Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2014

ΡΩΜΙΟΙ, ΓΡΑΙΚΟΙ, ΕΛΛΗΝΕΣ

Συνέχεια  από το κεφάλαιο Βυζαντινή πραγματικότητα, του βιβλίου "1204" του Γεωργίου Καραμπελιά , των Εναλλακτικών Εκδόσεων. Το πρώτο μέρος εδώ: http://stinkoiladatonmouson.blogspot.gr/2014/06/blog-post_17.html



Προφανώς , όμως ο παλιός ελληνικός κόσμος  δεν εξαφανίστηκε τόσο εύκολα: Μέχρι τους μεσοβυζαντινούς ή ακόμα και τους υστεροβυζαντινούς χρόνους, μαρτυρείται η επιβίωση των αρχαίων παραδόσεων, ακόμα και της αρχαίας θρησκείας ή των υπολειμμάτων της, γεγονός που εξηγεί εν μέρει την εμμονή των χριστιανικών πηγών και της κρατικής ιεραρχίας στην αποφυγή της προσωνυμίας  " ΄Ελλην". Ιδιαίτερα στην ελλαδική "επαρχία" , την Αθήνα και την Πελοπόννησο- κατ΄εξοχήν στις πιό απομονωμένες περιοχές, όπως στην Αρκαδία και τη Μάνη- ο λαός διατηρούσε τις αρχαίες παραδόσεις, όπως καταδεικνύεται από πάμπολλα συγκλίνοντα και διασταυρούμενα στοιχεία.

Στην ίδια την Αθήνα, επίκεντρο του αρχαίου ελληνικού κόσμου, η σύγκρουση του παγανισμού με τον χριστιανισμό θα συνεχίζεται μέχρι τον 6ο αιώνα, όταν θα κλείσουν οριστικά οι σχολές φιλοσοφίας , στις οποίες είχαν ήδη θητεύσει, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός κ.α. ιδιαίτερα η νεοπλατωνική Ακαδημία γνώρισε μιά ύστατη άνθηση κατά τον 5ο αιώνα, κάτω από την ώθηση του Πρόκλου (430-482). Η επιλογή των καθηγητών ή των σχολαρχών των αθηναϊκών σχολών αποτελούσε , ένα ζήτημα πανεθνικής σημασίας και εμβέλειας, όπως αναφέρει ο Ευνάπιος, τουλάχιστον στα τέλη του 4ου και τις αρχές του 5ου αιώνα. Οι σχολές έκελισαν οριστικά κατά τα τέλη του 6ου αιώνα, αφού πρώτα ο Ιουστινιανός  αφαίρεσε τη δημόσια χρηματοδότηση, μισθοδοσία και περιουσία των σχολών και εν τέλει απαγόρευσε τη διδασκαλία σε  " όσους συμμερίζονται τα ανόσια παραληρήματα των Ελλήνων". Μάλιστα, προς στιγμήν, σύμφωνα μετον ιστορικό Αγαθία, επτά από τους σημαντικότερους παγανιστές φιλοσόφους, όπως ο μαθητής του Πρόκλου, τελευταίος σχολάρχης της νεοπλατωνικής Ακαδημίας, Δαμάσκιος Δαμασκηνός ( θανών το 535) και οι μαθητές του Σιμπλίκιος και Πρισκιανός, κατέφυγαν στην αυλή του Πέρση βασιλιά Χοσρόη, αλλά επέστρεψαν μετά από ένα χρόνο. ΄Οσο για την παγανιστική λατρεία,γνωρίζουμε από τον Ζώσιμο, τον παγανιστή ιστορικό που γράφει στις αρχές του 6ου αιώνα, πως, κατά τα τέλη του 4ου αιώνα καθώς και κατά τον 5ο, συνεχίζονταν οι λατρευτικές πράξεις και οι θυσίες ζώων, και οι Βυζαντινοί αξιωματούχοι έδειχναν μιά σχετική ανοχή σε αυτές, παρά τις κρατικές απαγορεύσεις. Ο δε μαθητής του Πρόκλου, Μαρίνος, κατά τον 5ο αιώνα, αναφέρει ακόμα και θυσίες ταύρων και αιγών, πάντα στην Αθήνα.



Ιουστινιανός , ο εχθρός του ελληνικού πνεύματος


Παρ΄όλοι που, από τη βασιλεία του Ιουστινιανού, επιτείνονταν οι διώξεις κατά των εθνικών, καθώς και -προπαντός- κατά των πάσης φύσεως αιρέσεων, φαίνεται πως όχι μόνο συνέχισαν να επιβιώνουν θύλακες εθνικών, αλλά, κυρίως, πολλές από τις παραδόσεις και τις πρακτικές τους είτε συνεχίζονταν αυτούσιες, είτε είχαν διεισδύσει στην ίδια τη χριστιανική λαϊκή θρησκευτικότητα. Ορισμένοι απαγορευτικοί κανόνες της "Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου" του 691/692 μας προσφέρουν σοβαρές ενδείξεις :  Με τον 51ο κανόνα απαγορεύονταν οι "μίμοι. Τα τούτων θέατρα και αι επί σκηνής αρχήσεις ". Ο κανόνας 57 ορίζει ότι δεν πρέπει να προσφέρεται μέλι και γάλα κατά τη θεία Ευχαριστία ( " ού χρη εν τοις θυσιαστηρίοις  μέλι και γάλα προσφέρεσθαι"). Ο κανόνας 62 απαγορεύει τις εορτές προς τιμήν του Πανός, τα Βοτά ( τη γιορτή του Διονύσου) και την επίκληση του ονόματός τους κατά τη διάρκεια του τρύγου και το πάτημα των σταφυλιών, "εν τοις ληνοίς", τη χρήση κωμικών προσωπείων και τις ανάλογες μουσικές. Ο 71ος κανόνας απαγορεύει στους σπουδαστές της νομικής να φορούν προχριστιανικά ενδύματα και να επιμένουν στα αρχαία ήθη ("τους διδασκομένους τους πολιτικούς νόμους μη δειν τοις ελληνικοίς έθεσι κεχρήσθαι ή παρά την κοινήν χρήσιν στολάς εαυτοίς περιτιθέναι"κλπ.

Οι συνήθειες αυτές επιβίωναν για πολλούς αιώνες, όπως παρατηρεί ο Δ. Κωνσταντέλος, στο "Μαρτύριον του αγίου Δασίου", που γράφτηκε κατά τον 11ο αιώνα, καταδικάζονται τα άσεμνα και αθέσμια παίγνια, τα μυσαρά είδωλα και όλα όσα διαδραματίζονται κατά την εορτή των αρχαίων Κρονίων. Σύμφωνα με το βιογράφο του οσίου Δασίου, διατηρούνται σχεδόν αναλλοίωτες οι γιορτές στις Καλένδες του Ιανουαρίου, όταν οι εορτάζοντες μεταμφιέζονται, συμμετέχουν σε ανόσιες πομπές και παίρνουν τη μορφή του διαβόλου, φορώντας δέρματα τράγων και απεμπολώντας έτσι τη χριστιανική τους ταυτότητα:

Αύτη η μυσαρά παράδοσις και μέχρις ημών των εσχάτων περελθούσα αθλιωτέρως παραφυλάττεται. Εν γαρ τη ημέρα των καλανδών Ιανουαρίων μάταιοι άνθρωποι τω έθει των Ελλήνων εξακολουθούντες χριστιανοί ονομαζόμενοι μετά παμμεγέθους πομπής προέρχονται, εναλλάττοντες την εαυτών φύσιν, και τον τρόπον και την μορφήν του διαβόλου ενδύονται. Αιγείοις δέρμασι περιβεβλημένοι, το πρόσωπον ενηλλαγμένοι αποβάλλουσιν εν ώ ανεγεννήθησαν αγαθώ και διακατέχουσιν εν΄ώ εγενήθησαν κακώ.

Τα Κρόνια, που ήταν αρχαία εορτή προς τιμήν της χρυσής εποχής του Κρόνου, τα οποία συνδέθηκαν μετέπειτα με το φαγοπότι, την ελευθερογαμία και οργιαστικές συμπεριφορές, ταυτίστηκαν από τους Ρωμαίους με τα Σατουρνάλια ή Βρουμάλια και φαίνεται πως επιβίωναν ακόμα και τον 12ο αιώνα. Στον αρχόμενο 13ο αιώνα, ο Νικήτας Χωνιάτης (1155-1217), αναφερόμενος στις ερωτικές περιπέτειες του Ανδρονίκου Κομνηνού, υποστηρίζει πως, κατά τη διάρκεια των Κρονίων, δεν δίσταζε να διαπράττει ανάρμοστες πράξεις με ενδεκάχρονη συγγενή του, "ουκ ησχύνετο Κρονίων  απόζων ανεψιού συγναικί μιλτοπαρνίω και τρυφερά και μήπω το ενδέκατο έτος, αθεμίτως συγκατακρίνεσθαι....".


Αντολφ Μπουγκερώ, ,Σατουρνάλια

Είναι γνωστή και έχει προκαλέσει πάμπολλες συζητήσει και διχογνωμίες, η αναφορά του Κωνστανίνου Πορφυρογέννητου (905-959) σε κατοίκους της Μάνης, οι οποίοι συνέχιζαν να αποκαλούνται ' Ελληνες από τους ντόπιους, διότι τα παλαιότερα χρόνια προσκυνούσαν τα είδωλα ("μέχρι του νυν παρά των εντοπίων ΄Ελληνες προσαγορεύονται διά το εν τοις προπαλαιοίς χρόνοις ειδωλολάτρας είναι προσκυνητάς των ειδώλων κατά τους παλαιούς ΄Ελληνας....") και είχαν βαπτιστεί επί Βασιλείου του Μακεδόνος (830-886) ("οίτινες επί της βασιλείας του αοιδίμου Βασιλείου βαπτισθέντες χριστιανοί γεγόνασιν"). Ο όσιος Νίκων ο Μετανοείτε επισκέφθηκε την |"γην Δωριέων" , "των εθνικών χώρας", όπου ολοκλήρωσε τον εκπολιτισμό ( και εκχριστιανισμό;) των σλαβικών φύλων, των Μηλιγγών, των Νεζεριτών κ. α , που είχε εγκαινιάσει ο Βασίλειος.

Το άν υπήρχαν ακόμα και γηγενείς ΄Ελληνες "εθνικοί", σύμφωνα με τους Δ. Κωσταντέλο, ή αν πρόκειται πλέον για τους χριστιανικούς πληθυσμούς, όπως υποστηρίζει ο εκδότης του Βίου του Οσίου, Οδ. Λαμψίδης, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. απλώς, επιβεβαιώνεται πως, έναν αιώνα μετά τον Βασίλειο, εξακολουθούσε μέρος της περιοχής να αποκαλείται "χώρα των εθνικών", όπου ο όσιος Νίκων επρόκειτο να αφιερώσει τον ιεραποστολικό ζήλο της τελευταίας περιόδου της ζωής του. Ο Ιωάννης Ζωναράς , ο οποίος έζησε τον 12ο αιώνα , γράφει ότι κάποιοι συνεχίζουν να ακολουθούν τα εθνικά ήθη χωρίς να γνωρίζουν τί σημαίνουν, "έθη ελληνικά τε και εθνικά κατά παράδοσιν εποίουν τινές, και ποιούσι, μηδέ ειδότες τί δηλούσι τα γενόμενα...".

Η ισχυρότερη παρουσία της ελληνικής παράδοσης, στην ελλαδική χερσόνησο τεκμαίρεται και από τη στάση των ελλαδικών πληθυσμών κατά την εικομαχική έριδα όταν, τη συντριπτική τους πλειοψηφία, συντάχθηκαν με τους εικονόφιλους-βέβαια, μέχρι το 732, ανήκαν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ρώμης, και ο πάπας υπήρξε σθεναρός υπερασπιστής των εικόνων. Μάλιστα, το 727, οι κάτοικοι της Ελλάδας και των Κυκλάδων ( "συμφωνήσαντες Ελλαδικοί τε και οι των Κυκλάδων νήσων") επαναστάτησαν κατά του Λέοντα Γ΄Ισαύρου, με αρχηγούς τον Αγαλλιανό, "τουρμάρχη " της Ελλάδας, τον Στέφανο και τον Κοσμά. Ο τελευταίος, μάλιστα, ανακηρύχθηκε βασιλέας στην Ελλάδα, ενώ, στις 18 Απριλίου του 727, με ικανές στρατιωτικές δυνάμεις και ισχυρό στόλο, κατέπελευσε έμπροσθεν της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί ο στόλος καταστράφηκε από το υγρόν πυρ και ο μεν Αγαλλιανός έπεσε μόνος του στη θάλασσα ( " ένοπλος εαυτόν επόντωσεν"), ο δε Στέφανος και ο Κοσμάς παραδόθηκαν και αποκεφαλίσθηκαν.

Ο προσδιορισμός "Ρωμαίοι" , ιδιαίτερα κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες, ήταν δηλωτικός της κρατικής πολιτειότητας - και θα ταυτιστεί με τους ΄Ελληνες, κατ΄αντιδιαστολή με τους άλλους πληθυσμούς, μόνο μετά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, όπως θα δούμε στη συνέχεια. γι΄αυτό, στους πρώτους αιώνες, μέχρι τα μεσοβυζαντινά χρόνια, όταν επρόκειτο να δηλωθεί η εθνικότητα ( το γένος) των ελληνικών πληθυσμών, χρησιμοποιούνταν και κάποιος άλλος προσδιορισμός, συνηθέστερα το "Γραικός-Γραικοί" και όχι η ακόμα ύποπτη για ειδωλολατρία ονομασία  " ΄Ελλην". Τη λέξη Γραικός χρησιμοποιούν και οι περισσότεροι ξένοι λαοί . ειδικά οι Δυτικοί αποκαλούν τους ΄¨Ελληνες'  ¨Γραικούς" , ήδη από τον 5ο αι., για να τους διαφοροποιούν από τους επίσης Ρωμαίους , Λατίνους, χωρίς βέβαια να πάψει να χρησιμοποιείται  και ο προσδιορισμός  "Ρωμανία". Τον 5ο αιώνα ο ιστορικός Πρίσκος (410-420 γεν.) γράφει ήδη για έναν ' Ελληνα ο οποίος στην αυλή του Αττίνα, αυτοχαρακτηρίζεται ως "Γραικός είναι το γένος". Ο καθηγητής του πανεπιστημίου των Ιωαννίνων,  Απόστολος Καρπόζηλος, που παραθέτει το σχετικό κείμενο του Πρίσκου, σημειώνει "Γραικοί την περίοδο αυτή ονομάζονται κατά κανόνα οι ΄Ελληνες χριστιανοί, ενώ οι ειδωλολάτρες αποκαλούνται ΄Ελληνες".  Αυτή η διαπίστωση που συνάγεται από πληθώρα στοιχείων, λύνει μάλλον οριστικώς  όλη τη διχογνωμία περί της εθνικής συνέχειας των Ελλήνων και εξηγεί και την ιστορική διάρκεια της ονομασίας "Γραικός" μέχρι και την επανάσταση του 1821. Εξ΄άλλου, ο Θεόδωρος Στουδίτης ( 759-826) αναφέρεται επανειλημμένα στη "Γραικία" και τους "Γραικούς", γεγονός που καταδεικνύει πόσο συχνή ήταν η χρήση της προσωνυμίας όταν δεν γινόταν αναφορά  στην κρατική υπόσταση (Ρώμη, Ρωμαίοι) αλλά στην εθνική ( το "γένος").  Ακόμα χαρακτηριστικότερα ο Λέων Στ΄Σοφός αναφερόμενος στον εξελληνισμό σλαβικών φύλων από τον πατέρα του Βασίλειο, γράφει στα Τακτικά:
Ταύτα δε ( τα σλαβικά φύλα) ο ημέτερος εν θεία τη λήξει γενόμενος πατήρ και αυτοκράτωρ Ρωμαίων Βασίλειος των αρχαίων ηθών έπεισε μεταστήναι και γραικώσας και άρχουσι κατά τον ρωμαϊκόν τύπον υποτάξας και βαπτίσματι τιμήσας...




΄Οπως επισημαίνει η Μαρία Νυσταζοπούλου -Πελεκίδου , εκτός  από την υποταγή στο κράτος ("κατά τον ρωμαϊκόν τύπον υποτάξας") και τον εκχριστιανισμό ("βαπτίσματι τιμήσας"), πραγματοποιείται και ο εξελληνισμός ("γραικώσας"), που καταδεικνύει τη συνείδηση του αυτοκράτορα-συγγραφέα για την εθνική διάσταση της ελληνικότητας, παράλληλα με την κρατική και τη θρησκευτική. Καταδεικνύεται δε, για μιά ακόμα φορά, η εκτεταμένη χρήση του όρου "Γραικός" και των παραγώγων του.
Ωστόσο, υπάρχουν βυζαντινολόγοι , όπως ο Σύρι Μάνγκο, οι οποίοι επιχειρούν μιά διαφορετική ανάγνωση του αποσπάσματος. Ο Μάνγκο ισχυρίζεται ότι το "γραικώσας" αναφέρεται απλώς στον εκχριστιανισμό των Σλάβων στην ...ελληνική γλώσσα χωρίς να αφορά κάποιον συνειδητό "εξελληνισμό". Η ερμηνεία αυτή προσκρούει τόσο στο ίδιο το κείμενο όσο και στις πραγματικότητες του μεσαιωνικού ελληνισμού. Διότι ο εκχριστιανισμός των Σλάβων, που συγκροτούσαν  μιά διαφορετική οντότητα και γλωσσική και οιονεί εθνική από τους Ρωμιούς Βυζαντινούς, έγινε μέσω της μετάφρασης του Ευαγγελίου στα σλαβονικά, από τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο. Ο εκχριστιανισμός σε αυτή την περίπτωση δεν συμβαδίζει με τη χρήση της ελληνικής γλώσσας. Ο ίδιος μάλιστα, μας προσφέρει ανεπίγνωστα την απάντηση ορισμένες γραμμές πιο κάτω:
Απ΄όσο γνωρίζουμε, δεν έγινε ποτέ προσπάθεια να προσηλυτιστούν οι Σλάβοι της Ελλάδας στη δική τους γλώσσα, ενώ και στην κατακτημένη Βουλγαρία, μετά το 1018 επιβλήθηκε η εκκλησιαστική χρήση των ελληνικών. ΄Ηταν όμως αποτέλεσμα συνειδητής πολιτικής; Δεν είναι πιό πιθανό ότι η απουσία γλωσσικά καταρτισμένου κλήρου, το σχετικά δυσεύρετο των Γραφών στη σλαβονική γλώσσα και ο ανάμεικτος πληθυσμός επέβαλλαν τη χρήση των ελληνικών ως την ευκολότερη λύση;(sic!)

Το παράδειγμα της Βουλγαρίας, το οποίο παραθέτει , προσφέρει και τη λύση στο ερώτημα. Οι Σλάβοι εκτός Ελλάδος, και ειδικά οι εκσλαβισθέντες Βούλγαροι, είχαν εκχριστιανιστεί στη σλαβονική γλώσσα εκατοντάδες χρόνια πριν..ωστόσο , μετά τη σύγκρουση με το Βυζάντιο και την ήττα που υπέστησαν, τους επιβάλλεται η ελληνική από τον Βασίλειο, προφανώς σε μιά απόπειρα εξελληνισμού τους. Αυτό και μόνο καταδεικνύει πως επρόκειτο για συνειδητή πολιτική. Γιατί, άραγε, στην Ελλάδα δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ η σλαβονική για τον εκχριστιανισμό των Σλάβων;Τί νόημα θα είχε λοιπόν το "γραικώσας" άν επρόκειτο  απλώς για εκχριστιανισμό;Ούτε καν θα αναφερόταν.

Στην ίδια λογική, ο Σ. Μάνγκο απορρίπτει όχι απλώς την ελληνικότητα των Βυζαντινών αλλά την ίδια τη συνείδηση της "ρωμαϊκότητάς " τους! Υποστηρίζει πως η ταυτότητα των Βυζαντινών ήταν απλώς "χριστιανική" και δεν τους περνούσε διόλου από το μυαλό να αυτοχαρακτηριστούν Ρωμαίοι! Σε μιά κριτική παρουσίαση του βιβλίου του, ο Στυλιανός Αλεξίου επισήμανε πως " η προσέγγιση είναι συχνά ασυνήθιστη όχι τόσο για τον ΄Ελληνα ( πράγμα που δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία ) όσο γενικότερα για την απροκατάληπτη επιστημονική σκέψη.

Το αόριστο επιχείρημα του Mango , γιατί δεν συνέβη ανάλογος εξελληνισμός κατά την αρχαιότητα 
( και αυτό άλλωστε ανακριβές), είναι άσχετο από την συγκεκριμένη μαρτυρία του Λέοντος. Η μία και μόνη λέξη γραικώσας, μάλιστα στη φάση των Μακεδόνων ( όχι στην υστεροβυζαντινή), υπεραρκεί για να απορρίψει τη θεωρία του ισοτίμως πολυεθνικού Βυζαντίου.

' Οσο απομακρύνεται χρονικά η ταύτιση ΄Ελλην= ειδωλολάτρης και πολλαπλασιάζονται οι αναφορές στην ελληνική παιδεία, από τον Φώτιο και εφεξής, αρχίζει να χρησιμοποιείται , παράλληλα με το "Ρωμαίος" ή το "Γραικός" και το ΄"΄Ελλην". Αρχικά ως προς την παιδεία, για να καταλήξει , μετά το 1204, και στους ΄Ελληνες ως  έθνος. Γράφει ο Π. Χρήστου:
Η επανεμφάνιση του ονόματος ΄Ελλην με την εθνική του σημασία έγινε όταν είχε λησμονηθή πλέον η ύπαρξις των ειδωλολατρών και η  χρήση του ήταν ακίνδυνη για τον Χριστιανισμό. Η επανεμφάνισις ακολούθησε  την ίδια οδό με την εξαφάνιση. Το όνομα από εθνικό είχε εκπέσει πρώτα  σε πολιτιστικό και έπειτα σε θρησκευτικό και τέλος εξαφανίστηκε. Με την επανεμφάνισί του τώρα, για τη δήλωσι καταστάσεων του παρόντος, γίνεται  πρώτα πολιτιστικό κι έπειτα πάλι εθνικό.


Κέρμα που παρουσιάζει το οικόσημο της Κωνσταντινούπολης επί Βυζαντίου. Σήμερα αποτελεί το σύμβολο της τουρκικής σημαίας

Ο συγγραφέας του 10 ου αιώνα, Νικήτας Μάγιστρος, αναφέρεται στην καταγωγή του ως εξής: " Είμαστε Σπαρτιάτες από την πλευρά του πατέρα μου και Αθηναίοι από εκείνη της μητέρας μας"! Ο δε "ελληνολάτρης" Μιχαήλ Ψελλός επαινεί τον Ρωμανό Γ΄διότι ήταν αναθρεμμένος " λόγοις ελληνικοίς" ενώ αντίθετα ψέγει τον Μιχαήλ Δ΄, άμοιρο "παιδείας ελληνικής παντάπασιν". Αξίζει να προσέξουμε, εκατό χρόνια αργότερα, ένα απόσπασμα της  ΄Αννας Κομνηνής στην Αλεξιάδα το οποίο αναφέρεται στο αρφανοτροφείο-εκπαιδευτήριο που είχε δημιουργήσει ο Αλέξιος: "Και έστιν ιδείν και Λατίνον ενταύθα παιδοτριβούμενον και Σκύθην ελληνίζοντα και Ρωμαίον τα των Ελλήνων συγγράμματα μεταχειριζόμενον και τον αγράμματον ΄Ελληνα ορθώς ελληνίζοντα". Οι μορφωμένοι Βυζαντινοί, προερχόμενοι από τη διοικητική ή τη στρατιωτική γραφειοκρατία, είναι ακόμα "Ρωμαίοι" ως προς το κράτος αλλά ΄Ελληνες ως προς την παιδεία. οι "Σκύθες" , δηλαδή οι Σλάβοι, εξελληνίζονται, ενώ οι αγράμματοι άνθρωποι του λαού αποκαλούνται ήδη ' Ελληνες.

Η αναφορά της ΄Αννας Κομνηνής είναι εξαιρετικής σημασίας, διότι επιβεβαιώνει αυτό που ήδη τονίσαμε στην Εισαγωγή : Η " ελληνικότητα" των λαϊκών στρωμάτων είναι προγενέστερη εκείνης των "ελίτ".Και όμως, από ορισμένους ιστορικούς και διανοούμενους υποστηρίζεται πως η ελληνική συνείδηση αποτέλεσε μιά "κατασκευή" των ανωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, ιδιαίτερα κατά την αυτοκρατορία της Νικαίας, η οποία και "εισήχθη" ή και επεβλήθη εν συνεχεία στα λαϊκά στρώματα. Αρκεί η παρατήρηση μιάς "Ρωμαίας" , "τα των Ελλήνων συγγράμματα μεταχειριζομένης", όπως η ΄Αννα Κομνηνή, για να θέσει τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις : Από τον 12ο αιώνα, πραγματοποιείται μιά ώσμωση ανάμεσα στον λαό, που πιθανώς δεν είχε απολέσει ποτέ την ιδιαίτερη "ελληνική" του ταυτότητα και ήθη, και την ανώτερη τάξη, που δεν περιορίζεται πλέον στη συνείδηση ενός "Ρωμαίου" με ελληνική παιδεία, αλλά ενστερνίζεται  και την "ελληνικότητα". Η σύνθεση θα ολοκληρωθεί μετά τη λατινική κατάκτηση και την εμφάνιση των Τούρκων.

Ο άγνωστος Αθηναίος σχολιαστής της Ρητορικής του Αριστοτέλους, αναφερόμενος σε λεηλασίες των Δανισμενιτών Τούρκων στη Μικρά Ασία, στα τέλη του 11ου αιώνα, εκφράζει τη συμπαράστασή του στους ΄Ελληνες Μικρασιάτες :" δεί λοιπόν και ημάς τους Αθηναίους, όπως φροντίζωμεν πώς άν οι άλλοι ΄Ελληνες δοξάζωνται". Ο Νικήτας Χωνιάτης περατώνει την Ιστορία του με την ΄Αλωση της Πόλης  από τους "βαρβάρους Δυτικούς", διότι δεν μπορεί να δεχθεί να συνεχίζει τη συγγραφή, το "κάλλιστον εύρημα των Ελλήνων", περιγράφοντας βαρβαρικές πράξεις κατά των Ελλήνων. Τον 13ο αιώνα ο Ιωάννης Βατάτζης (1222-1254), βασιλεύς της Νικαίας, στην επιστολή του στον πάπα Γρηγόριο Θ΄, υποστηρίζει   πως " εν τω γένει των Ελλήνων ημών η σοφία βασιλεύει..." και διεκδικεί τα απαράγραπτα δικαιώματά τους πάνω στην κατεχόμενη από τους Φράγκους και τους Λατίνους Κωνσταντινούπολη, με φράσεις για τους θεσμούς της πατρίδος και τα ιερά τεμένη πανομοιότυπες με εκείνες των αρχαίων Ελλήνων:
Ουδέποτε παυσόμεθα μαχόμενοι και πολεμούντες τοις κατάγουσι την Κωνσταντινούπολιν. ΄Ην γαρ αδικοίημεν και φύσεως νόμους και πατρίδος θεσμούς και πατέρων τάφους και τεμένη θεία και ιερά, ει μη εκ πάσης της ισχύος των ένεκα διαγωνισόμεθα.

Ο διάδοχός του, Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις 1254-1258) , θα αποκαλέσει την Αυτοκρατορία της Νίκαιας "Ελληνικόν" και "Ελλάδα", ταυτίζοντας  ήδη την εθνική/κρατική υπόσταση με την ουσία της ελληνικότητας. Η Ελλάδα δεν είναι πλέον μιά γεωγραφική περιοχή, ούτε καν η ελληνική χερσόνησος, αλλά το ελληνικό κράτος του Βυζαντίου και, στη συγκεκριμένη περίπτωση το κράτος της Νίκαιας, έστω και άν η πρωτεύουσα βρίσκεται στην Ασία. Διαφοροποιείται μάλιστα από την Ευρώπη: " Συ δε ποτ΄αν εκ της Ευρώπης ανέλθης εις την Ελλάδα". Επιπλέον , ο Λάσκαρις μιλάει για ελληνικό γένος -"απασών γλωσσών το ελληνικόν υπέρκειται γένος"- και διεκδικεί την πνευματική ανωτερότητα των Ελλήνων, που έχουν εφεύρει τη φιλοσοφία και την επιστημονική γνώση, έναντι των απαιδεύτων Λατίνων:"Πάσα τοίνυν φιλοσοφία και γνώσις Ελλήνων εύρεμα [ ]Συ δε, ώ Ιταλέ, τίνος ένεκεν εγκαυχά;" Tα κείμενα αυτά θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί και πολλούς αιώνες αργότερα, διότι η  εθνική συνείδηση, με τη σύγχρονη έννοια του όρου, έχει ήδη διαμορφωθεί.

Μιχαήλ Θ' Παλαιολόγος. Μικρογραφία από το Ζωναρά της Μόδενας, 15ος αιώνας.


Ο Μιχαήλ Η΄Παλαιολόγος, μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1261, διετύπωνε τη "Μεγάλη Ιδέα" της ανασύστασης του βυζαντινού κράτους , ο δε Νικηφόρος Βλεμμύδης, τον ίδιο αιώνα, θα αναφέρεται στην "ελληνίδα επικράτειαν" και " ο Δημήτρης Κυδώνης, στα τελευταία του έργα , θα χρησιμοποιεί τη λέξη Ελλάς, ως ισοδύναμη της λέξεως Βυζάντιον" (Στήβεν Ράνσιμαν).

Ο σημαντικότερος λόγιος των αρχών του 14ου αιώνα, ο Θεόδωρος Μετοχίτης, υποστηρίζει πως οι Βυζαντινοί "ανήκουν στο ίδιο γένος και έχουν την ίδια γλώσσα και πολιτισμό" με τους Αρχαίους ΄Ελληνες.

Παρ΄ότι συχνά υποστηρίζεται πως την προσωνυμία " ΄Ελληνες" χρησιμοποιούσαν μόνον οι λόγιοι και οι πολιτικοί και καθόλου οι κληρικοί και οι μοναχοί - οι οποίοι επέμεναν περισσότερο στα παραδοσιακά στερεότητα που χαρακτήριζαν τους ΄Ελληνες "εθνικούς"-, ωστόσο πληθαίνουν οι αναφορές και αυτών στην "Ελλάδα". Ο αδελφός του Νικήτα Χωνιάτη, ο Μιχαήλ Χωνιάτης (Ακομινάτος) που ανήλθε στον μητροπολιτικό θρόνο της Αθήνας το 1182, κατά την ενθρόνισή του, στον "εμβατήριο" λόγο του, υμνεί τους συγχρόνους του Αθηναίους ως άμεσους απογόνους των αρχαίων. η Αθήνα δεν διατήρησε  μόνο το όνομα της αρχαίας πόλης αλλά και την ταυτότητά της. (Μιχαήλ Ακομνάτου τα σωζόμενα). Ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Κύπριος, αναφερόμενος στην Καππαδοκία, την ιδιαίτερη πατρίδα του αγίου Γεωργίου, λέει πως "τους οικήτορας εφάνη πλουτίσασα το ανέκαθεν ΄Ελληνας, γένος αφοσιωμένων τη των λόγων φύσει", ενώ, μιλώντας για την πατρίδα του την Κύπρο, την οποία κατείχαν οι Λουζινιάν, διερωτάται μέχρι πότε οι ΄Ελληνες θα παραμένουν υπόδουλοι στους βαρβάρους Ιταλούς :" έως ούπω βαρβάροις  έλαχεν Ιταλοίες το εκείσε δουλεύειν Ελληνικόν;" Στη Θεσσαλονίκη, επίκεντρο της παλαιολόγειας, ελληνοκεντρικής αναγέννησης του 14ου αιώνα, οι αναφορές των κληρικών γίνονται πυκνότερες. Ο Νικόλαος Καβάσιλας  Χαμαετός, απευθυνόμενος στον πατέρα του, θα μιλήσει για τους "εν υμίν ΄Ελληνας", "το κοινόν τούτο πάσης Ελλάδος", "των νυν απανταχού της ημετέρας Ελλήνων". Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ισίδωρος, με μιά σχεδόν σύγχρονη ευαισθησία, θα αναγάγει, υπερθεματίζοντας, τους αρχαίους ΄Ελληνες σε πρότυπο συμπεριφοράς και αλληλεγγύης, οι οποίοι δεν ήταν άρπαγες και έδειχναν συμπόνια για τους φτωχούς, σε αντίθεση με τους συγχρόνους του, που αρνούνταν να ενισχύσουν τους ενδεείς αδελφούς τους. Από τους ΄Ελληνες ειδωλολάτρες, στους ΄Ελληνες ως πρότυπο:

Kαι ΄Ελληνες μεν αυτήν την φύσιν διδάσκαλον προστησάμενοι και φιλαδελφίαν ετίμησαν και ούτε ήρπαζον αλλότρια, και των ιδίων εκοινώνουν τοις ενδεέσι των ομοφύλων. ο δε προς τω μη χορηγείν τι τω αδελφώ των παρ΄αυτού, και ηδείαν εαυτώ ποιούμενος τα εκείνου τράπεζαν, ού χείρων και των Ελλήνων.




Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής παραχωρεί τα προνόμια του Πατριαρχείου στον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο

Ακόμα και ο τόσο συκοφαντημένος ως "ανθέλλην" , Γεννάδιος, δεν  ξεφεύγει από την γενική τάση της "ελληνοποίησης". ΄Οπως αναφέρει ο Σπύρος Βρυώνης, που μελέτησε το σύνολο των οκτώ τόμων του εκδοθέντος έργου του, στον Α΄, Δ΄και Ζ΄τόμο, όπου περιλαμβάνονται κείμενα σχετιζόμενα με το θέμα, οι ΄Ελληνες αναφέρονται δεκαπέντε φορές με αυτή την ονομασία και μόνον επτά με το όνομα Ρωμαίοι. Και μάλιστα , διακρίνει τους αρχαίους ΄Ελληνες από τους συγχρόνους του : " ...Ελλήνων...των παλαιοτέρων, ούτε των επ΄εμού"., ενώ οι καταστροφές που έπληξαν τους Βυζαντινούς οφείλονται  στην "κακή των Ελλήνων τύχη", ενώ, ακόμα και σε σχέση με τον μεγάλο αντίπαλό του, Πλήθωνα, γράφει πως, παρά τις αντιθέσεις τους,τον σέβεται τόσο ο ίδιος όσο και οι σύγχρονοι ΄Ελληνες "τοις νυν ΄Ελλησιν"! Οι πολυάριθμες αναφορές του Γενναδίου στους ΄Ελληνες, είναι προσιτές στους ερευνητές-ιδιαίτερα ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης επιμένει σε αυτές σε πληθώρα κειμένων του- και όμως αποσιωπώνται συστηματικά. Αντίθετα πασίγνωστη είναι μία φράση του Γενναδίου-την οποία μπορεί κανείς να την συναντήσει αναρίθμητες φορές σε βιβλία ιστορίας,ακόμα και σχολικά με εκατοντάδες αναφορές στο διαδίκτυο- με την οποία, στη σύγκρουσή του με τους παγανιστές, αυτοχαρακτηρίζεται ως χριστιανός και όχι ως ΄Ελλην , παρ΄ότι ομιλεί ελληνικά :" ' Ελλην ων τη φωνή, ουκ αν ποτέ φαίην ΄Ελλην είναι, δια το μη φρονείν ως εφρόνουν ποτέ οι ΄Ελληνες. Και ει τις έροιτό με τίς είμι, αποκρινούμαι χριστιανός είναι".

Τον ίδιο διχασμό  ανάμεσα στη θρησκευτική απόρριψη του ΄Ελληνα, ως παγανιστή, και την ταυτόχρονη αποδοχή του , ως εθνική αναφορά, θα συναντήσουμε  στον μοναχό Ιωάννη Χορτασμένο (1370-1439), ο οποίος υπήρξε σπουδαίος λόγιος, μαθηματικός και συγγραφέας, δάσκαλος  των Μάρκου Ευγενικού, Βησσαρίωνα και Γεώργιου Γεννάδιοι, μετέπειτα μητροπολίτης Σηλυβρίας. Ο Χορτασμένος στα θεολογικά του κείμενα, χρησιμοποιεί το ΄Ελλην" ως ταυτόσημο του "παγανιστής", ενώ στις επιστολές του όχι μόνο αποκαλεί τους Βυζαντινούς ΄Ελληνες, αλλά και ανησυχεί μήπως ξεχάσουν τη γλώσσα τους (και όχι τη θρησκεία ) και, συνεπώς, την ταυτότητά τους, κάτω από την τουρκική και τη λατινική κατοχή.

Από τη Ρωμανία λοιπόν θα αναδυθεί ο ελληνικός κόσμος. Οι ανάλογες αναφορές του Πλήθωνα ή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, δύο αιώνες αργότερα, αποτελούν πλέον κοινό τόπο για τη βυζαντινή- ελληνική συνείδηση. Ο Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων τονίζει προς τον Μανουήλ Παλαιολόγο ότι οι άνθρωποι των οποίων ηγείται είναι   " ΄Ελληνες το γένος ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί", ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης απαιτεί να αντικαταστασθεί  πλήρως η ρωμαϊκή με την ελληνική εθνική προσηγορία, ενώ πλέον αποκαλεί Ρωμαίους τον πάπα ("Ρωμαίων αρχιερέα") και την αυτοκρατορία των Αψβούργων ("Ρωμαίων βασιλεία") ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος θα είναι πλέον "βασιλεύς των Ελλήνων" , όπως θα αναγορεύει στο εξής τους αυτοκράτορες ο Ιωάννης Αργυρόπουλος.

Τέλος οι Δυτικοί, Φράγκοι και Λατίνοι, παρόντες πλέον στην ελληνική Ανατολή, αποδίδουν στα ελληνικά το πατροπαράδοτο Graeci  ως ΄Ελληνες, όπως δείχνει το σχετικό χωρίο του Χρονικού του Μωρέως.

Διαβάντα γαρ χρόνοι πολλοί αυτείνοι οι Ρωμαίοι
΄Ελληνες είχαν το όνομα, ούτω τους ονομάζαν,
πολλά ήσαν αλαζονικοί, ακόμα το κρατούσιν-
από την Ρώμην επήρασι το όνομα των Ρωμαίων.

Μετά την ΄Αλωση, το 1619, ο επίσκοπος Μυρέων, Ματθαίος, ως εάν ήθελε να κλείσει οριστικώς το ζήτημα, θα κατορθώσει να περιλάβει και τις τρεις ονομασίες σε ...τρεις στίχους:

Αλλοίμονον, αλλοίμονον΄ς το γένος των Ρωμαίων [ ]
Ώ , πώς εκαταστάσθηκε το γένος των Ελλήνων [ ]
Σ΄εμάς εις όλους τους Γραικούς να έλθη τούτ΄την ώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου