Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Η Κοιλάδα του Θανάτου και οι «Έλληνες» Χαβ-Μούσουβς


Στη νοτιανατολική Καλιφόρνια, λίγο δυτικά από τα σύνορα της Νεβάδα, στη λεκάνη και
περιοχή της ερήμου Μοχάιβ, υπάρχει μια άνυδρη, έρημη περιοχή, μεγάλο μέρος της οποίας
είναι κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το 1849 μια ομάδα 30 ατόμων προσπάθησε να
τη διασχίσει αναζητώντας ένα πιο σύντομο δρόμο προς τα χρυσωρυχεία της Καλιφόρνιας.
Από αυτούς επέζησαν τελικά μόνον οι 18, οι οποίοι και έδωσαν στη φοβερή αυτή περιοχή το
σημερινό της όνομα: Death Valley, δηλαδή Κοιλάδα του Θανάτου.
Η κοιλάδα του θανάτου είναι από τις θερμότερες περιοχές του κόσμου, αν όχι η θερμότερη,
όπως υποστηρίζουν οι λιγοστοί κάτοικοί της. Οι καλοκαιρινές θερμοκρασίες της ξεπερνούν
τους 51,7° C υπό σκιά και σπάνια πέφτουν κάτω από τους 21,1° C. Η Εθνική Μετεωρολογική
Υπηρεσία των ΗΠΑ κατέγραψε το 1913 την υψηλότερη μέχρι τώρα θερμοκρασία των 56,7°
C, τη δεύτερη υψηλότερη σε όλο το κόσμο μετά τους 57,8 βαθμούς Κελσίου πουκαταγράφηκαν στη Λιβύη το 1936. Η κοιλάδα περιέχει επίσης το χαμηλότερο σημείο του
δυτικού ημισφαιρίου, 86 μέτρα κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.
Αρκετοί υδάτινοι δρόμοι εισέρχονται στη κοιλάδα, ανάμεσα σε αυτούς ο ποταμός Αμαργόσα
από τα νότια και ο Φέρνις Κρηκ από τα ανατολικά, αλλά μόνο μετά από δυνατές βροχές, που
είναι σπάνιες, περιέχουν αυτοί νερό. Οι χαμηλότερες περιοχές της κοιλάδας είναι πεδιάδες
άλατος, χωρίς βλάστηση, ενώ οι υψηλότερες περιοχές της περιέχουν ένα μείγμα άμμου και
κόκκων άλατος σχηματίζοντας περιστασιακά θίνες.


Την αρχαία εποχή έφθανε πολύ περισσότερο νερό στη Κοιλάδα του Θανάτου. Κατά την
εποχή των παγετώνων της Πλειστόκαινης Περιόδου (πριν περίπου από 55.000 χρόνια)
υπήρχε η λίμνη Μάνλυ που γέμιζε τη κοιλάδα μέχρι βάθος 180 μέτρων. Πιο πρόσφατα (πριν
από 2.000 - 5.000 χρόνια), την κατελάμβανε μια αβαθής λίμνη. Η εξάτμισή αυτής της λίμνης
δημιούργησε τη σημερινή λεκάνη άλατος.
Το πλάτος της Κοιλάδας του Θανάτου είναι 6 έως 26 χιλιόμετρα και το μήκος της περίπου
225 χιλιόμετρα. Αυτή περιβάλλεται σχεδόν από παντού από γυμνές οροσειρές, ηφαιστειακής
ως επί το πλείστον προέλευσης. Ανατολικά υπάρχει η οροσειρά Αρμαγόσα. υτικά η
οροσειρά Πάναμιντ, που μας ενδιαφέρει εδώ, η οποία με την υψηλή κορυφή της Telescope
Peak (Κορυφή Τηλεσκόπιο) ύψους 3.368 μέτρων, μπλοκάρει τους υγρούς ανέμους του
Ειρηνικού. Νότια είναι τα όρη Όουλσχεντ και βόρεια τα όρη Συλβάνια.
Στη Κοιλάδα του Θανάτου ζουν για αιώνες οι Ινδιάνοι Paihute. Αυτοί έχουν μια πολύ
ενδιαφέρουσα ιστορία για την αρχαία εποχή της κοιλάδας και τους ανθρώπου που ζούσαν
τότε σε αυτή. Τη παρουσίασε για πρώτη φορά στο περιοδικό Fate το Σεπτέμβριο του 1949 ο
Όγκα - Μάκε, ένας Ινδιάνος Ναβάχο στον οποίο την είχε αποκαλύψει ο γέρος αρχηγός των
Paihute. Στο αντίστοιχο άρθρο του με τίτλο Φυλετικές Μνήμες Ιπταμένων ίσκων ο Όγκα -
Μάκε εξιστορεί το μυστικό αυτό της φυλής των Paihute σα μια εκτίμηση προς το περιοδικό
για την υποστήριξή του στο πρόβλημα της φυλής του την άνοιξη του 1948 που βοήθησε στην
ανακούφισή τους από τις δυσκολίες του ερχόμενου χειμώνα. Από τη μεριά του ο εκδότης του
Fate επεσήμανε ότι υπήρξε για πολλά χρόνια φίλος των Ινδιάνων και σπάνια έχει γνωρίσει
κάποιον από αυτούς να λέει ψέμματα και πώς είναι πλήρως πεπεισμένος για την ειλικρίνεια
της ιστορίας.



Οι περισσότεροι που διαβάζετε αυτή την ιστορία είσαστε πιθανά λευκοί και το αίμα που τρέχει
στις φλέβες σας έχει μια ιστορία ενός ή το πολύ δύο αιώνων μακριά από την Ευρώπη. Στα
βιβλία σας μιλάτε για τους Ιπτάμενους 0ίσκους ή τα Μυστηριώδη Σκάφη σαν κάτι το
καινούργιο, σαν ένα ιδιαίτερο γεγονός του εικοστού αιώνα. Πώς θα μπορούσατε να
σκεφτόσαστε διαφορετικά; Αν όμως είχατε ένα κόκκινο δέρμα και ένα αίμα που έχει γεννηθεί
και τραφεί για αμέτρητες χιλιάδες χρόνια σε αυτές τις περιοχές, θα ξέρατε ότι αυτό δεν είναι
αληθινό. Θα ξέρατε ότι οι πρόγονοί σας που ζούσαν σε αυτά τα βουνά και σε αυτά τα λιβάδια
για αμέτρητες γενεές, είχαν ξαναδεί αυτά τα πλοία και είχαν μεταβιβάσει την ιστορία τους στους
μύθους σας, οι οποίοι δεν είναι παρά η άγραφη ιστορία του λαού σας. 0εν το πιστεύετε; Και
γιατί να το κάνετε; Γνωρίζοντας την περιφρονητική σας δυσπιστία, οι αφηγητές του λαού μου
έχουν κλείσει με πικρία τα χείλη τους ενάντια σε κάθε εξωτερίκευση αυτής της γνώσης.


Εντούτοις, έχω επισημάνει στους αφηγητές των ιστοριών το εξής: τώρα που οι άνθρωποι
ξαναβλέπουν τα πλοία στον ουρανό, είναι συνετό εμείς, η αρχαιότερη φυλή, να κρατάμε τη
γνώση μόνο για μας; Έτσι για μένα, έναν Ινδιάνο, μερικοί από τους σοφούς του λαού
μου έχουν μιλήσει, και αν ενδιαφέρεστε, θα σας επιτρέψω να κάτσετε μαζί μας και να ακούσετε
τις ιστορίες τους.
Ας πούμε ότι είναι σούρουπο σε εκείνο το παράξενο μέρος που εσύ, ο λευκός άνθρωπος,
ονομάζεις «Κοιλάδα του Θανάτου». Έχω περάσει τον καπνό...στον ηλικιωμένο αρχηγό των
Paihutes, ο οποίος κάθεται απέναντί μου, δίπλα σε μια μικρή φωτιά, βάζοντας μερικά
καλαμπόκια πάνω της...
Ο γέρος αρχηγός φαινόταν σα μια ζαρωμένη μούμια καθώς κάθισε εκεί ρουφώντας τη πίπα
του. Εντούτοις τα μάτια του δεν ήσαν αφηρημένα, αλλά κοιτούσαν προς τα πίσω στα μακριά
μονοπάτια του χρόνου. Ο λαός του είχε κρατήσει τις κοιλάδες Ίνυο, Πάναμιντ και τη Κοιλάδα
του Θανάτου για αμέτρητους αιώνες πριν τον ερχομό του λευκού ανθρώπου. Τώρα καθόμασταν
στην κοιλάδα που ο λευκός άνθρωπος ονομάζει «του Θανάτου», αλλά την οποία οι Ινδιάνοι
Paiute ονομάζουν Τομέσα - Φλεγόμενη Χώρα. Μπροστά μου, καθώς κοίταζα ανατολικά, τα
όρη Φιούνεραλς είχαν βάλλει μωβ κουβέρτες γύρω από τα πόδια τους, ενώ το πρόσωπό τους
είχε το χρώμα του άλικου. Πίσω μου τα όρη Πάναμιντς ανέρχονταν σαν ένας πανύψηλος
τοίχος, σκοτεινά μπροστά από τον δύοντα ήλιο.


Ο γέρος Paiute Ινδιάνος κάπνισε για αρκετή ώρα τον καπνό μου πριν τον φυσήξει με σεβασμό
προς τις τέσσερες διευθύνσεις. Μετά μίλησε.
«Μ’ ερώτησες εάν είχαμε ακούσει για τα μεγάλα ασημένια αεροπλάνα στις ημέρες προτού φέρει
ο λευκός άνθρωπος τα τρένα του στη χώρα μας;»
«Ναι παπού, έρχομαι αναζητώντας γνώση» (σε όλες τις φυλές του λαού μου, ο όρος «παππούς»
χρησιμοποιείται για να εκφράσει το μεγαλύτερο σεβασμό που μπορεί να δείξει ένας άνθρωπος
σε κάποιον άλλον.
«Εμείς, το Έθνος των Paiute, γνωρίζουμε γι αυτά τα πλοία για ατέλειωτες γενεές. Πιστεύουμε
επίσης ότι ξέρουμε κάτι για τους ανθρώπους που τα πετάνε. Αυτοί ονομάζονται Χαβ -
μούσουβς».
«Ποιοι είναι οι Χαβ-μούσουβς;»
«Είναι οι άνθρωποι των βουνών Πάναμιντς, και αυτοί είναι τόσο αρχαίοι όσο η ίδια η
Τομέσα».
Χαμογέλασε με τη σύγχυσή μου.
«0εν καταλαβαίνεις; Βέβαια όχι. 0εν είσαι ένας Paiute. Άκουσε λοιπόν με προσοχή και θα σε
οδηγήσω στο μονοπάτι του θολού παρελθόντος».
«Όταν ο κόσμος ήταν νέος και αυτή η κοιλάδα, που είναι τώρα μια ξερή, καψαλισμένη έρημος,
ήταν ένα πλούσιο λιμάνι μιας γαλάζιας θάλασσας που εκτεινόταν στο μισό ύψος αυτών των
βουνών μέχρι το Κόλπο της Καλιφόρνια, λέγεται ότι ήλθαν εδώ με τεράστια κωπήλατα πλοία οι
Χαβ-μούσουβς. Αυτοί βρήκαν μεγάλες σπηλιές στα όρη Πάναμιντς και έκτισαν σε αυτές μια από
τις πόλεις τους. Εκείνο το καιρό η Καλιφόρνια ήταν το νησί που οι Ινδιάνοι εκείνης της
πολιτείας είπαν στους Ισπανούς ότι ήταν και το οποίο αυτοί σημάδευσαν έτσι πάνω στους
χάρτες τους».

«Ζώντας στη κρυμμένη πόλη τους οι Χαβ - μούσουβς κυβερνούσαν τη θάλασσα με τα γρήγορα
κωπήλατα πλοία τους, εμπορευόμενοι με μακρινούς λαούς και φέρνοντας παράξενα αγαθά στις
μεγάλες αποβάθρες που λέγεται ότι υπάρχουν ακόμα στις σπηλιές».
«Μετά, αφού πέρασαν αμέτρητοι αιώνες, το κλίμα άρχισε να αλλάζει. Το νερό στη λίμνη
υποχώρησε μέχρις ότου δεν υπήρχε πια δρόμος προς τη θάλασσα. Στην αρχή ο δρόμος
διακόπηκε μόνο από τα νότια βουνά, πάνω από τις κορυφές των οποίων μπορούσαν να
μεταφερθούν αγαθά. Αλλά καθώς περνούσε ο χρόνος, το νερό συνέχισε να ελαττώνεται, μέχρι
που ήλθε η ημέρα που το μόνο που έμεινε από τη μεγάλη γαλάζια λίμνη ήταν μια ξερή κρούστα.
Μετά ήλθε η έρημος, και ο Θεός της Φωτιάς άρχισε να περπατά στη Τομέσα, τη Φλεγόμενη
Χώρα».


«Όταν οι Χαβ-μούσουβς δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν πια τα μεγάλα κωπήλατα πλοία
τους, άρχισαν να σκέπτονται άλλα μέσα για να φτάσουν στον πέρα κόσμο. Γνωρίζουμε ότι
άρχισαν να χρησιμοποιούν ιπτάμενα κάνω. Στην αρχή αυτά τα ασημένια πλοία με φτερά δεν
ήσαν μεγάλα. Κινιόντουσαν με ένα ελαφρύ βόμβο και βουτούσαν στον αέρα σαν αετοί».
«Οι αιώνες που πέρασαν έφεραν άλλες αλλαγές. Φυλή μετά από φυλή διέσχισε τη χώρα,
πολεμώντας για την κατοχή της και περνώντας σαν την αμμοθύελλα. Στην πόλη τους στο βουνό,
ακόμα μέσα στις σπηλιές τους, οι Χαβ-μούσουβς ζούσαν ειρηνικά, μακριά από τις συγκρούσεις.
Μερικές φορές τους έβλεπαν από μακριά στα ιπτάμενα πλοία τους ή καβάλα στα λευκόχιονα
ζώα τους που τους πήγαιναν από βράχο σε βράχο πάνω από τους γκρεμούς. 0εν έχουμε ξαναδεί
αυτά τα παράξενα ζώα σε κανένα άλλο μέρος. Σε αυτούς τους ανθρώπους οι αιώνες που
πέρναγαν έφερναν όλο και μεγαλύτερα πλοία, τα οποία εκινούντο όλο και πιο αθόρυβα».
«Έχεις δει ποτέ κανένα Χαβ-μούσουβ;»
«Όχι, αλλά έχουμε πολλές ιστορίες γι’ αυτούς. Υπάρχουν λόγοι που δεν είναι κάποιος πολύ
περίεργος γι’ αυτούς».
«Λόγοι;»
«Ναι. Αυτοί οι ξένοι άνθρωποι έχουν όπλα. Το ένα είναι ένας μικρός σωλήνας που ζαλίζει με
ένα κτύπημα κάποιον κάνοντάς τον να νιώθει σα να έχει δεχθεί μια βροχή από κακτοβελόνες. Ο
άνθρωπος δεν μπορεί να κινηθεί για ώρες και στη διάρκεια αυτού του χρόνου οι μυστηριώδεις
τύποι εξαφανίζονται πάνω από τους γκρεμούς. Το άλλο όπλο είναι θανατηφόρο. Είναι ένας
μακρύς ασημένιος σωλήνας. Όταν σε σημαδέψει, ακολουθεί αμέσως ο θάνατος».
«Πες μου γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Πώς φαίνονται και πώς ντύνονται;»
«Είναι ένας όμορφος λαός. Το δέρμα τους έχει μια χρυσαφή χροιά και ένας κεφαλόδεσμος
κρατάει πίσω τα μακριά σκούρα μαλλιά τους. Αυτοί ντύνονται πάντα με ένα λευκό
καλοϋφασμένο ένδυμα το οποίο τυλίγεται γύρω τους και σκεπάζει τον έναν ώμο τους. Στα πόδια
τους φοράνε ωχρά σανδάλια....».


© Shutterstock

Η φωνή του ταξίδεψε μακριά με ένα φύσημα του καπνού. Οι πορφυρές σκιές που σκαρφάλωναν
τα τοιχώματα των Φιούνεραλς έκαναν χρωματιστές κηλίδες σαν τα κύματα της γκοστ λέικ. Ο
γέρος άνθρωπος φάνηκε να έχει πέσει σε μια μορφή έκστασης, αλλά είχα μια ακόμα ερώτηση

«Έχει ποτέ μιλήσει κανένας Paiute με έναν Χαβ-μούσουβ, ή ήσαν οι Paiutes εδώ όταν
εμφανίσθηκαν για πρώτη φορά τα μεγάλα κωπήλατα πλοία;»
Για μερικές στιγμές αναρωτιόμουνα αν με είχε ακούσει. Εντούτοις, όπως είναι έθιμό μας,
περίμενα υπομονετικά την απάντηση. Αυτός ξανάκανε τη τελετουργία του φυσήματος του
καπνού προς τις τέσσερες διευθύνσεις και μετά συνέχισε με απαλή φωνή:
«Ναι. Μια φορά στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, αλλά εντούτοις πολλές γενεές πριν τον
ερχομό των Ισπανών, ένας αρχηγός των Paiute έχασε από ξαφνικό θάνατο τη μνηστή του.
Μέσα στη μεγάλη λύπη του σκέφθηκε τους Χαβ-μούσουβς και το μακρύ θανατηφόρο σωλήνα
τους».
«Ήθελε να τη συναντήσει. Αποχαιρέτησε λοιπόν τους λυπημένους ανθρώπους του και ξεκίνησε
να τους βρει. Στην αρχή κανένας δε εμφανίσθηκε, μέχρι που ο αρχηγός άρχισε να σκαρφαλώνει
τα σχεδόν αδιάβατα βουνά Πάναμιντς. Τότε εμφανίσθηκε ξαφνικά μπροστά του ένας από τους
ανθρώπους με τα λευκά ενδύματα με το μακρύ σωλήνα του και του έκανε νόημα να γυρίσει
πίσω. Ο αρχηγός του έκανε τότε νόημα ότι ήθελε να πεθάνει και συνέχισε να προχωράει. Ο
άνθρωπος με τα λευκά ρούχα σφύριξε τότε μακρόσυρτα και εμφανίσθηκαν άλλοι Χαβ-
μούσουβς. Μίλησαν μεταξύ τους σε μια άγνωστη γλώσσα και κοίταξαν μετά στοχαστικά τον
αρχηγό. Τελικά του έκαναν νόημα ότι θα τον έπαιρναν μαζί τους».
«Αφού πέρασαν πολλές βδομάδες και ο λαός του τον είχε θρηνήσει για νεκρό, ο αρχηγός των
Paiute επέστρεψε μια μέρα στη κατασκήνωσή του. Είπε πως είχε βρεθεί στη γιγάντια υπόγεια
κοιλάδα των Χαβ-μούσουβς όπου άσπρα φώτα που καίνε νύχτα - μέρα και δε σβήνουν ποτέ,
ούτε χρειάζονται κανένα καύσιμο, φώτιζαν μια αρχαία πόλη κτισμένη με όμορφα μάρμαρα.
Εκεί έμαθε τη γλώσσα και την ιστορία τους και τους έμαθε με τη σειρά του τη δικιά του γλώσσα
και τους μύθους των Paiutes. Είπε ότι ήθελε να παραμείνει εκεί για πάντα, αλλά αυτοί τον
παρακάλεσαν να επιστρέψει και να χρησιμοποιήσει τη καινούργια γνώση του για το λαό του».
0εν μπορούσα να μη κάνω την αναπόφευκτη ερώτηση.
«Πιστεύεις αυτή την ιστορία του αρχηγού;»
Τα μάτια του μελέτησαν για μερικά λεπτά τα δακτυλίδια καπνού πριν απαντήσει.
«0εν ξέρω. Όταν ένας άνθρωπος χάνεται στη Τομέσα και ο Θεός της Φωτιάς περπατά μέσα
από τη κρούστα του αλατιού, παράξενα όνειρα περνούν σα σύννεφα από το μυαλό του. Κανένας
άνθρωπος δεν μπορεί να αναπνεύσει την πύρινη αναπνοή του Θεού της Φωτιάς και να
παραμείνει λογικός. Βέβαια οι Paiutes το είχαν σκεφθεί αυτό. Κανείς δεν ξέρει τις διαθέσεις της
Τομέσα καλύτερα από αυτούς».


Facebook Timeline Cover

«Μου ζήτησες να σου πω το μύθο των ιπτάμενων πλοίων. Σου έχω πει αυτό που οι νεαροί
άνθρωποι της φυλής μας δεν ξέρουν, γιατί δεν ακούνε πια τις ιστορίες του παρελθόντος. Τώρα
με ρωτάς εάν τον πιστεύω. Σου απαντώ ως εξής. Κοίταξε γύρω σου. 0ες πίσω σου εκείνο το
ψηλό τοίχο των βουνών Πάναμιντς. Πόσες γιγαντιαίες σπηλιές θα μπορούσαν να ανοιχθούν
εκεί, κρυμμένες από τα φώτα και τις σκιές των βράχων; Πόσες θα μπορούσαν να ανοιχθούν
προς τα έξω ή προς τα μέσα και να μη ιδωθούν ποτέ πίσω από τις βελοειδείς κορυφές; Πόσα
πολλά πλοία θα μπορούσαν να εφορμήσουν σαν αετοί τις καλοκαιρινές νύχτες όταν η φωτιά
της καυτερής άμμου κρατάει μακριά από τη κοιλάδα τα μάτια του λευκού ανθρώπου; Πόσοι
Χαβ-μούσουβς θα μπορούσαν να ζήσουν στην αιώνια ειρήνη τους μακριά από το θόρυβο των

όπλων του λευκού ανθρώπου στο απόρθητο οχυρό τους; Αυτή ήταν πάντα μια χώρα μυστηρίου.
Κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό. Ούτε ακόμα ο λευκός άνθρωπος με τις ιπτάμενες
μηχανές του, διότι αν έρθουν πολύ κοντά στο τοίχος των βουνών Πάναμιντς, ένας οξύς άνεμος
σαν ιπτάμενο βέλος μπορεί να παρεκκλίνει τα φτερά τους. Η Τομέσα κρύβει καλά τα μυστικά
της, ακόμα και το χειμώνα, αλλά κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να προσπαθήσει να μάθει γι’
αυτή όταν ο Θεός της Φωτιάς εκσφενδονίζει το πύρινο βέλος της αναπνοής του μέσα στα
περάσματα».
«Πρέπει ακόμα να απαντήσω στην ερώτησή σου με το νου μου σε αμφιβολία, διότι μιλάμε για
μια παράξενη χώρα. Ο λευκός άνθρωπος δεν τη ξέρει ακόμα τόσο καλά όσο οι Paiutes, κι εμείς
την έχουμε κοιτάξει πάντα με δέος. Συνεχίζει να είναι η απαγορευμένη Τομέσα, η Χώρα της
Φλεγόμενης Γης».


Ο ίδιος μύθος παρουσιάσθηκε με εκπληκτική ομοιότητα στο βιβλίο του Μπούρκι Λη Οι
Άνθρωποι της Κοιλάδας του θανάτου. Για το Λη όμως δεν ήταν μύθος, αλλά η αφήγηση μιας
πραγματικής ιστορίας για μια υπόγεια (εγκαταλελειμμένη τώρα) πόλη μέσα στο όρος
Πάναμιντ, όπως την άκουσε από τρεις άλλους ανθρώπους, οι οποίοι υποστήριξαν ότι την
είχαν επισκεφθεί. Στο βιβλίο του περιγράφει μια συζήτηση που είχε πριν από αρκετά χρόνια
με μια μικρή ομάδα κατοίκων της νεκρής κοιλάδας. Η συζήτηση είχε τελικά στραφεί γύρω
από τους μύθους των Ινδιάνων Paihute. Σε ένα σημείο της συζήτησης δυο από τους
ανθρώπους, ο Τζακ και ο Μπιλ, περιέγραψαν την εμπειρία τους σε μια «υπόγεια πόλη» την
οποία ισχυρίστηκαν ότι ανακάλυψαν μετά από την πτώση του ενός από αυτούς σε μια τρύπα
σε ένα ορυχείο κοντά στο Γουίνγκεϊτ Πας. Βρέθηκαν έτσι σε μια φυσική υπόγεια σπηλιά την
οποία ακολούθησαν για 30 περίπου χιλιόμετρα προς τα βόρεια μέσα στη καρδιά των βουνών
Πάναμιντ. Τελικά βρέθηκαν σε μια τεράστια, αρχαία, υπόγεια πόλη. Σε αυτή ανακάλυψαν
πολλές τέλεια διατηρημένες «μούμιες», που φορούσαν χονδρά βραχιόλια, κρατούσαν χρυσά
δόρατα κ.λ.π. Η πόλη φαινόταν να έχει εγκαταλειφθεί εδώ και αιώνες και ολόκληρο το
υπόγειο σύστημα έδειχνε πολύ αρχαίο. Τυχαία ανακάλυψαν ότι αυτή φωτιζόταν παλιά από
ένα ευφυές σύστημα φώτων που ετροφοδοτείτο από υπόγεια αέρια. Είδαν ένα μεγάλο,
γυαλισμένο, «στρογγυλό τραπέζι» που έδειχνε να ανήκει σε κάποια αρχαία αίθουσα
συμβουλίων, γιγαντιαία χρυσά αγάλματα, πέτρινους θόλους και «συρτάρια» γεμάτα από
ράβδους χρυσού και πολύτιμους λίθους όλων των ειδών. Βρήκαν επίσης «χειράμαξες» από
βαριά πέτρα που ήσαν τέλεια ισοζυγισμένες και επιστημονικά κατασκευασμένες ώστε να
μπορεί να τις χρησιμοποιήσει ακόμα και ένα παιδί, τεράστιες πέτρινες πόρτες οι οποίες ήσαν
τέλεια ισορροπημένες με αντίβαρα και άλλα απίστευτα πράγματα.



                                                             
Μετά ακολούθησαν τις σπηλιές προς τα πάνω σε ένα ανώτερο επίπεδο, που τους οδήγησε
στην ανατολική πλαγιά των Πάναμιντς σε μερικές αρχαίες, σηραγγοειδείς «προκυμαίες».
Συνειδητοποίησαν ότι η από κάτω κοιλάδα ήταν κάποτε κάτω από το νερό και τελικά
έφτασαν στο συμπέρασμα ότι τα τοξωτά ανοίγματα ήσαν αρχαίες αποβάθρες για πλοία. Είπαν
στον Μπούρκι Λη ότι είχαν μεταφέρει ένα μέρος του θησαυρού έξω από τη σπηλιά και
προσπάθησαν να διαπραγματευθούν με ορισμένους ανθρώπους, μαζί και επιστήμονες που
σχετίζονταν με το Ίδρυμα Σμιθσόνιαν, για να πάρουν βοήθεια να εξερευνήσουν και να
δημοσιοποιήσουν τη πόλη σαν ένα από τα «θαύματα του κόσμου». Οι προσπάθειές τους
όμως κατέληξαν σε απογοήτευση, όταν ένας «φίλος» τους έκλεψε το θησαυρό και έγιναν
αντικείμενο χλεύης και απόρριψης από τους επιστήμονες όταν πήγαν να τους δείξουν την
είσοδο του ορυχείου και δεν μπορούσαν να τη βρουν. Ισχυρίσθηκαν ότι η περιοχή είχε
σκεπασθεί όλη από σύννεφα και έδειχνε τελείως διαφορετική. Όταν ο Λη συνάντησε
τελευταία τον Μπιλ και τον Τζακ, αυτοί ετοιμάζονταν να σκαρφαλώσουν στην ανατολική

πλευρά των Πάναμιντς για να εντοπίσουν τα αρχαία ανοίγματα των αποβάθρων ψηλά στην
απότομη πλαγιά. Από τότε δεν τους ξανάδε, ούτε ξανάκουσε τίποτα γι’ αυτούς.


Οι μύθοι των Paihute για τους Χαβ-μούσουβς αναφέρουν ότι αυτοί οι αρχαίοι κάτοικοι των
βουνών Πάναμιντς εγκατέλειψαν την αρχαία πόλη τους μέσα στο βουνό και μετανάστευσαν
προς τα κάτω σε άλλες βαθύτερες και μεγαλύτερες σπηλιές. Είναι παράξενο που ένας άλλος
μύθος των Paihute είναι εντελώς παρόμοιος με τον Ελληνικό μύθο του Ορφέα και της
Ευριδίκης. Ο μύθος αυτός αναφέρεται σε έναν αρχηγό των Paihute του οποίου η γυναίκα είχε
πεθάνει, και ο οποίος σύμφωνα με τη παράδοση ανέλαβε ένα πνευματικό ταξίδι στον υπόγειο
κόσμο για να την βρει και να τη φέρει πίσω στη ζωή. Στο δρόμο όμως της επιστροφής
«κοίταξε πίσω του», κάτι που ήταν απαγορευμένο, και τελικά δεν του επετράπη να τη πάρει
μαζί του από τους νεκρούς.
Οι περισσότεροι ερευνητές που δέχονται την ιστορία των Χαβ-μούσουβς τους θεωρούν σαν
αρχαίους Έλληνες ή Μάγια, αν και η γνώμη των περισσοτέρων συγκλίνει, λόγω των
κωπήλατων πλοίων και της ελληνοπρεπούς ενδυμασίας προς τους αρχαίους Έλληνες. Όσο
για τους σημερινούς Χαβ-μούσουβς, οι οποίοι υποτίθεται ότι συνεχίζουν να υπάρχουν στη
γύρω περιοχή και να διαθέτουν μια ιδιαίτερα υψηλή τεχνολογία, πολλοί τους ονομάζουν
«Νεοέλληνες»...


Θα πρέπει ακόμα να αναφέρουμε ότι οι λεγόμενοι «επαφικοί» της Καλιφόρνια που κατά τη
δεκαετία του 1950 και του 1960 περιέγραψαν τις «επαφές» τους με τα «αγαθοεργά»
ανθρωποειδή όντα που είδαν να εμφανίζονται από ιπτάμενους δίσκους, ήταν κοντά στην ίδια
μυστηριώδη περιοχή των βουνών Πάναμιντ. Όπως έχουμε πει η Κοιλάδα του Θανάτου
βρίσκεται στη περιοχή της ερήμου Μοχάιβ της Καλιφόρνια και θα πρέπει να τονίσουμε ότι η
τελευταία θεωρείται από τις πιο ενδιαφέρουσες περιοχές στο κόσμο σε σχέση με τις θεάσεις
και επαφές με ιπτάμενους δίσκους. Σε μερικές μάλιστα μικρές πόλεις της Μοχάιβ, όπως π.χ.
στη πόλη Άνζα, θεωρείσαι τρελός αν δεν πιστεύεις στην ύπαρξη των UFO. Επίσης ο
«επαφικός» Τζέφερσον Σούζα έχει ισχυρισθεί ότι οι ανθρωποειδείς από το Βέγα, με το
σκάφος των οποίων ταξίδεψε πολλές φορές, του έδειξαν το ογκώδες συγκρότημα της βάσης
τους στο αχανές σύστημα σπηλαίων κάτω από τη Κοιλάδα του Θανάτου στα βουνά
Πάναμιντς της Καλιφόρνιας.




Όσο τώρα για τη δυνατότητα κάποιων Ελλήνων αποίκων να έχουν αναπτύξει με τα χρόνια
μια τόσο υψηλή τεχνολογία, ο ερευνητής «Μπράντον», αφού εξαίρει τη διανοητική
ικανότητα των αρχαίων Ελλήνων αναφέρει την ιστορία του «αστρολάβου» των Αντικυθήρων
που βρήκαν κάποιοι σφουγγαράδες το 1900 στο πυθμένα της θάλασσας κοντά στα
Αντικύθηρα. Στην αρχή οι επιστήμονες νόμισαν ότι τα σκουριασμένα αυτά κομμάτια ήσαν
υπολείμματα ενός αστρολάβου του 65 π.χ. Όμως ο Άγγλος επιστήμονας Σόλα Πράις
ανακάλυψε το 1950 ότι ήταν ένας υπολογιστής! :
Φαίνεται ότι αυτό το αντικείμενο είναι στη πραγματικότητα ένας υπολογιστής ο οποίος μπορεί
να προσδιορίσει και περιγράψει τις κινήσεις του ηλίου, της σελήνης και πιθανά των πλανητών
(Natural History, Μάρτιος 1962).
Ακόμα παρατήρησε τα εξής στο γνωστό επιστημονικό περιοδικό Scientific American τον
Ιούνιο του 1959:Είναι αρκετά εκφοβιστικό να μάθεις ότι, σύντομα πριν τη συντριβή του μεγάλου πολιτισμού
τους, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν φθάσει τόσο κοντά σε αυτό (τον υπολογιστή), όσο και στην
εποχή μας, όχι μόνο στη σκέψη, αλλά και στην επιστημονική τεχνολογία τους.


ΤΑ ΥΠΟΧΘΟΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου