Οστρακίνδα
Η Οστρακίνδα ή οστρακίου περιγραφή, ήταν ένα ομαδικό
παιχνίδι για αγόρια. Οι παίχτες χάραζαν μιά γραμμή στο έδαφος και χωρίζονταν σε
δύο αντιμέτωπες ομάδες. Κάθε ομάδα είχε κι΄από ένα όστρακο που η μία πλευρά
ήταν αλειμμένη με πίσσα. Κάθε ομάδα διάλεγε μέρα ή νύχτα κι΄ανάλογα ποιά πλευρά
φαινόταν μετά από το ρίξιμο του οστράκου , αυτή η ομάδα κυνηγούσε την άλλη. Οι
νικημένοι αναγκάζονταν να παίξουν τον εφεδρισμό και καλούνταν όνοι και οι
νικητές βασιλιάδες.
Στον Πλάτωνα υπάρχει αναφορά σ΄αυτό το παχνίδι " οστράκου
μεταπεσσόντως ίεται φυγή μεταβαλλών..τούτων πολλάκις ηττώντο ή ενίκων « και «
τούτω δη, ως έοικε, ουκ οστράκου περιστροφή, αλλά ψυχής περιαγωγή…ιούσης
επάνοδον ¨
Κατά τον Πολυδεύκη «οστρακίνδα δε, όταν γραμμήν ελκύσαντας
οι παίδες…επιλέγη νυξ- ημέρα…και όστρακα περιστροφή το είδος τούτο της
παιδιάς».
Κατά τον Σουίδα « όστρακον
περιστροφή, παροιμία παροιμία επί των ταχέως τί ποιούντων λεγομένη» ,
ενώ κατά τον Ησύχιο «παιδιά επί τω οστράκω « και κατά τον Ευστάθιο « παροιμία
επί ών όποι τύχη μεταβαλλομένων το οστράκου….ή το πισσηρόν σκοτεινόν».
Στα νεότερα χρόνια και στις μέρες μας παίζεται το ίδιο
παιχνίδι με την ονομασία «άσπρο-μαύρο» ,μόνο που αντί για όστρακο, οι παίχτες
χρησιμοποιούν βότσαλο, πέτρα ή οποιοδήποτε πλατύ αντικείμενο κι αντί πίσσα, βάζουν στην μιά πλευρά σάλιο
και λένε «βροχή-ξέρα», ΄»άσπρο μαύρο», «φτυστό- άφτυστο» , αντί «νυξ- ημέρα»
(Λουκόπουλος, Χρυσάφης Γκαζιάνης κλπ)
Ο Παπασλιώτης αναφέρει ότι αυτό το παιχνίδι διασώζεται στο
Μεσολόγγι, με την ονομασία «ψιλό» και ότι στις μέρες μας αυτό το παιχνίδι
χρησιμοποιείται περισσότερο σαν λαχνίσματα ( μελωδικά στιχάκια που φτιάχνονται
με μιά φανταστική γλώσσα και πολλές
φορές δεν έχουν κάποια σημασία και με τα οποία ορίζεται ποιά ομάδα ή ποιό άτομο
ξεκινά ένα παιχνίδι.
Εφεδρισμός
Ο εφεδρισμός δεν ήταν κάποιο συγκεκριμένο παιχνίδι, αλλά
στην ουσία ένα ιδιαίτερο είδος τιμωρίας που επιβαλλόταν στον χαμένο παίχτη, στο
παιχνίδι «ιππάς» ή «οστρακίνδα» . Στα νεότερα
χρόνια το παιχνίδι πήρε τις ονομασίες «καβάλες», «πόσα φύλλα έχει το δεντρί» ,
τα «σουμάδια» ( Γκαζιάνης)
Το παιχνίδι «ιππάς» έμοιαζε με την παραλλαγή της ‘ώμιλλας»
(αστράγαλοι) μόνο που σ΄αυτό , οι παίχντες προσπαθούσαν να ανατρέψουν από μακριά
ένα λιθάρι που ονομαζόταν «δίορος¨. Εάν ο παίχτης δεν κατόρθωνε να ανατρέψει
τον «δίορο» τότε έπρεπε να πάρει στον ώμο του τον νικητή και να τον μεταφέρει μέχρι
το σημείο που ήταν ο «δίορος». Συχνά ο νικητής έκλεινε τα μάτια του «ίππου» του
με τα χέρια του ( Βενιζέλος)
Σχετικά με το θέμα βλ επίσης Λουκόπουλος , Βενιζέλος, Βρόντης.
Βασιλοπούλου, Ειρήνη (2003, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ)),Το παιδί και το παιχνίδι στην αρχαία ελληνική τέχνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου