Το " Υπό του Θείου βραδέως τιμωρουμένων" αποτελεί ένα από τα καλύτερα φιλοσοφικά έργα του Πλουτάρχου και ερευνά τις αιτίες που ο Θεός τιμωρεί πολλές φορές με καθυστέρηση την άδικη πράξη. Ο διάλογος τελειώνει με τον μύθο του Κίλικα του Αριδαίου που ζεί ακόλαστο βίο και λαμβάνει χρησμό πως θα ευτυχήσει μετά το θάνατό του.Λίγο αργότερα σκοτώνεται σε ατύχημα και τρείς μέρες μετά αναβιώνει.΄Εκτοτε η συμπεριφορά του είναι υπόδειγμα δικαιοσύνης και αρετής. Εξηγώντας τη μεταστροφή του διηγείται στους φίλους του ότι μετά το θάνατό του το σκεπτόμενο μέρος της ψυχής του (το φρονούν) εγκατέλειψε το σώμα του και βρέθηκε στον τόπο της μεταθανάτιας κρίσης των ψυχών. Εκεί, συνάντησε έναν συγγενή του ο οποίος του είπε πως πλέον δεν θα ονομάζεται Αριδαίος αλλά, Θεσπέσιος και τον οδηγεί στα διαμερίσματα του κόσμου εκείνου . Επισκέπτεται τον τόπο των δίκαιων και των άδικων ψυχών , στα όρια της υποσελήνιας περιοχής, βλέπει τις ψυχές χρωματισμένες ανάλογα με τα πάθη τους ,και πληροφορείται τους τρεις τρόπους τιμωρίας που επιβάλλουν οι θεραπαινίδες της Αδράστειας, η Ποινή , η Δίκη και η Ερινύς :
" Mόλις άκουσε τα λόγια αυτά ο Θεσπέσιος, συγκεντρώθηκε περισσότερο, με τη σκέψη του και κοιτάζοντας προσεκτικά είδε κάποια αμυδρή και σκιώδη γραμμή να αιωρείται στον αέρα μαζί του, ενώ οι υπόλοιποι περιβάλλονταν ολόγυρα από φως και φωτίζονταν μέσα εκεί, άν και όχι στον ίδιο βαθμό όλοι. ΄Αλλοι ήταν όπως η ολοκάθαρη πανσέληνος, λάμποντας ομαλά με απαλό και συνεχόμενο φως, άλλοι ήταν σαν να τους διαπερνούσαν φολίδες ή αραιοί μώλωπες, άλλοι είχαν ποικιλόμορφη και παράξενη εμφάνιση, καλυμμένοι με μαύρα στίγματα σαν τις έχιδνες, και άλλοι ήταν σαν να έχουν ξεθωριασμένες αμυχές.
Ο συγγενής του Θεσπέσιου συνέχισε να μιλάει εξηγώντας ότι η Αδράστεια, η θυγατέρα της Ανάγκης και του Δία έχει οριστεί ανώτατος τιμωρός για όλα τα αδικήματα. Επίσης είπε ότι κανένας πονηρός δεν έγινε τόσο μεγάλος ή μικρός , ώστε να ξεφύγει ή επειδή δεν έγινε αντιληπτός ή επειδή άσκησε βία. Υπάρχουν τρεις άλλες και καθεμιά τους εποπτεύει και εκτελεί διαφορετική τιμωρία. όσους υφίστανται άμεση τιμωρία σωματική και δια μέσου των σωμάτων τους, τους αναλαμβάνει η γρήγορη Ποινή, με τρόπο μαλακό, που παραλείπει πολλά παραπτώματα που χρειάζονται καθαρμό. Εκείνους , των οποίων η κακία θεραπεύεται δυσκολότερα, τους παραδίδει μετά θάνατον ο δαίμονάς τους στη Δίκη. Τους εντελώς ανίατους , μόλις τους αποδιώξει η Δίκη, τους καταδιώκει η τρίτη και πιό άγρια από τις θεραπαινίδες της Αδράστειας, η Ερινύς, καθώς περιπλανιούνται και διασκορπίζονται, εξαφανίζοντάς τους, τον καθένα διαφορετικά, αλλά όλους με τρόπο άθλιο και φοβερό, και τους βυθίζει στο άρρητο και στο αόρατο. "Από τις άλλες κρίσεις " είπε, "αυτή που γίνεται εν ζωή από την Ποινή μοιάζει με κείνες που χρησιμοποιούν οι βάρβαροι. όπως δηλαδή, στη χώρα των Περσών μαστιγώνουν τα ενδύματα και τις τιάρες των τιμωρουμένων, κι΄αυτοί παρακαλούν με δάκρυα να σταματήσουν, έτσι και οι περιουσιακές και σωματικές τιμωρίες δεν πλήττουν με τρόπο αυστηρό ούτε αγγίζουν την ίδια την κακία, αλλά οι περισσότερες απευθύνονται στην κρίση και στην αίσθηση.΄Οποιος όμως έρχεται εδώ από τον κόσμο εκείνο χωρίς να τιμωρηθεί, και χωρίς να καθαρθεί παραλαμβάνεται από τη Δίκη, με την ψυχή του εκτεθειμένη στη θέα, γυμνός, χωρίς να μπορεί να μπει πουθενά και να κρυφτεί και να καλύψει την κακία του, αλλά ορατός αππό παντού, απ΄όλους και σε όλη τη φαυλότητά του".
Φθάνει στο χάσμα της Λήθης, όπου εικονίζονται οι σωματικές ηδονές , από τις οποίες η ψυχή χάνει την ελαφρότητά της και κλίνει πάλι προς τον κόσμο της ενέσεως. Κάνοντας εν συνεχεία διαδρομή ίση με αυτή που είχε διανύσει ως τώρα, φτάνει σε τόπο που μοιάζει με τεράστιο αγγγείο, σαν αυτά που χρησιμοποιούν στα συμπόσια για την ανάμειξη του κρασιού (κρατήρ). πρόκειται για το μέρος όπου τα όνειρα αναμειγνύουν το φανταστικό και απατηλό στοιχείο τους με την πραγματικότητα.
"΄Οσο για το μαντείο του Απόλλωνα", είπε, " δεν ξέρω άν θα μπορέσεις να το δεις . το παλαμάρι, δηλαδή, της ψυχής σου δεν πάει παραπάνω ούτε χαλαρώνει, αλλά μένει τεντωμένο, δεμένο καθώς είναι στο σώμα". Την ίδια στιγμή προσπαθούσε να φέρει τον Θεσπέσιο κοντά και να του δείξει το φως που έβγαινε, όπως έλεγε, από τον τρίποδα και που, περνώντας από τόν κόρφο της Θέμιδας, έφτανε κι ακουμπούσε στον Παρνασσό. Παρ΄ότι ο Θεσπέσιος προσπάθησε να το δει , δεν μπόρεσε, επειδή ήταν πολύ λαμπρό, αλλά, καθώς έφευγε, άκουσε οξεία γυναικεία φωνή, που έλεγε έμμετρα διάφορα πράγματα, ανάμεσα στα οποία, όπως του φάνηκε, τον χρόνο θανάτου του.Ο δαίμων, έλεγε, πως η φωνή είναι της Σίβυλλας, που έψαλλε τα μελλούμενα καθώς κινούνταν κυκλικά πάνω στο πρόσωπο της σελήνης. ΄Ηθελε τότε ν΄ακούσει περισσότερα, αλλά η κίνηση της σελήνης τον έσπρωξε κατά πίσω, σαν δίνη, και πρόλαβε ν΄ακούσει λίγα μόνο. Ανάμεσά τους και τα σχετικά με το όρος Βεζούβιος και την μελλοντική καταστροφή της Δικαιάρχειας από φωτικά, κιένα απόσπασμα για τον τότε ηγεμόνα, ότι
είναι σπουδαίος, αλλά θ΄αφήσει την εξουσία από αρρώστια."(κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται στον Τίτο".
Μετά βλέπει τον τόπο τιμωρίας των άδικων ψυχών, μεταξύ των οποίων είναι και η ψυχή του πατέρα του, για έγκλημα που είχε μείνει κρυφό όσο αυτός ζούσε. Βλεπει επίσης τις ψυχές εκείνων που κολάζονται για τα αδικήματα των προγόνων τους. Τούτη θα ήταν και η μοίρα της δικής του ψυχής, εφόσον είναι γιός αδικου πατέρα που έζησε και ο ίδιος ανόσια ζωή. Τέλος συναντά τις ψυχές εκείνων που κατευθύνονται για δεύτερη γένεση, παίρνοντας μορφή πλασμάτων κατώτερων από τον άνθρωπο (σαφής παραπομπή στην Πλατωνική μετενσάρκωση ). Ξαφνικά δυνατός άνεμος παρασύρει τον Θεσπέσιο, που , απομακρυνόμενος από τον τόπο εκείνο, ανοίγει τα μάτια και βρίσκεται πάνω στον τάφο του.
" Μέχρι το σημείο αυτό είδε. τη στιγμή που επρόκειτο να γυρίσει, σάστισε από τον φόβο του. μιά ωραιότατη υψηλόσωμη γυναίκα τον έπιασε και του είπε " ΄Ελα εδώ, να τ΄απομνημονεύσεις καλύτερα" και πήγε να τον αγγίξει με πυρωμένο ραβδί, όπως αυτά των ζωγράφων. Κάποια άλλη γυναίκα, όμως, την εμπόδισε , και ξαφνικά εκείνος, παρασυρεμένος από την ορμητική και βίαιη ριπή του ανέμου, σαναπό ίυγγα, έπεσε πάνω στο σώμα του και άνοιξε τα μάτια, σχεδόν πάνω στον ίδιο τον τάφο του".
14ος τόμος ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ,
ΗΘΙΚΑ, εκδόσεως Οδυσσέα Χατζόπουλου.
απόσπασμα εισαγωγής στο " Περί των υπό του θείου βραδέως τιμωρουμένων
και αποσπάσματα από το κείμενο του Πλουτάρχου στη νέα Ελληνική, σε μετάφραση και σχολιασμό της Φιλολογικής Ομάδος Κάκτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου