προσανατολισμένοι από την Ανατολή προς τη
ύση. Γενικά θεωρείται ότι υπήρχε μια Υπερβόρεια κοινή Παράδοση για την Αρία Φυλή.
Ναός Επικουρείου Απόλλωνος, Βάσσες Φιγαλείας

Η ιδρύτρια της Θεοσοφικής Εταιρίας Μαντάμ Μπλαβάτσκυ αναφέρει παρακάτω αρκετά
σημαντικά πράγματα για την Υπερβοραία, τους Υπερβόρειους, τον Υπερβόρειο Απόλλωνα
και γενικότερα για την αρχαιοελληνική παράδοση στο βιβλίο της Η Μυστική ιδασκαλία
(1888):
...Η δεύτερη τώρα ήπειρος ήταν η «Υπερβοραία», «η χώρα που άπλωνε τα ακρωτήριά της νότια και
δυτικά από το Βόρειο Πόλο για να δεχθεί τη 0εύτερη Φυλή, και αποτελούσε ολόκληρη τη χώρα που είναι
γνωστή σήμερα σα Βόρεια Ασία. Το όνομα αυτό είχε δοθεί από τους αρχαίους Έλληνες στην απόμακρη
και μυστηριώδη περιοχή στην οποία ταξίδευε σύμφωνα με τη παράδοσή τους κάθε χρόνο ο
«Υπερβόρειος Απόλλωνας». Αστρονομικά βέβαια ο Απόλλωνας είναι ο ήλιος, ο οποίος εγκαταλείποντας
τα Ελληνικά ιερά, αγαπούσε να επισκέπτεται κάθε χρόνο την απόμακρη χώρα του, όπου όπως ελέγετο ο
Ήλιος δεν έδυε ποτέ για μισό χρόνο (Εγγύς γαρ νυκτός τε και ήματος εισί κελευθοί, λέει ένας στίχος της
Οδύσσειας, Ι, 86).
Αλλά ιστορικά, ή καλύτερα ίσως εθνολογικά και γεωλογικά η σημασία είναι διαφορετική. Η χώρα των
Υπερβορείων, αυτή που εκτείνετο πέρα του Βορρά, του ψυχρού θεού των χιονιών και των καταιγίδων, ο
οποίος αγαπούσε να κοιμάται βαριά πάνω στην αλυσίδα των Ριπαίων ορέων, δεν ήταν ούτε μια ιδανική
χώρα, όπως εικάζεται από τους μυθολόγους, ούτε ακόμη μια χώρα κοντά στη Σκυθία και το 0ούναβη.
Ήταν μια αληθινή Ήπειρος, μια γνήσια χώρα που δε γνώριζε χειμώνα εκείνες τις αρχαίες μέρες και της
οποίας η λύπη δεν έχει παραμείνει περισσότερο από μια νύχτα και μια ημέρα στη διάρκεια του έτους,
ακόμη και σήμερα. Οι νυκτερινές σκιές δε πέφτουν ποτέ πάνω της, έλεγαν οι Έλληνες, γιατί είναι η χώρα
των θεών, η αγαπημένη κατοικία του Απόλλωνα, του θεού του φωτός και οι κάτοικοί της είναι οι
αγαπημένοι του ιερείς και υπηρέτες...
... Και τώρα εγείρεται το φυσικό ερώτημα: Αν οι Έλληνες ήξεραν την εποχή του Ομήρου για μια
Υπερβόρεια χώρα, δηλαδή μια ευλογημένη χώρα πέρα από το άγγιγμα του Βορέα, του θεού των χιονιών
και των καταιγίδων, μια ιδανική περιοχή την οποία οι μεταγενέστεροι Έλληνες και οι κλασσικοί τους
έχουν προσπαθήσει μάταια να εντοπίσουν ψάχνοντας γι’ αυτήν πέρα από τη Σκυθία, μια χώρα όπου οι
νύχτες ήσαν μικρές και οι μέρες μεγάλες και πέρα από αυτή τη περιοχή μια χώρα όπου ο ήλιος δεν έδυε
ποτέ και ο φοίνικας μεγάλωνε ελεύθερα - αν ήξεραν όλα αυτά, ποιος τότε τους τα είχε πει; Στην εποχή
τους και για αιώνες πριν, η Γροιλανδία είχε ήδη καλυφθεί με αιώνια χιόνια, με πάγο που δεν έλιωνε
ποτέ, όπως είναι ακριβώς σήμερα. Τα πάντα τείνουν να δείξουν ότι η χώρα των σύντομων νυκτών και
των μεγάλων ημερών ήταν η Νορβηγία ή η Σκανδιναβία, πέρα από τις οποίες υπήρχε η ευλογημένη γη
του αιώνιου φωτός και καλοκαιριού. Για να το γνωρίζουν αυτό οι Έλληνες θα πρέπει η παράδοσή τους
να είχε μεταβιβαστεί σε αυτούς από κάποιο άλλο λαό, πιο αρχαίο από αυτούς, ο οποίος ήταν οικείος με
αυτές τις κλιματολογικές λεπτομέρειες για τις οποίες οι ίδιοι οι Έλληνες δε θα μπορούσαν να γνωρίζουν
τίποτα. Ακόμα και σήμερα, η επιστήμη υποψιάζεται την ύπαρξη πέρα από τις Πολικές θάλασσες,
στον ίδιο το κύκλο του Αρκτικού Πόλου μιας θάλασσα που δεν παγώνει ποτέ και μιας ηπείρου που
είναι πάντα πράσινη (Σημ. Εδώ βέβαια η Μπλαβάτσκυ μιλάει πριν από πάνω από εκατό χρόνια, ενώ
σήμερα οι επιστήμονες παρουσιάζονται σα να έχουν εξερευνήσει όλο τον αρκτικό ωκεανό και
αποφαίνονται πως δεν υπάρχει μια τέτοια χώρα, σε αντίθεση με τα σοβαρά επιχειρήματα των οπαδών
της Κούφιας Γης). Οι αρχαϊκές διδασκαλίες και παρόμοια οι Πουράνες - γι’ αυτόν που καταλαβαίνει τις
αλληγορίες των δεύτερων - περιέχουν τις ίδιες δηλώσεις. Αρκεί λοιπόν για μας η ισχυρή πιθανότητα ότι
ένας λαός, άγνωστος τώρα στην ιστορία, να έζησε στη διάρκεια της μειοκαίνου περιόδου της σύγχρονης
επιστήμης, μιας εποχής που η Γροιλανδία ήταν μια σχεδόν τροπική χώρα.

Ο Ουρανός βασίλευσε και κυβέρνησε τη δεύτερη Φυλή (Σημ. των Υπερβορείων) και την τότε ήπειρό
τους, Ο Κρόνος τη Τρίτη Φυλή ή Λεμουρίους και ο 0ίας, ο Ποσειδώνας και άλλοι πολέμησαν στην
αλληγορία για την Ατλαντίδα, που ήταν όλη η γη την ημέρα της Τετάρτης Φυλής...
Ο Ουρανός γέννησε τους Τιτάνες της Τρίτης Φυλής και αυτοί είναι που προσωποποιούμενοι από τον
Κρόνο, τον ευνούχισαν. διότι αφού οι Τιτάνες είναι που έπεσαν στη (φυσική) γέννηση όταν η δημιουργία
με τη θέληση αντικαταστάθηκε από τη φυσική δημιουργία, αυτοί δε χρειάζονταν πια τον ουρανό .
Τρία μεγάλα έθνη της αρχαιότητας ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν απ’ ευθείας από το βασίλειο του
Κρόνου ή τη Λεμουρία (συγχεόμενη ήδη αρκετές χιλιάδες χρόνια πριν την εποχή μας με την Ατλαντίδα):
οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες και οι Αρχαίοι Έλληνες (0ιόδωρος και Πλάτωνας). Αλλά η αρχαιότερη
πολιτισμένη χώρα της Ασίας, η Ινδία, μπορεί να δειχθεί ότι αξίζει τον ίδιο ισχυρισμό..
Επιπλέον θα πρέπει να υπάρχει κάποιος καλός λόγος γιατί ένα Ασιατικό έθνος θα έπρεπε να τοποθετήσει
τους μεγάλους προγόνους και άγιούς του στη Μεγάλη Άρκτο, ένα αστερισμό του Βορά. Έχουν περάσει
όμως 70.000 χρόνια από τότε που ο πόλος της γης έδειχνε στο μακρύτερο άκρο της ουράς της Μικρής
Άρκτου και πολλά περισσότερα χιλιάδες χρόνια από τότε που οι Επτά Ρίσις μπορούσαν να ταυτισθούν με
τον αστερισμό της Μεγάλης Άρκτου.
Η Αρία φυλή γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στο μακρινό βορά, αν και μετά το βύθισμα της ηπείρου της
Ατλαντίδας οι φυλές της μετανάστευσαν πιο νότια στην Ασία. Έτσι ο Προμηθέας είναι γιος της Ασίας και
ο γιος του 0ευκαλίωνας, ο Έλληνας Νώε, αυτός που δημιούργησε ανθρώπους από τις πέτρες της
μητέρας γης, ονομάζεται από το Λουκιανό Βόρειος Σκύθης και ο Προμηθέας γίνεται αδελφός του
Άτλαντα και καθηλώνεται στο Καύκασο ανάμεσα στα χιόνια.
Ο 0ευκαλίωνας λέγεται ότι έφερε τη λατρεία του Άδωνη και του Όσιρη στη Φοινίκη. Η λατρεία τώρα
αυτή είναι του Ήλιου, που χάνεται και ξαναβρίσκεται στην αστρονομική του σημασία. Μόνο στο Πόλο
είναι που ο Ήλιος πεθαίνει για 6 μήνες, γιατί σε γεωγραφικό πλάτος 68 μοιρών μένει νεκρός μόνο για 40
ημέρες, όπως ακριβώς στη γιορτή του Όσιρη. Οι δυο λατρείες γεννήθηκαν στα βόρεια της Λεμουρίας ή
σε εκείνη την ήπειρο της οποίας η Ασία ήταν ένα είδος σπασμένης προέκτασης και η οποία εκτείνετο
μέχρι τις πολικές περιοχές.
Η Ελλάδα είχε τον Υπερβόρειο όσο και το Νότιό της Απόλλωνα. Έτσι όλοι σχεδόν οι θεοί της
Αιγύπτου, της Ελλάδας και της Φοινίκης καθώς και άλλων πανθέων είναι βόρειας καταγωγής και
επήγασαν στη Λεμουρία κατά το τέλος της Τρίτης Φυλής, αφού είχε ολοκληρωθεί πλήρως η φυσική και
φυσιολογική της εξέλιξη. Όλοι οι μύθοι της Ελλάδας γράφηκαν πάνω σε ιστορικά γεγονότα, εφόσον
εκείνη η ιστορία είχε περάσει ανόθευτη με μύθους στις μέλλουσες γενεές.
Κοσμικά και αστρονομικά ο υπερβόρειος Απόλλωνας είναι ο προσωποποιημένος Ήλιος, ο οποίος στη
διάρκεια της πορείας του αστρικού έτους (25.868 έτη) αλλάζει τα κλίματα πάνω στην επιφάνεια της γης
κάνοντας τις τροπικές περιοχές παγωμένες περιοχές και αντιστρόφως...
Η Ιστορία της Λητούς, της μητέρας του Απόλλωνα έχει διάφορες σημασίες. Αστρονομικά η Λητώ είναι
η Πολική Περιοχή και η νύκτα που δίνει γέννηση στον Ήλιο, τον Απόλλωνα, τη Φοίβη κ.λ.π. Αυτή
γεννιέται στις Υπερβόρειες περιοχές όπου όλοι οι κάτοικοι ήσαν ιερείς του γιού της, εορτάζοντας την
ανάστασή του και τη κάθοδο στη χώρα του κάθε δεκαεννιά χρόνια της ανακαίνισης του σεληνιακού
κύκλου. Η Λητώ είναι γεωλογικά η Υπερβόρεια Ήπειρος και η περιοχή της.
Ο Φαέθωνας, πεθαίνοντας ενώ έφερε θερμότητα στα παγωμένα άστρα των πολικών περιοχών,
ξυπνώντας στο Πόλο το 0ράκοντα που είχε γίνει άκαμπτος από το κρύο και εκσφενδονιζόμενος στο
έρεβος, είναι μια αλληγορία που αναφέρεται άμεσα στην αλλαγή κλίματος σε εκείνες τις μακρινές
περιοχές, όταν από μια παγωμένη ζώνη, οι πολικές χώρες είχαν γίνει μια χώρα με ήπιο και ζεστό κλίμα.
Ο σφετεριστής των λειτουργιών του Ήλιου Φαέθωνας, εκσφενδονιζόμενος στο έρεβος από το κεραυνό
του 0ία, είναι ένας υπαινιγμός για τη δεύτερη μεταβολή που συνέβη σε εκείνες τις περιοχές όταν για μια
ακόμη φορά η γη «όπου άνθιζε η μανόλια» έγινε ξανά η έρημη και απαγορευμένη χώρα του απώτατου
βορρά και των αιώνιων πάγων. Αυτή η αλληγορία καλύπτει τα γεγονότα δύο πραλάγια και αν κατανοείτο
καλά, όφειλε να ήταν μια απόδειξη για τη τεράστια αρχαιότητα των ανθρωπίνων φυλών.
Τόσο απόκρυφη και μυστικιστική είναι μία από τις όψεις της Λητούς, ώστε αυτή κάμεται να
ξαναεμφανίζεται ακόμα και στην Αποκάλυψη (ιβ΄) σαν η γυναίκα η σκεπασμένη με τον Ήλιο
(Απόλλωνα) και τη Σελήνη (Άρτεμη) κάτω από τα πόδια της, η οποία όντας έγγειος «φωνάζει
κοιλοπονώντας από την επικείμενη γέννα». Ένας μεγάλος κόκκινος δράκοντας κ.λ.π. στέκεται μπροστά
από τη γυναίκα έτοιμος να καταβροχθίσει το παιδί. Αυτή γεννά τελικά το παιδί, το οποίο επρόκειτο να
κυβερνήσει όλα τα έθνη με μια σιδερένια ράβδο και το οποίο συνελήφθη στο θρόνο του θεού (Ηλίου). Η
γυναίκα έφυγε προς την ερημιά κυνηγόμενη από το δράκοντα, ο οποίος χύνει από το στόμα του νερό σα
μια πλημμύρα. Και ο δράκοντας πήγε να κάνει πόλεμο με το υπόλοιπο του σπόρου της ο οποίος κρατάει
τις εντολές του Θεού (0ες ιβ΄1,17). Οποιοσδήποτε διαβάζει την αλληγορία της Λητούς που καταδιώκεται
από την εκδίκηση της ζηλιάρας Ήρας, θα αναγνωρίσει τη ταυτότητα των δυο αποδόσεων. Η Ήρα στέλνει
τον Πύθωνα, το δράκοντα να καταδιώξει και καταστρέψει τη Λητώ και να φάει το παιδί της. Το τελευταίο
είναι ο Απόλλωνας, ο Ήλιος, διότι ο «άνδρας - παιδί που επρόκειτο να κυβερνήσει όλα τα έθνη με μια
σιδερένια ράβδο» της Αποκάλυψης, είναι βέβαια όχι ο «Υιός του Θεού» Ιησούς, αλλά ο φυσικός Ήλιος
που κυβερνά όλα τα έθνη.
O Aπόλλων σκοτώνει τον Πύθωνα

Ο δράκοντας με το να είναι ο Βόρειος Πόλος, κυνηγώντας βαθμιαία τους πρώτους Λεμουρίους από
τις χώρες οι οποίες έγιναν όλο και πιο Υπερβόρειες και ακατάλληλες για κατοικία από εκείνους που
αναπτύσσονταν γρήγορα σε φυσικούς ανθρώπους, διότι αυτοί είχαν τώρα να αντιμετωπίσουν τις
κλιματολογικές μεταβολές, αυτός ο 0ράκοντας δε θα αφήσει τη Λητώ να γεννήσει (τον Ήλιο να
εμφανισθεί). Αυτή οδηγείται από τον Ουρανό και δε βρίσκει μέρος «που να γεννήσει», μέχρις ότου ο
Ποσειδώνας (ο Ωκεανός) συγκινημένος από ευσπλαχνία, κάνει ακίνητο το επιπλέον νησί της Δήλου (η
νύμφη Αστερία μέχρι τότε κρυβόταν από το Δία κάτω από τα κύματα του Ωκεανού), πάνω στο οποίο
βρίσκει καταφύγιο η Λητώ και όπου γεννιέται ο λαμπρός θεός ήλιος, ο οποίος με το που εμφανίζεται
σκοτώνει αμέσως το Πύθωνα, τη κρύα και παγωμένη Αρκτική περιοχή, στου οποίου τις θανατηφόρες
σπείρες εκλείπει η ζωή. Με άλλα λόγια η Λητώ - Λεμουρία μετασχηματίζεται στη Νιόβη Ατλαντίδα,
πάνω στην οποία βασιλεύει ο γιος της Απόλλωνας ή Ήλιος - με μια σιδερένια ράβδο πραγματικά, αφού
ο Ηρόδοτος κάνει τους Άτλαντες να καταριούνται την πολύ μεγάλη του θερμότητα....
Η φιλονικία μεταξύ της Λητούς και της Νιόβης (της Ατλάντειας φυλής), μητέρας των επτά γιων και επτά
θυγατέρων που προσωποποιούν τις επτά υποφυλές της Τετάρτης Φυλής και τους επτά κλάδους τους,
είναι μια αλληγορία για την ιστορία των δυο ηπείρων (Λεμουρίας και Ατλαντίδας). Ο θυμός των «Υιών
του Θεού» ή της «Θέλησης και της Γιόγκα» στη θέα του σταθερού εκφυλισμού των Ατλάντων ήταν
μεγάλος και η καταστροφή των παιδιών της Νιόβης από τα παιδιά της Λητούς, τον Απόλλωνα και την
Άρτεμη, τις θεότητες του φωτός, της σοφίας και της αγνότητας ή αστρονομικά τον Ήλιο και τη Σελήνη,
των οποίων η επιρροή προκαλεί μεταβολές στον άξονα της γης, πλημμύρες και κατακλυσμούς, είναι έτσι
πολύ σαφής. Ο μύθος για τα ατέλειωτα δάκρυα της Νιόβης, της οποίας η λύπη κάνει τον Δία να τη
μεταβάλλει σε μια πηγή - την Ατλαντίδα σκεπασμένη από νερά - δεν είναι λιγότερο γραφικός σα
σύμβολο. Η Νιόβη ας θυμηθούμε είναι η κόρη μίας των Πλειάδων (ή Ατλαντίδων) κι έτσι η εγγονή του
Άτλαντα, γιατί παριστάνει τις τελευταίες γενεές της καταδικασμένης ηπείρου.
H Nιόβη προσπαθεί να  προστατεύσει τα παιδιά της από την οργή της Αρτέμιδος και του Απόλλωνος,y Jacques-Louis David

Η παράδοση λέει ότι οι «Υιοί του Θεού» ή οι μεγάλοι μυημένοι της Ιερής Νήσου επωφελήθησαν από το
κατακλυσμό για να απαλλάξουν τη γη απ’ όλους τους Μάγους των Ατλάντων...
Οι Λεμούριοι καθώς και οι πρώτοι Άτλαντες ήσαν διαιρεμένοι σε δυο ξεχωριστές τάξεις: τους Υιούς της
Νυκτός ή του Σκότους και τους Υιούς του ΄Ηλίου ή του Φωτός. Τα παλιά βιβλία μας λένε για φοβερές
μάχες μεταξύ τους, όταν οι πρώτοι αφήνοντας τη χώρα τους του Σκοταδιού απ’ όπου ο Ήλιος
απομακρύνετο για πολλούς μήνες κατέβαιναν από τις αφιλόξενες περιοχές τους και «προσπάθησαν να
αποσπάσουν τον κύριο του φωτός» από τους καλύτερα ευνοουμένους αδελφούς τους των ισημερινών
περιοχών. Μπορεί να μας πουν ότι οι αρχαίοι δε γνώριζαν τίποτα για τη μακριά νύχτα των έξη μηνών
στις πολικές περιοχές. Ακόμα όμως και ο Ηρόδοτος, πιο μελετημένος από τους υπόλοιπους, αναφέρει
ένα λαό που κοιμόταν για έξη μήνες το χρόνο και παρέμενε ξύπνιος τους άλλους έξη. Εντούτοις οι
Έλληνες γνώριζαν καλά ότι υπήρχε μια χώρα στο βορά όπου το έτος ήταν διαιρεμένο σε μια μέρα και σε
μια νύχτα διαρκείας έξη μηνών η καθεμιά, γιατί ο Πλίνιος το λέει αυτό καθαρά στο Τέταρτο βιβλίο του.
Αυτοί μιλούν για τους Κιμμερίους και τους Υπερβόρειους και κάνουν μια διάκριση μεταξύ των δυο. Οι
πρώτοι κατοικούσαν το Palus Maeotis (μεταξύ 45ο και 50ο γεωγραφικού πλάτους). Ο Πλούταρχος
εξηγεί ότι δεν ήσαν παρά ένα μικρό τμήμα ενός μεγάλου έθνους, διωγμένου από τους Σκύθες, το οποίο
έθνος σταμάτησε κοντά στη Ταναϊδα έχοντας διασχίσει την Ασία. «Αυτά τα φιλοπόλεμα πλήθη ζούσαν
προηγουμένως στις ακτές του ?κεανού, μέσα σε πυκνά δάση και κάτω από ένα σκοτεινό ουρανό. Εκεί
ο πόλος ακουμπά σχεδόν στη κορυφή, εκεί μακρές νύκτες και μέρες διαιρούν το έτος». Όσο για τους
Υπερβόρειους αυτοί οι λαοί, όπως εκφράζονται από τον Solinus Polyhistor (C.16) «σπείρουν το πρωί,
θερίζουν το μεσημέρι, μαζεύουν τα φρούτα τους το δειλινό και τα αποθηκεύουν στη διάρκεια της νύκτας
στις σπηλιές τους.
Ο Εκαταίος ο Αβδηρίτης (4ος αιώνας π.χ.) αναφέρει τα εξής για το μέρος που γεννήθηκε η Λητώ:
"Απέναντι από την ακτή της Κελτικής Γαλατίας υπάρχει ένα νησί στον ωκεανό, όχι μικρότερο από τη
Σικελία, βρισκόμενο προς το βορρά, το οποίο κατοικείται από τους Υπερβορείους, οι οποίοι
ονομάζονται έτσι γιατί κατοικούν πέρα από τον Βόρειο Άνεμο (Σημ.. από του πορροτέρω κείσθαι
της βορείου πνοής)..Η παράδοση λέει ότι η Λητώ γεννήθηκε εκεί και γι αυτό το λόγο οι κάτοικοι
τιμούν τον Απόλλωνα περισσότερο από κάθε άλλο θεό. Σε αυτό το νησί υπάρχει ένας μεγαλοπρεπής
περίβολος του Απόλλωνα και ένας σημαντικός ναός κυκλικής μορφής (το Στόουνχεντζ;),
διακοσμημένος με πολλά καθαγιασμένα δώρα. Υπάρχει επίσης μία πόλη, αφιερωμένη στον ίδιο θεό,
οι περισσότεροι κάτοικοι της οποίας είναι αρπιστές.***.. Λέγεται επίσης ότι σε αυτό το νησί το
φεγγάρι φαίνεται να είναι πολύ κοντά στη γη, ότι βλέπονται καθαρά σε αυτό ορισμένες προεξοχές
γήινης μορφής, ότι ο Απόλλωνας επισκέπτεται το νησί σε μια πορεία δεκαεννέα ετών, στην οποία
περίοδο τα άστρα συμπληρώνουν τις περιστροφές τους και ότι γι’ αυτό το λόγο οι Έλληνες
διακρίνουν το κύκλο των 19 χρόνων με το όνομα του «μεγάλου έτους». Στη διάρκεια της εποχής της
εμφάνισής του ο θεός παίζει την άρπα του και χορεύει κάθε νύχτα...»
*** «κιθαρίζειν τε και χορεύειν συνεχώς τας νύκτας από ισημερίας εαρινής έως πλειάδος
ανατολής επί τοις ιδίοις ευημερήμασι τερπόμενον...»
Ο Geoffrey Ashe στο βιβλίο του «Η Αρχαία Σοφία» παρατηρεί τα εξής σε σχέση με τα
λεγόμενα του Εκαταίου:
"Η τοποθέτηση από τον Εκαταίο ενός υπερβόρειου ιερατείου στη Βρετανία μπορεί να μην
είναι καθαρή φαντασία. Μπορεί να αντανακλά τη σαμανιστική διαδοχή που ταξίδευε δυτικά
μαζί με τη μετανάστευση των Κελτών και εξελισσόταν στο δρόμο της σε ρυιδισμό, με
αντίστοιχες σχολές στη Βρετανία».

Ενδιαφέρον εδώ έχει το Άβαλον, ο διφορούμενος Άλλος Κόσμος των Βρετανών Κελτών.
Μερικές φορές αυτός λέγεται ότι είναι ένα νησί και έχει μια έντονα Υπερβόρεια έννοια: είναι
ένας μακάριος τόπος όπου το κλίμα είναι πάντα ήπιο και δεν υπάρχει ποτέ καθόλου χιόνι ή
δυνατός άνεμος. Το όνομά του θεωρείται ότι παράγεται από μια Κέλτικη λέξη για το «μήλο»
και είναι έτσι η «Χώρα των Μήλων». Μερικοί λόγιοι είχαν προτείνει ότι συνδέεται με τον
Απόλλωνα, με το επιχείρημα ότι «Απόλλωνας» σημαίνει ο Θεός του μήλου (;). Όπως η
Σαμπάλα έχει την υπόγεια προέκτασή της στην Αγκάρτι, έτσι είχε και το Άβαλον. Αυτό
συγχωνεύθηκε με ένα υπόγειο κόσμο γνωστό σαν Annwn. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση
μια είσοδο προς το Annwn υπάρχει στο λόφο του Γκλαστόνμπερυ Τορ στο Σόμερσετ, όπου
υποτίθεται ότι έφερε ο Ιωσήφ της Αριμαθαίας το 63 μ.χ. το Άγιο ισκοπότηρο. Είναι πάντως
εντυπωσιακό ότι ο λόφος του Γκλαστόνμπερυ Τορ έχει ένα επταδικό σπειροειδές μονοπάτι.
Και η Μπλαβάτσκυ συνεχίζει για το μέρος γέννησης του Απόλλωνα:
Το νησί της Δήλου ή Αστερία της Ελληνικής Μυθολογίας δεν ήταν ποτέ στην Ελλάδα, μια χώρα η οποία
την εποχή της δεν ήταν ακόμη σε ύπαρξη, ούτε καν στη μοριακή της μορφή. Αρκετοί συγγραφείς έχουν
δείξει ότι αυτή αντιπροσώπευε μια χώρα ή νησί πολύ μεγαλύτερη από τις μικρές κουκίδες γης που έγιναν
η Ελλάδα. Τόσο ο Πλίνιος όσο και ο 0ιόδωρος ο Σικελιώτης την τοποθετούν στις βόρειες θάλασσες. Ο
ένας την ονομάζει βασιλεία και ο άλλος, ο Πλίνιος, την ονομάζει Οσερίκτα (Osericta), μια λέξη που
σύμφωνα με τον Rudbeck «είχε μια σημασία στις βόρειες γλώσσες ισοδύναμη με το Νησί των Θείων
Βασιλιάδων ή θεών - βασιλιάδων» ή πάλι με το «βασιλικό νησί των θεών», γιατί εκεί γεννήθηκαν οι
θεοί, δηλαδή οι θείες δυναστείες των βασιλιάδων της Ατλαντίδας προήλθαν από αυτό το τόπο. Ας
αφήσουμε τους γεωγράφους και τους γεωλόγους να το αναζητήσουν μεταξύ εκείνης της ομάδας νησιών
που ανακάλυψε ο Νόρντενσκιολντ στο ταξίδι του με το Βέγα στις αρκτικές περιοχές.
Αυτά τα νησιά βρέθηκαν στρωμένα μα απολιθώματα αλόγων, προβάτων, βοδιών κ.λ.π. ανάμεσα από
γιγάντια κόκαλα ελεφάντων, μαμούθ, ρινόκερων κ.λ.π. Αν δεν υπήρχε άνθρωπος επάνω στη γη εκείνη τη
περίοδο, τότε πώς συνέβη τα άλογα και τα πρόβατα να βρεθούν μαζί με τα τεράστια πανάρχαια ζώα
ρωτάει σε ένα γράμμα ένας δάσκαλος (Εσωτερικός Βουδισμός 67). Η απάντηση δίνεται στο κείμενο.
Τα μυστικά βιβλία μας πληροφορούν ότι το κλίμα έχει αλλάξει σε εκείνες τις περιοχές περισσότερο από
μια φορά από τότε που κατοίκησαν οι πρώτοι άνθρωποι σε εκείνα τα τώρα απρόσιτα γεωγραφικά πλάτη.
Αυτά ήσαν ένας παράδεισος προτού γίνουν κόλαση. Ο σκοτεινός Άδης των Ελλήνων και το ψυχρό
βασίλειο των σκιών όπου η Σκανδιναβική κόλαση, η Θεά - βασίλισσα του βασιλείου των νεκρών,
εξουσιάζει βαθιά κάτω στο Χελχάιμ και στο Νιφλχάιμ». Εντούτοις ήταν ο τόπος γέννησης του
Απόλλωνα, ο οποίος ήταν ο λαμπρότερος των θεών, αστρονομικά στον ουρανό, καθώς αυτός στην
ανθρώπινη σημασία του ήταν ο πιο φωτισμένος από τους θείους βασιλιάδες που κυβέρνησαν τα πρώτα
έθνη. Το τελευταίο γεγονός αναφέρεται στην Ιλιάδα όπου ο Απόλλων λέγεται ότι παρουσιάστηκε
τέσσερες φορές στην μορφή του (σαν ο θεός των τεσσάρων φυλών) και έξη φορές σε ανθρώπινη μορφή,
δηλαδή συνδεδεμένος με τις θείες 0υναστείες των πρώτων αδιαχώριστων Λεμουρίων.
Είναι εκείνοι οι πρώτοι μυστηριώδεις λαοί, οι χώρες τους (που έχουν γίνει τώρα ακατοίκητες), καθώς
και το όνομα που δίνεται τόσο στο ζωντανό όσο και στο νεκρό άνθρωπο, που έχουν δώσει μια ευκαιρία
στους αδαείς εκκλησιαστικούς πατέρες να εφεύρουν μια κόλαση, την οποία μεταμόρφωσαν σε μια
καιόμενη αντί για μια ψυχόμενη τοποθεσία.
Μια καλή απόδειξη ότι όλοι οι θεοί και θρησκευτικές πίστεις και μύθοι έχουν έρθει από το βορρά, ο
οποίος ήταν επίσης η κοιτίδα του φυσικού ανθρώπου, βρίσκεται σε αρκετές υποδηλωτικές λέξεις που
έχουν πηγάσει και παραμένουν μέχρι σήμερα μεταξύ των βορείων φυλών στην αρχική σημασία τους.
Παρόλο όμως που υπήρξε μια εποχή που όλα τα έθνη είχαν την ίδια γλώσσα, αυτές οι λέξεις έχουν λάβει
μια διαφορετική σημασία στους Έλληνες και στους Λατίνους. Μια τέτοια λέξη είναι το
Manu=άνθρωπος, ένα ζωντανό ον και Manes=νεκροί άνθρωποι. Οι Λάπωνες ονομάζουν μέχρι σήμερα
τα πτώματά τους manne. Ο Mannus είναι ο πρόγονος της Γερμανικής φυλής. Το Ινδουιστικό Manu, το
σκεπτόμενο ον, από τον άνθρωπο (man). Το Αιγυπτιακό Menes και ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνωας,
κριτής του Άδη - όλοι προέρχονται από την ίδια ρίζα ή λέξη.
Η μυθολογία τώρα που κτίζεται με τη Θεογονία του Ησιόδου, η οποία δεν είναι παρά μια ποιητική
αναφορά πραγματικών παραδόσεων ή προφορικής ιστορίας,, μιλάει για τρεις γίγαντες: τον Βριάρεω, τον
Κόττο και τον Γύγη που ζούσαν σε μια σκοτεινή χώρα, όπου είχαν φυλακισθεί από τον Κρόνο για την
επανάσταση εναντίον του. Και οι τρεις, σύμφωνα με το μύθο είχαν εκατό χέρια και πενήντα κεφάλια, το
τελευταίο υπονοώντας φυλές, ενώ το πρώτο υποφυλές. Έχοντας στο μυαλό μας ότι στη μυθολογία
σχεδόν κάθε πρόσωπο είναι ένας θεός ή ημίθεος, καθώς κι ένας βασιλιάς ή απλός θνητός στη δεύτερη
όψη του (για παράδειγμα ο Γύγης είναι ένα εκατόγχειρο και πεντηκοντοκέφαλο τέρας στη μια περίπτωση
κι ένας Λύδιος, ο διάδοχος του βασιλιά Candaules της χώρας σε μια άλλη απόδοση. Το ίδιο
ανευρίσκεται και στο Ινδουιστικό Πάνθεο, όπου οι Ρίσις και οι Υιοί του Μπράχμα γεννιούνται σα
θνητοί) και ότι και οι δυο είναι σύμβολα χωρών, νησιών, δυνάμεων της φύσης, στοιχείων, εθνών,
φυλών και υποφυλών, το εσωτερικό Σχόλιο γίνεται κατανοητό. Λέει ότι οι τρεις γίγαντες είναι τρεις
πολικές χώρες που έχουν αλλάξει μορφή αρκετές φορές σε κάθε νέο κατακλυσμό ή εξαφάνιση της μιας
ηπείρου για να δώσουν τη θέση της σε μια άλλη. Ολόκληρη η σφαίρα συγκλονίζεται περιοδικά και έχει
συγκλονιστεί από την εμφάνιση της Πρώτης Φυλής τέσσερες φορές μέχρι τώρα. Εντούτοις, αν και το
πρόσωπο της γης μεταμορφωνόταν έτσι κάθε φορά, η διαμόρφωση των αρκτικών και των ανταρκτικών
πόλων δεν έχει αλλάξει πολύ. Οι πολικές περιοχές ενώνονται και σπάνε μεταξύ τους σε νησιά και
χερσονήσους, παραμένοντας εντούτοις πάντα οι ίδιες. Έτσι η Βόρεια Ασία ονομάζεται η «αιώνια και
διαρκής χώρα» και η Ανταρκτική η «παντοτινά ζώσα» και «κρυμμένη», ενώ η Μεσόγειος, ο Ατλαντικός,
ο Ειρηνικός και άλλες περιοχές εξαφανίζονται και επανεμφανίζονται στη σειρά, μέσα στα μεγάλα
κύματα.

Από τη πρώτη εμφάνιση της μεγάλης Ηπείρου της Λεμουρίας, οι τρεις πολικοί γίγαντες είχαν φυλακισθεί
στον κύκλο τους από το Κρόνο. Η φυλακή τους περιβάλλεται από ένα τοίχος ορειχάλκου και η έξοδος
είναι μέσα από πύλες κατασκευασμένες από το Ποσειδώνα (δηλαδή από τις θάλασσες), τις οποίες αυτοί
δεν μπορούν να διασχίσουν. Και αυτή είναι η υγρή περιοχή όπου βασιλεύει το αιώνιο σκοτάδι και
μαραίνονται οι τρεις αδελφοί. Η Ιλιάδα δημιουργεί από αυτή τα Τάρταρα. Όταν οι Θεοί και οι Τιτάνες
επαναστάτησαν με τη σειρά τους εναντίον του 0ία, τη Θεότητα της Τετάρτης Φυλής, ο Πατέρας των
Θεών αναλογίσθηκε τους φυλακισμένους γίγαντες για να νικήσει τους θεούς και τους Τιτάνες και να
κατακρημνίσει τους τελευταίους στον Άδη, ή με καθαρότερα λόγια για να βυθίσει εν μέσω κεραυνού και
αστραπής τη Λεμουρία στο βυθό της θάλασσας, για να κάνει χώρο για την Ατλαντίδα, η οποία επρόκειτο
με τη σειρά της να βυθιστεί και αφανισθεί. Η γεωλογική αναστάτωση και κατακλυσμός της Θεσσαλίας
ήταν μια επανάληψη σε μια μικρή κλίμακα του μεγάλου κατακλυσμού και παραμένουσα εντυπωμένη στο
μυαλό των Ελλήνων συγχωνεύθηκε από αυτούς και μπερδεύτηκε με τη γενική μοίρα της Ατλαντίδας.
Τέτοιοι συμβολισμοί βρίσκονται σε όλες τις εξωτερικές θρησκείες που δηλώνουν προϊστορικές αλήθειες.
Η ηλιόλουστη, ευτυχισμένη χώρα, η αρχέγονη κοιτίδα των πρωταρχικών ανθρώπινων φυλών, έχει γίνει
πολλές φορές από τότε υπερβόρεια και Κρονική, δείχνοντας έτσι το Χρυσό Αιώνα και τη Βασιλεία του
Κρόνου από πολλές όψεις.
Ήταν πράγματι πολύπλευρη στο χαρακτήρα της: κλιματολογικά, εθνολογικά και ηθικά. Γιατί η Τρίτη ή
Λεμουρία Φυλή πρέπει φυσιολογικά να χωριστεί στη πρωταρχική ανδρόγυνη και στη μετέπειτα
δισεξουαλική φυλή της και το κλίμα των τόπων και των περιοχών της σε εκείνο μιας αιώνιας άνοιξης κι
ενός αιώνιου χειμώνα, σε ζωή και σε θάνατο, καθαρότητα και ακαθαρσία. Ο κύκλος των μύθων πάντοτε
μεταμορφώνεται στο ταξίδι του από τη λαϊκή φαντασία. Εντούτοις μπορεί να καθαριστεί από τη σκωρία
που έχει συσσωρεύσει στο δρόμο του μέσα από τα πολλά έθνη και τα αναρίθμητα μυαλά που έχουν
προσθέσει τα δικά τους ενθουσιώδη στοιχεία στα αρχικά γεγονότα.
Οι ήπειροι αφανίζονται στη σειρά από φωτιά και νερό: είτε από σεισμούς και ηφαιστειακές εκρήξεις ή
από βύθιση και τη μεγάλη μετατόπιση υδάτων. Οι ήπειροί μας πρέπει να αφανιστούν σύμφωνα με τη
πρώτη κατακλυσμική διαδικασία...
Ο γεωγράφος Ντένις μας λέει ότι η μεγάλη θάλασσα, βόρεια της Ασίας ονομαζόταν παγωμένη ή
Κρονική. Ο Ορφέας και ο Πλίνιος το επιβεβαιώνουν δηλώνοντας ότι το όνομα αυτό της το έδωσαν οι
γιγάντιοι κάτοικοί της. Και η μυστική διδασκαλία εξηγεί και τις δυο επιβεβαιώσεις λέγοντάς μας ότι όλες
οι ήπειροι σχηματίσθηκαν από το Βορρά προς το Νότο και ότι όπως η ξαφνική αλλαγή κλίματος
εμίκρυνε τη φυλή που είχε γεννηθεί πάνω της, αναστέλλοντας την ανάπτυξή της, έτσι αρκετές μοίρες
νότια, διαφορετικές συνθήκες είχαν δημιουργήσει πάντα τους υψηλότερους ανθρώπους σε κάθε νέα
ανθρωπότητα ή φυλή. Το βλέπουμε αυτό μέχρι σήμερα. Οι ψηλότεροι άνθρωποι βρίσκονται σήμερα στις
βόρειες χώρες ....Έτσι και οι γίγαντες της Ατλαντίδας, κι επομένως οι Τιτάνες του Ησιόδου είναι όλοι
βόρειοι.